Μαδρίτη – Θεσσαλονίκη: Νοσταλγικές αναμνήσεις, οδυνηρές συγκρίσεις
Ζούμε σε μια πόλη που βουλιάζει αν χυθεί ένας κουβάς νερό και δεν αναλαμβάνει κανείς τις ευθύνες του
Το Μάρτιο του 2000, στο τρίτο έτος του Οικονομικού του ΑΠΘ, πήγα Erasmus. Στη Μαδρίτη. Τότε ήμουν νέος, αδύνατος και με μακριά μαλλιά. Σήμερα κουβαλάω 45 χρόνια, 92 κιλά και ένα κάτασπρο κεφάλι.
Το αεροπλάνο έφυγε από Θεσσαλονίκη, πήγε στην Αθήνα (αεροδρόμιο Ελληνικού) και μετεπιβιβάστηκα στην πτήση για Μαδρίτη.
Τρεις ώρες μετά προσγειωθήκαμε στο Barajas. Πήρα το μετρό, πληρώνοντας κάτι αντίστοιχο με ένα σημερινό ευρώ, και κατέβηκα στην Gran Via. Βρέθηκα με το Σ. (συμφοιτητής και φίλος) και πήγαμε στο χόστελ.
Η Gran Via είναι ένας κεντρικότατος δρόμος, που μοιάζει κάπως με την Εγνατία. Τρεις και τρεις λωρίδες η μία εκ των οποίων αποκλειστικά για συνεπέστατα λεωφορεία, που όλα είχαν πρόσβαση για ΑΜΕΑ.
Κοιμήθηκα για κάποιες ώρες και βγήκαμε με τον Σ. για ποτό, στην Malasaña, κάτι σαν τη Βαλαωρίτου για να υπάρξει μέτρο σύγκρισης.
Αιφνιδιασμός Μια από τις πρώτες εικόνες ήταν δύο αγόρια ερωτευμένα να φιλιούνται με πάθος. Η Ισπανία είναι καθολική χώρα και στο μυαλό μας αυτό δείχνει συντηρητισμό. Τα έχασα για λίγο. Συνεχίσαμε σε διάφορα μπαρ και τις μικρές ώρες πήραμε το δρόμο της επιστροφής στο χόστελ.
Οργανωμένη καθαριότητα
Ήταν 4 το πρωί; Μάλλον. Προς μεγάλη μας έκπληξη είδαμε δύο υπαλλήλους του δήμου να καθαρίζουν το δρόμο. Ο ένας κουβαλούσε μια μεγάλη σκούπα και δεύτερος ένα λάστιχο το οποίο το συνέδεε σε υπόγειες βάνες που υπήρχαν ανά τριάντα περίπου μέτρα.
Ο πρώτος λοιπόν έτριβε το πεζοδρόμιο και έσπρωχνε τα σκουπίδια (κουτάκια, πακέτα, χαρτιά..) προς τις σχάρες απορροής. Ο δεύτερος έπλενε με νερό και βοηθούσε τον πρώτο που σκούπιζε. Με τα πολλά αυτό γινόταν κάθε βράδυ και προς έκπληξη μας τα φρεάτια δεν βούλωναν.
Μετά από δύο εβδομάδες νοικιάσαμε σπίτι. Ο Π., η Μ., η Noemi, ένα ζευγάρι από την Μάλαγα κι εγώ. Το να βρεις σπίτι στη Μαδρίτη, τότε, κεντρικό και κοντά στο Πανεπιστήμιο ήταν ένας γρίφος για δυνατούς λύτες.
Πρόγραμμα αποκομιδής σκουπιδιών
Τη δεύτερη μέρα λέει ο Π. ότι πάει μια βόλτα για να κατεβάσει τα σκουπίδια. Μετά από μισή ώρα γύρισε με τη σακούλα στο χέρι. “Ρε παιδιά δεν έχει πουθενά κάδους. Τι να τα κάνω;” Θα δούμε το πρωί.
Την άλλη μέρα μάθαμε ότι έχει κάδο στην είσοδο της οικοδομής στο παλιό θυρωρείο. Ρίχνουμε εκεί τα σκουπίδια και κάποιες μέρες τη βδομάδα βγάζουμε τον κάδο έξω για 10 λεπτά, περνάει ο δήμος και τα παίρνει. Άλλο σοκ αυτό.
Στη Μαδρίτη λοιπόν γνωρίσαμε το Botellón, δηλαδή τη συνάντηση σε πλατείες, όπου νέα παιδιά έπιναν, μιλούσαν, διασκέδαζαν. Κάτι σαν αυτό που γινόταν επί καραντίνας.
Ένα βράδυ το παραξηλώσαμε. Φύγαμε τελευταίοι. Ξημέρωσε. Πάμε να πιούμε καφέ σε ένα καφέ της περιοχής. Και τότε άλλο θαύμα. Εμφανίζονται συνεργεία και πλένουν όλη την πλατεία. Σε 20 λεπτά ήταν σαν να είχε μόλις παραδοθεί ολοκαίνουργια.
Τα καλά τελειώνουν όμως. Γυρίσαμε, πήραμε πτυχίο κτλ. Και γιατί τα γράφω αυτά; Γιατί με πιάνει το παράπονο. Με πιάνει γιατί πέρασαν τα χρόνια της νεότητας μου, αλλά κυρίως οργίζομαι γιατί η Θεσσαλονίκη του 2022 δεν έχει καμία σχέση με τη Μαδρίτη του 2000.
Εδώ ζούμε σε μια πόλη που ο αντιδήμαρχος πρασίνου είναι ομοφοβικός και ρατσιστής, σύμφωνα με τις τοποθετήσεις του.
Ζούμε σε μια πόλη που μας πνίγουν τα σκουπίδια και ο αντιδήμαρχος καθαριότητας πληρώνει διαφημίσεις στα social media για να μας πείσει ότι η πόλη είναι καθαρή.
Ζούμε σε μια πόλη που τα λεωφορεία πλημμυρίζουν και έρχονται όποτε τύχει και την ίδια στιγμή μας τάζουν λαγούς με πετραχήλια, κυρίως το Σεπτέμβριο και πριν τις εκλογές.
Ζούμε σε μια πόλη που βουλιάζει αν χυθεί ένας κουβάς νερό και ευθύνη δεν έχει κανείς. Κύριοι αν δεν μπορείτε να κάνετε τη Θεσσαλονίκη μια πόλη του 2022 κάντε την τουλάχιστον όπως ήταν η Μαδρίτη 22 χρόνια πριν. Ή κάντε άλλη δουλειά…
* Στη κεντρική φωτογραφία η placa Mayor της Μαδρίτης. Πηγή: unsplash, Lucas Ricci