μα-γιατί-μερικοί-κατηγορούν-τον-κ-κασσ-1105597

Parallax View

Μα, γιατί μερικοί κατηγορούν τον κ.Κασσελάκη;

Ο Αργύρης Μπακιρτζής λέει πέντε ξεκάθαρες κουβέντες για την Αριστερά σήμερα

Parallaxi
Parallaxi

Λέξεις: Αργύρης Μπακιρτζής

Θέλω από καιρό να σχολιάσω αυτό που κυρίως με ενοχλεί στον ΣΥΡΙΖΑ, όμως ως τώρα δεν το έκανα με τις τόσες δουλειές που δεν τις προλαβαίνω, δεν θέλω να τις κάνω και βιαστικά, ζούμε και σε μια συνεχή κρίση, σε μια δίνη με γεγονότα, -και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας-, σε συνδυασμό μάλιστα με την επιταχυνόμενη κλιματολογική αλλαγή-, που κυριολεκτικά σε παραλύουν.

Ψηφίζονται με καταιγιστικό ρυθμό εξωφρενικά νομοσχέδια που κάνουν τα μαλλιά μας να σηκώνονται όπως τα μαλλιά του Αλμπέρτο Μπρινιόλι στην ήττα του ΠΑΟ απ’ τον Ατρόμητο και δεν προλαβαίνεις να σταματήσεις να κάνεις τον σταυρό σου και να λες «φτου εξαποδώ», ως παραδοσιακές αντιδράσεις και όχι ως μαγικές επικλήσεις που συνηθίζουν οι πιστοί.

Αρχίζω να βλέπω με μισό μάτι στενούς φίλους και συγγενείς ακούγοντας τί ακόμη υποστηρίζουν, καθώς αναρωτιέμαι πόσοι απ’ το εκλογικό σώμα είναι τόσο αφελείς και ελαστικοί στην αποδοχή αυταρχικών καθεστώτων. Βέβαια, δεν ξεχνώ ότι τα οικονομικά ζόρια είναι που ωθούν πολλούς να βρουν καταφύγιο στους έχοντες και κατέχοντες και να πηγαίνουν τόσο εύκολα κάθε τέσσερα χρόνια, ή και πιο συχνά, μια από δω και μια από κει, υποκύπτοντας στον δαίμονα του κονφορμισμού που έχει μολύνει τόσο την κοινωνία μας. Βέβαια αυτό δεν είναι καινούργιο φρούτο, όμως παλαιότερα οι ιδεολογικές και πολιτικές περιπλανήσεις ήταν κυρίως βίτσιο των ανώτερων τάξεων, αφού η βασική τους έγνοια, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι να διατηρήσουν και να αυγατίσουν την περιουσία τους.

Oι νόμιμοι κληρονόμοι του βυζαντινού θρόνου, τα δυο αδέλφια του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, προσχώρησαν, όπως πολλοί βυζαντινοί άρχοντες, χωρίς πολλά πολλά στο νέο καθεστώς και διετέλεσαν μεγάλοι βεζύρηδες κατά τη 10ετία μετά την άλωση της Πόλης. Συνηθίζω να αντιδρώ με δίστιχα σε συμπεριφορές γνωστών που με εντυπωσιάζουν, όπως το ακόλουθο: «Πάλι πώς θα τα οικονομήσεις ονειρεύεσαι. / Καλός χριστιανός κι η Ελλάδα Ελλάδα». Είναι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα, κυρίως οι φανατικοί, οπαδοί μιας πλευράς μεταστρέφονται σε φανατικούς πολέμιούς της, ανάλογα με τις περιστάσεις﮲ «Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι» κ.ά.

Αλλά ας αφήσουμε αυτά τα τραγικά και συγχρόνως φαιδρά που μας ταλανίζουν και ας πιάσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, για να είμαστε και λίγο στη μόδα αφού αυτός μονοπώλησε την επικαιρότητα για πολύ καιρό πριν δώσει την πρωτοκαθεδρία στο νομοσχέδιο για την υποστήριξη του θεσμού του γάμου, -όλα τα κανάλια γι’ αυτό μιλάνε, η Γάζα κι η Ουκρανία, πια, σχεδόν ξεχάστηκαν απ’ τα περισσότερα κανάλια-, ο οποίος εδώ και χρόνια βυθίζεται σε όλο και μεγαλύτερη κρίση και ανυποληψία, που ούτε οι βαθιές του ρίζες στην κοινωνία ούτε η βασική του υποστηρίκτρια, η εκκλησία, μπορούν να ανακόψουν.

