Με την ελπίδα πως θα ήταν αλλιώς
Η πόλη απλωνόταν στο βάθος. Το καλοκαιρινό βράδυ ζεστό και στο Θέατρο Δάσους η παράσταση των Ιππέων μόλις είχε ολοκληρωθεί. Για άλλη μια φορά σκεφτόμουν αν η πόλη έχει το θέατρο που της αξίζει. Σίγουρα όχι. Αναλογιζόμουν το χειμώνα που πέρασε. Βασικές αλλαγές στα πεπραγμένα του Κρατικού μας Θεάτρου: Συμπαραγωγές με ιδιώτη. Πενία τέχνας… Πολλή […]
Η πόλη απλωνόταν στο βάθος. Το καλοκαιρινό βράδυ ζεστό και στο Θέατρο Δάσους η παράσταση των Ιππέων μόλις είχε ολοκληρωθεί. Για άλλη μια φορά σκεφτόμουν αν η πόλη έχει το θέατρο που της αξίζει. Σίγουρα όχι. Αναλογιζόμουν το χειμώνα που πέρασε. Βασικές αλλαγές στα πεπραγμένα του Κρατικού μας Θεάτρου: Συμπαραγωγές με ιδιώτη. Πενία τέχνας…
Πολλή μουσική, πολύ τραγούδι, πολλή Ελλάδα προέκυψε στις σκηνές του ΚΘΒΕ. Σίγουρα η Θεσσαλονίκη δεν είναι ένας γοητευτικός πόλος έλξης για τον ανήσυχο θεατρόφιλο. Ενώ θα μπορούσε. Κι αν σκεφτεί κανείς ότι μόλις πεντακόσια χιλιόμετρα νοτιότερα πνέει φρέσκος και διεθνής αέρας στα πολιτιστικά, σε πιάνει θλίψη. Όμως ας πάρουμε με τη σειρά τα όσα έγιναν στο Κρατικό μας Θέατρο.
Λίγα για τους «Ιππής»
Προσωπικά η παράσταση του Σταμάτη Φασουλή με προβλημάτισε. Τη βρήκα αμήχανη και κακόγουστη. Να το πάλι το ζήτημα της αριστοφανικής κωμωδίας στον τόπο μας. H τραγωδία εδώ και κάποια χρόνια αποτελεί αντικείμενο ενός γόνιμου και σύγχρονου προβληματισμού ενώ αντίθετα το ανέβασμα της αριστοφάνειας κωμωδίας πάσχει. Είδος εξαιρετικά δύσκολο από τη φύση της, η κωμωδία απαιτεί εκτός από θεατρική παιδεία, τόλμη και σκηνοθετική άποψη. Στην Ελλάδα η σκηνοθεσία στα έργα του Αριστοφάνη έχει πολλά χρόνια να γυρίσει σελίδα. Βρίσκεται χαμένη κάπου ανάμεσα στα τηλεοπτικά ονόματα, στις αρπαχτές, στην έλλειψη φαντασίας -τόσο σκηνοθετική όσο και ενδυματολογική- και στην επιπόλαια αναφορά στην πολιτική επικαιρότητα. Παραστάσεις γερασμένες εν τη γενέσει τους. Εν ολίγοις η σκηνική παρουσίαση της αριστοφάνειας κωμωδίας σπάνια συγκινεί πλέον παρ’ όλο που κατέχει ένα από τα ισχυρότερα όπλα, το γέλιο. Κάτι που τόσο μαγικά είχε καταφέρει ο Κουν παντρεύοντας την Ελλάδα του τότε με την κλασική κωμωδία σε ένα θέατρο λαϊκό και όχι λαϊκίστικο. Και να πει κανείς ότι σήμερα δεν υπάρχουν θέματα; Βοά ο τόπος από προβλήματα και αλλαγές που μας ξεπερνούν. Φανερή είναι η ανάγκη για νέο, φρέσκο και δυναμικό θέατρο. Μήπως χρειαζόμαστε ένα διάστημα αριστοφανικής «αγρανάπαυσης»;
Εύπεπτο και εμπορικό
Κι ο χειμώνας που πέρασε στο ΚΘΒΕ; Ο Σωτήρης Χατζάκης ανέλαβε ένα θέατρο που το ταλανίζουν οικονομικά προβλήματα όπως άλλωστε όλη τη χώρα. Επίσης το ΚΘΒΕ, ήδη επί Νικήτα Τσακίρογλου, διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερα συντηρητικό προφίλ. Κι αυτό συνεχίζεται. Ένα είναι σίγουρο, το Κρατικό παρακολουθεί τις αναζητήσεις στο σύγχρονο θέατρο από μακριά.
