Μαζική αστικοποίηση και χαμένες ευκαιρίες
Τι αντίκτυπο έχει όμως αυτή η κατάσταση στην αισθητική, την αρχιτεκτονική, την συλλογική ψυχολογία και πώς μπορούμε να τη συσχετίσουμε με την Ελλάδα.
Λέξεις: Χρήστος Λαζάρου
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας διαθέτει πλέον πάνω από εκατό διαφορετικές πόλεις (μητροπολιτικές περιοχές) με περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Να σημειωθεί ότι το ένα τρίτο περίπου από αυτές τις πόλεις διαθέτει πολύ παραπάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους.
Σαφώς όλα αυτά δεν είναι και τόσο άγνωστα στο ευρύ κοινό. Είναι γνωστό ότι η Κίνα είναι η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου. Το γεγονός αυτό έγινε ακόμα πιο αισθητό στην Ελλάδα μέσα στο 2020 όταν μάθαμε ότι ο περίφημος κορονοϊός Covid 19 προήλθε από μια υπαίθρια αγορά μιας άγνωστης κινεζικής πόλης που λεγόταν Wuhan και είχε σχεδόν μεγαλύτερο πληθυσμό από όλη την Ελλάδα(!).
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ και τα Ηνωμένα Έθνη, η αύξηση της αστικοποίησης και η μετακίνηση πληθυσμών από την επαρχία στις πόλεις συνδέεται άμεσα με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την ανάπτυξη καινούργιων τεχνολογιών. Στο παράδειγμα της Κίνας η θεωρία αυτή γίνεται πράξη και επαληθεύεται όλο και περισσότερο. Είναι λοιπόν φρόνιμο να πούμε ότι η αστικοποίηση είναι γενικά ωφέλιμη, πόσο μάλλον για μια αχανή χώρα που για πολλές δεκαετίες οι κάτοικοι της λιμοκτονούσαν.
Τι αντίκτυπο έχει όμως αυτή η κατάσταση στην αισθητική, την αρχιτεκτονική, την συλλογική ψυχολογία και πώς μπορούμε να τη συσχετίσουμε με την Ελλάδα για να κάνουμε μια πρόβλεψη για το μέλλον. Μετά το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου και του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, η δημοκρατία αποκαταστάθηκε στην χώρα μας και εδραιώθηκε το καπιταλιστικό σύστημα. Οι συνθήκες αυτές γέννησαν οικονομική ανάπτυξη και αργότερα την ιδέα της αντιπαροχής, σύμφωνα με την οποία άνοιγε ο δρόμος για την μαζική ανοικοδόμηση της Ελλάδας, τη μεταφορά πληθυσμών από τα χωριά στις πόλεις και τη βελτίωση του επιπέδου ζωής.
Η αντιπαροχή ήταν μια πραγματικά καλή ιδέα που θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί περίφημα αν υπήρχαν αρχιτεκτονικά κριτήρια. Πιο συγκεκριμένα, αν το κράτος είχε θέσει σαφείς και ισχυρούς κανόνες αισθητικής είναι πολύ πιθανό σήμερα να ζούσαμε μέσα σε υπέροχα αστικά κέντρα γεμάτα από κτήρια νεοκλασσικά, νεοβυζαντινά, εκλεκτικιστικά και μοντέρνα. Αντί για αυτό, σήμερα καταλήξαμε στην υπάρχουσα κατάσταση όπου οι ελληνικές πόλεις, με κυριότερα παραδείγματα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, αποτελούν ένα τσιμεντένιο χάος ανώνυμης αρχιτεκτονικής που δηλητηριάζει την ψυχολογία αλλά και την οικονομία της χώρας ενώ παράλληλα απαλλοτριώνει την πολιτιστική της ταυτότητα.
Κάτι παρόμοιο βλέπουμε να γίνεται σήμερα στην Κίνα. Η χώρα αυτή βρίσκεται αυτή τη στιγμή μέσα σε μια έκρηξη κατασκευαστικής δραστηριότητας όπου όλο και περισσότερο παρατηρούνται πρακτικές πολεοδομίας και αισθητικής που έχουν αποδειχθεί φθηνές και κερδοφόρες αλλά καταστρεπτικές μακροπρόθεσμα. Υπάρχουν εκατοντάδες πολιτείες που χτίστηκαν σύμφωνα με το ρημοτομικό σχέδιο του Μοντερνισμού, αυτό που στην Ελλάδα ονομάζουμε “πολυκατοικίες ανατολικού μπλοκ”. Γιγάντιοι τετράγωνοι πύργοι χωρίς design, περιτριγυρισμένοι από δυσλειτουργικά πάρκα και πάρκινγκ που σύντομα θα γίνουν εστίες εγκληματικότητας. Τεράστιοι αυτοκινητόδρομοι με πεζοδρόμια περιφραγμένα με κάγκελα ακόμα και σε κεντρικές περιοχές διαβάλουν την κινητικότητα και την επικοινωνία των πεζών μέσα στον αστικό ιστό.
Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς: Πώς θα έμοιαζαν σήμερα οι κινεζικές πόλεις αν το κράτος νοιαζόταν για την αρχιτεκτονική και την ταυτότητα της χώρας. Το αποτέλεσμα θα ήταν σίγουρα εκπληκτικό όπως ακριβώς θα γινόταν και στην Ελλάδα. Τελικά είναι σκόπιμο η κυβέρνηση να παρεμβαίνει ως ένα βαθμό στην αισθητική του ιδιωτικού τομέα; Μήπως αυτό οδηγεί σε μια δικτατορία της haute αρχιτεκτονικής; Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κληρονομιά του Μοντέρνου κινήματος έχει αφήσει σε όλο τον πλανήτη ένα τεράστιο απόθεμα ανώνυμης αρχιτεκτονικής που “μολύνει” τη συλλογική ψυχολογία.