Η πεθερά μιας φίλης της γυναίκας μου, όταν τη ρώτησε η νύφη της γιατί δεν παντρεύονται οι κόρες της, δηλ. οι αδελφές του άντρα της, απάντησε «κορίτσι μου, δεν υπάρχουν πια κορόιδα», υπονοώντας πως ο γιος της ήταν το τελευταίο κορόιδο και πετώντας έτσι συγχρόνως το καρφάκι της για τη νύφη της. Ο Σταύρος Τσιώλης ασχολήθηκε εκτενώς με το θέμα στην ταινία του «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε», όπως «πολλά κορίτσια ανύπαντρα στην Αθήνα» κ.λπ.

Λοιπόν, (ας επιστρέψουμε στο κύριο θέμα μας), τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα μου πει κάποιος: «από πού ως πού κάθεσαι και ασχολείσαι και μας κρίνεις, εσύ, που ήσουν πάντα απέξω». Εγώ θα του απαντήσω: «ναι, μεν, ήμουν απέξω, αλλά πάντα παρακολουθούσα και έπαιρνα θέση, όμως δεν θα μπορούσα να συμμορφωθώ σε μια γραμμή που επιβάλλεται άνωθεν με γνώμονα κατ’ ουσίαν το ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, που θεωρώ προσβλητικό και ταπεινωτικό, όταν, το επαναλαμβάνω, επιβάλλεται απολύτως άνωθεν. Μου έλεγε φίλος καθηγητής Πανεπιστημίου, ότι μαζεύονταν επί χρόνια συμμετέχοντες και συμπαθούντες τον ΣΥΡΙΖΑ καθηγητές και ποτέ κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να τους ακούσει.

Γράφει ο Τσιώλης σε έναν θεατρικό του μονόλογο: (Γιατί δεν παίρνουν έστω ένα τηλεφώνημα, να ζητήσουν κάποια λεπτομέρεια για τα εκθέματά μας, τα ιστορικά δεδομένα, τις τιμές εκκινήσεως, να μας πουν έστω μια καλησπέρα; Αλλά ας γυρίσουμε, αξιότιμες κυρίες, στο κύριο θέμα μας): Γιατί κατηγορούν τον Κασσελάκη; Ήρθε μόνος του; Τόσα ξέρει, τόσα έμαθε στο μεταξύ, τόσα κάνει και μάλιστα με σχετική επιτυχία. Ταιριάζει φαίνεται κάπως στη σημερινή ελληνική κοινωνία. Ένας κουμπάρος μου, μάστορας οικοδόμος, μου είπε: είναι κατανοητός και με πείθουν αυτά που λέει.

Τί παραπάνω θέλει δηλαδή ο πολύς κόσμος που παλεύει για τον επιούσιο και όσα βγάζει δεν του φτάνουν να ζήσει; Όταν μάλιστα υπάρχει τέτοια απαξίωση της πολιτικής, ο Κασσελάκης μια χαρά λειτουργεί, χωρίς κομματικές αγκυλώσεις, χωρίς ιδεολογικές ψευδαισθήσεις, τον υποστηρίζει ο Τσίπρας που θεωρείται δεδομένο ότι αυτός τον έφερε, τον υποστηρίζει και η ΝΔ, -το άκουσα από στελέχη της σε τηλεοπτικά πάνελ-, χαρακτηρίζοντάς τον πονηρά ως τον πιο επικίνδυνο αντίπαλό της!

