Love story
Του Γιώργου Τούλα Μια από τις ζεστές νύχτες της προηγούμενης εβδομάδας σε ένα φανάρι στη δυτική πλευρά της πόλης, σταμάτησε δίπλα μου μια μηχανή. Πάνω της ήταν ένα ζευγάρι όχι πάνω από τα εικοσιπέντε. Η κοπέλα φορούσε ένα φανελάκι και μια τζιν φούστα, φτηνά ψηλοτάκουνα παπούτσια. Το αγόρι βερμούδα ένα διαφημιστικό μπλουζάκι και σαγιονάρες. Μου […]
Του Γιώργου Τούλα
Μια από τις ζεστές νύχτες της προηγούμενης εβδομάδας σε ένα φανάρι στη δυτική πλευρά της πόλης, σταμάτησε δίπλα μου μια μηχανή. Πάνω της ήταν ένα ζευγάρι όχι πάνω από τα εικοσιπέντε. Η κοπέλα φορούσε ένα φανελάκι και μια τζιν φούστα, φτηνά ψηλοτάκουνα παπούτσια. Το αγόρι βερμούδα ένα διαφημιστικό μπλουζάκι και σαγιονάρες. Μου τράβηξαν την προσοχή οι φωνές τους. Ή μάλλον οι φωνές της κοπέλας. Μιλούσε ρώσικα και μάλωνε το αγόρι. Στην αρχή ήπια, μετά άγρια. Έμοιαζε παθιασμένη, ίσως και να είχε πιει, στα μάτια της υπήρχε μια παράξενη γυαλάδα. Το αγόρι άκουγε προσεκτικά, με σκυμμένο το κεφάλι, σχεδόν δεν αντιδρούσε στην επίθεση που δεχόταν. Κάποια στιγμή το κορίτσι θύμωσε ακόμα περισσότερο μαζί του, άρχισε να τον χτυπάει δυνατά στην πλάτη. Κατέβηκε από την μηχανή, πήγε και κάθισε σε ένα κοντινό πεζούλι και έκλαιγε. Το αγόρι πάρκαρε και έτρεξε κοντά της. Της μιλούσε δυνατά στα ρώσικα, μετά και οι δυο ηρέμησαν, η όλη σκηνή κράτησε ένα πεντάλεπτο. Το κόκκινο φανάρι διαδέχτηκε το πράσινο, ξανάγινε κόκκινο και γω δεν εννοούσα να ξεκινήσω.
Έμεινα εκεί να κοιτάζω ολόκληρη την εξέλιξη αυτού του ασυνήθιστου ερωτικού καυγά που γινόταν στα ρώσικα και πρωταγωνιστές ήταν δυο παιδιά από αυτά που δεν βλέπεις στις σελίδες των περιοδικών να χαμογελούν ευτυχισμένα φορώντας τα ρούχα που σχεδιάστηκαν για τους βασιλιάδες της ματαιοδοξίας. Ούτε καν τα παιδιά της παραλιακής λεωφόρου που πίνουν παγωμένο καπουτσίνο. Τα δυο παιδιά ήταν πια αγκαλιασμένα, έλεγαν ρώσικα ερωτόλογα, ξεκίνησα για την πόλη. Χάθηκαν στο βάθος προς τον Εύοσμο. Υπέθεσα πως το Σαββατοκύριακο θα πήγαιναν πιθανά για μπάνιο στην Κατερινόσκαλα, θα συναντούσαν τους φίλους τους στις παρυφές του περιφερειακού για μια νυχτερινή κόντρα με τη μηχανή, θα συνέχισαν να χτίζουν τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή στη νέα πατρίδα, που στα μάτια τους έμοιαζε με τη γη της επαγγελίας όταν ήρθαν. Κάποιοι θα συνεχίσουν να τους κοιτάζουν σε ολόκληρη τη ζωή τους καχύποπτα, κάποιοι άλλοι πιθανά θα τους αποδεχτούν. Στις καινούργιες γειτονιές της πόλης που απλώνεται συνυπάρχουν με τους παλιούς κατοίκους της, στο σπίτι θα συνεχίσουν να μιλάνε ρώσικα. Η ζωή τους θα συνεχίσει να είναι κοινή, η μπορεί ακόμα και να χωρίσουν. Ο καβγάς και το μετέπειτα σμίξιμο, μια ζεστή νύχτα του Αυγούστου στην άδεια πόλη, τα οργισμένα και αγαπησιάρικα ρώσικα λόγια, το soundtrack και το love story της Άγριας Δύσης στην αρχή του καλοκαιρού. Ο έρωτας στα Ρώσικα γράφεται έτσι: любовь.