Βασικός άξονας του ρεπερτορίου ήταν έργα με αναφορά στην Ελλάδα αμέσως μετά τον πόλεμο: «Μαντάμ Σουσού» του Ψαθά, «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» του Σακελλάριου, «Ένα παιδί μετράει τ΄άστρα» του Λουντέμη στη Νεανική Σκηνή. Από δίπλα η ρεμπετο-οδύσσεια «Αμάν-Αμήν» του Ξαρχάκου και οι « Άγαμοι-Θύται …στο Δημόσιο» συμπληρώνουν την εικόνα ενός θεάτρου με σαφή στροφή στο εύπεπτο, την εμπορικότητα. Το «Τρομπόνι» του Μάριου Ποντίκα επελέγη για τη χειμερινή περιοδεία, ενώ δίπλα στους «Ιππής», «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Καμπανέλλη (δυστυχώς δεν πρόλαβα ακόμη να το δω) και η επιθεώρηση «Έλα απόψε στου …Μελά» αποτελούν την καλοκαιρινή πρόταση. Ρεπερτόριο που θυμίζει ασπρόμαυρη ελληνική ταινία την Κυριακή στην κρατική τηλεόραση. Αγαπημένη αλλά …παλιά.
Συνοψίζοντας τα υπόλοιπα πεπραγμένα
Την τιμητική τους είχαν οι μικρότεροι σε ηλικία θεατές – σίγουρο κοινό- με δύο παραστάσεις. Εδώ τα πράγματα κινήθηκαν στην πεπατημένη ως προς το ρεπερτόριο: «Ντενεκεδούπολη» και «Πήτερ Παν». Η Νεανική Σκηνή με το έργο του Λουντέμη στράφηκε στην νεοελληνική λογοτεχνία ύστερα από την τραγωδία. Το άνοιγμα προς τους νέους ηθοποιούς είναι ένα από τα συν του χειμώνα που μας πέρασε. «Τα δικά μας παιδιά» με την Ελληνική Νομαρχία παραμένει ένα χρήσιμο επαγγελματικό βάπτισμα του πυρός για τους αποφοίτους της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ. Δημιούργημα της νέας γενιάς του θιάσου οι «ΜΠΑΝΤΑ-ρισμένοι», παίχτηκαν σε χώρο εκτός ΚΘΒΕ και κινήθηκαν στην γραμμή του πολιτικού καμπαρέ.
Το Κοινωνικό Θεατροπωλείο, σημαντική πρωτοβουλία του Θεάτρου, όχι μόνο απέναντι στα όσα συμβαίνουν αλλά επειδή έδωσε την ευκαιρία σε ηθοποιούς του ΚΘΒΕ να δοκιμαστούν σκηνοθετώντας τη δική τους παράσταση. Εδώ εντάχθηκε και το Χοροθέατρο, ένας θεσμός που δυστυχώς έχει ατονήσει ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Είναι κρίμα να υπάρχει μια ομάδα σαν τους SINEQUANON κοντά μας και να μην τους βλέπουμε συχνότερα. Από τις εκπλήξεις της χρονιάς το ατμοσφαιρικό «Ντιμπούκ» του Μπρους Μάγιερς, παλαιότερη σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη, στο Υπερώο.
Είτε για λόγους οικονομικούς είτε πρόκειται για συνειδητή πολιτική, το Κρατικό Θέατρο έμεινε εν πολλοίς σε ένα καλλιτεχνικά οικείο περιβάλλον. Η επιλογή των σκηνοθετών έγινε εκ των ενόντων. Με αποτέλεσμα οι παραστάσεις να κινούνται σε μια γνώριμη αισθητική που χαρακτηρίζει συνήθως το Κρατικό Θέατρο. Αισθητική που διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό και από τους ηθοποιούς, οι περισσότεροι από τους οποίους παίζουν με αναγνωρίσιμη μανιέρα ύστερα από την πολύχρονη συνεργασία τους με το Κρατικό. Ελπίζω η νεότερη γενιά ηθοποιών που στελεχώνει το θέατρο να ακολουθήσει μια καλλιτεχνικά πιο ανήσυχη πορεία.
Σημείο των καιρών και η συμπαραγωγή με τον ιδιωτικό φορέα ΑΚΡΟΠΟΛ. Σαφής, όμως, η εμπορική κατεύθυνση του Κ.Θ.Β.Ε., ιδιαίτερα αν κρίνουμε από τις συμπαραγωγές που επιλέχθηκαν. Γίγαντας με πήλινα πόδια το μεγαλύτερο θέατρο της χώρας; Να θυμίσουμε ότι πρόκειται για ένα κρατικό θέατρο; Να τολμήσουμε συγκρίσεις με το αντίστοιχο Εθνικό Θέατρο της Αθήνας;
Αμήχανο λοιπόν φέτος το Κ.Θ.Β.Ε. πορεύεται σε ένα επικίνδυνο μονοπάτι που θέλει ιδιαίτερη προσοχή καθώς άνοιξε τις πόρτες στους ιδιώτες. Ας μην ξεχνάμε ότι το Κρατικό Θέατρο παίζει κυρίαρχο ρόλο στα πολιτιστικά της πόλης. Σε καιρούς δίσεκτους οφείλει να σέβεται το ρόλο του, να αποβάλλει τον επαρχιωτισμό και τον λαϊκισμό που το διακρίνει. Περισσότερη εμπιστοσύνη στο κοινό της πόλης δεν θα βλάψει κανέναν. Ο κόσμος διψά για καλό, σύγχρονο θέατρο. Καιρός είναι να το προσφέρει το Κρατικό Θέατρο.