Συνεχίζω με την κατά τη γνώμη μου υποκρισία του ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς η Έφη Αχτσιόγλου δεν θα ήταν έρμαιο στα σχέδια του Αλέξη Τσίπρα και της ομάδας του που διαχειρίστηκε με αναποτελεσματικό τρόπο τα του κόμματός τους τα τελευταία χρόνια. Αυτό το ήξεραν και γι’ αυτό επέβαλλαν τον Κασσελάκη, που όμως πολύ αμφιβάλλω αν τους κάνει τα χατήρια και τα όργανα φαίνεται πως ήδη έχουν αρχίσει. Διάβασα κάπου: o Παππάς ετοιμάζεται για Πρόεδρος!!! Δεν θα αποφύγω να μπω στον πειρασμό και να πω: «φαίνεται δεν ήθελαν Παοκτσήδες στον ΣΥΡΙΖΑ». (Λοιπόν, ας επανέλθουμε στο κύριο θέμα μας) και ας αναλογιστούμε πόσοι σχετικά λίγοι έκαναν αντιπολίτευση κατά την προηγούμενη τετραετία. Όταν λοιπόν ο Τσίπρας έμμεσα, πλην διαυγώς, δεν κράτησε αυστηρά ουδέτερη στάση και υποστήριξε έτσι με έμμεσο τρόπο τον Κασσελάκη, αυτοί που έφυγαν τί να έκαναν; Τους ανάγκασε να φύγουν.

Θα μου πείτε, και αυτοί που έμειναν γιατί έμειναν; Θα γράψω τί πιστεύω. Ο Τσίπρας είχε θεοποιηθεί, προφανώς γιατί είχε οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και πολλοί είχαν γλυκαθεί από τα σοκολατάκια της (η ισχυρή δόση σακχάρου είναι ικανή να αφυπνίσει ή ακόμη και να εξάψει την ερωτική διάθεση του νέου, πράγμα που όταν συνέβαινε δεν διέφευγε από το έμπειρο μάτι της μητέρας του κοριτσιού. Εάν δεν υπήρχε αφύπνισις ή έξαψις, η μητέρα του κοριτσιού κατέφευγε και σε δεύτερο τρατάρισμα. Εάν και στο δεύτερο τρατάρισμα τα σημάδια δεν γινόντουσαν ορατά, ο νέος έφευγε και δεν ξαναπέρναγε το κατώφλι της πόρτας, πέρα που του έβγαινε και το όνομα). Οπότε, ό,τι έκανε και κάνει, είναι θέσφατο. Ακολουθούν τη γραμμή του και ψηφίζουν Κασσελάκη και παραμένουν στον ΣΥΡΙΖΑ. (Τους καταλαβαίνουμε). Όπως θα έχουν καταλάβει αρκετοί (αξιότιμοι κύριοι και κυρίες), θαυμαστές του Σταύρου Τσιώλη, όποτε βρίσκω ευκαιρία χρησιμοποιώ τον τρόπο που εκφράζεται, και τις εκφράσεις του που χρησιμοποιώ τις βάζω σε παρενθέσεις.

Τώρα, όλοι αυτοί που φωνάζουν, από άγνοια ή υποκριτικά, ότι όσοι έφυγαν δεν σεβάστηκαν τις δημοκρατικές διαδικασίες της εκλογής του Κασσελάκη, γιατί το κάνουν; Αναφέρω μερικές εκδοχές: α) δεν κατάλαβαν ότι οι εσωκομματικές εκλογές δεν έγιναν, όπως πολλοί πιστεύουν και πολύ περισσότεροι υποπτεύονται, με ίσους όρους, β) είναι υποκριτές και έχουν κάποια θεσούλα στο κόμμα, έμμισθη (Μυρίζονται τα λεφτά απ’ τα εκατό μέτρα σαν τα κυνηγόσκυλα να τ’ αρπάξουν και να τα ρίξουν στην πανταλόνα), ή άμισθη, αλλά με κάποια αύρα εξουσίας, γ) λόγω κεκτημένης ταχύτητας δεν μπορούν (τα άγρια κατακτητικά ένστικτα των αντρών, ο ακατανίκητος εγωισμός τους) να μην στηρίζουν μέχρι τέλους τις επιλογές τους, δ) ταυτίζονται με τον Κασσελάκη, είτε γιατί τους εκφράζει είτε ως σημείο των καιρών, επειδή έδωσε στη συντηρητική κοινωνία μας μια κλωτσιά προς τα εμπρός (δεν παίρνω θέση, είναι θέμα πολύ επίκαιρο και συζητιέται παντού), ε) πιστεύουν, και νομίζω είναι οι περισσότεροι, ότι τα πράγματα πρέπει και μπορούν ν’ αλλάζουν εκ των έσω, όπως υποθέτω πρεσβεύει ο κ.Τεμπονέρας και ο κ.Δραγασάκης, μια θέση που ίσως ιστορικά τους δικαιώνει. Μέχρι τότε βέβαια, πολλοί πρέπει συχνά να σκύβουν το κεφάλι. Η οσφυοκαμψία κατοικοεδρεύει στα κομματικά σαλόνια, με διάφορα ονόματα, όπως κομματική πειθαρχία και άλλα (Αν συνεχίσουν έτσι θα πιούν απ’ το δικό τους δηλητήριο).

Πάμε τώρα σ’ αυτούς που έφυγαν. Αν συμβαίνει αυτό που πιστεύω πως έγινε, ότι δηλαδή τους ανάγκασε με τον τρόπο του ο Τσίπρας να φύγουν και όχι γιατί ο Κασσελάκης έχει ένα ακαθόριστο αριστερό στίγμα με δεξιές, κεντρώες και παντός είδους όλου του ιδεολογικού φάσματος αποκλίσεις, δεν καταλαβαίνω γιατί επικαλούνται ακόμη τον Τσίπρα. Κακώς, μετά μάλιστα από το πώς τους την έφερε. Οφείλουν να είναι αξιοπρεπείς και να μην το κάνουν.

Να τον αφήσουν ήσυχο να απολαμβάνει την αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ. Βλέποντας τέλος πως οι αρχηγοί των μεγάλων πολιτικών κομμάτων είναι κυρίως παιδιά του κομματικού σωλήνα και ανήλθαν στην κορυφή χωρίς να βαπτιστούν στην κολυμβήθρα της πιάτσας, θλίβεται κανείς όταν θυμάται τί προσωπικότητες είχε η Ελλάδα στο παρελθόν ως πρωθυπουργούς και τί έχει τα τελευταία χρόνια.

Θέλοντας να ξορκίσω λίγο τη μαυρίλα που πολλοί νιώθουμε να μας πλακώνει, κλείνω με ένα επεισόδιο με φυσιολατρικές πινελιές, που συνέβη πριν από 40 περίπου χρόνια και έχει κάποιο ενδιαφέρον ως ιστορικό συμβάν. Δεν το κάνω για να λιβανίσω τον συμπολίτη μου κ.Βενιζέλο, όσο για να παραθέσω το εντός παρενθέσεων ωραίο απόσπασμα από θεατρικό έργο του Τσιώλη, ταιριαστό στο γεγονός το οποίο υπονοώ και αρκετοί θα θυμούνται. Καθόμασταν καταγής, πάνω σε μια κουβέρτα που είχα φέρει απ’ το σπίτι, κάτω από ένα μεγάλο πλατάνι, μια παρέα φίλων με ανάμεσά τους τον συνταγματολόγο αείμνηστο καθηγητή Δημήτρη Τσάτσο, τον τότε βοηθό του και μετέπειτα καθηγητή της Νομικής Γιώργο Αναστασιάδη, τον πρώην φοιτητή του και πολύ αργότερα βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργο Παπαφιλίππου, τον αδελφό του τελευταίου, κορυφαίο φιλόλογο και ψάλτη, Φίλιππα και άλλους. Γιόρταζε η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων του Μεγάλου Καζαβητίου Θάσου, είχαμε πάρει το μερίδιό μας απ’ το κουλμπάνι και τρώγαμε και πίναμε.

Τότε, θυμάμαι, ο Δημήτριος Τσάτσος είχε πει «Θα είναι κρίμα αν αυτό το παιδί δεν γίνει κάποτε πρωθυπουργός της Ελλάδας». Είχε διακρίνει τις ικανότητες του Βενιζέλου, όμως η ευχή του δεν πραγματοποιήθηκε και το γλυκό δεν έδεσε (Ποιός ξέρει πόσες ιστορίες έρωτα και πάθους, αλλά και αγιάτρευτου πόνου ερωτευμένων ζευγαριών που δεν ενώθηκαν εξ αιτίας της αχόρταγης βιασύνης των μητέρων των κοριτσιών, κρύβει αυτή η φοντανιέρα;). Εδώ, ταιριάζουν γάντι το «Σπεύδε βραδέως» και το «Όποιος βιάζεται σκοντάφτει». Έχω ωραίες φωτογραφίες από τότε, σε φιλμ, όμως δεν μπόρεσα να τις βρω μέσα στο χάος των αρχείων μου και να κάνω το κείμενο αυτό κάπως πιο ελκυστικό. Όταν τις βρω θα επανέλθω.

*Ο Αργύρης Μπακιρτζής είναι αρχιτέκτονας κ.ά.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα