Μέτρησα τη ζωή μου

«Μέτρησα τη ζωή μου με ένα κουταλάκι του καφέ». Αυτή η φράση του Τόμας Έλιοτ χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μου από την πρώτη κιόλας ανάγνωση. Μου έκανε εντύπωση η μεζούρα που επέλεξε για να μετρήσει τη ζωή, με τη βαρετή επανάληψη ενός τελετουργικού της μονότονης εγγλέζικης καθημερινότητας. Ακόμα όμως και για έναν ερασιτέχνη αναγνώστη σαν […]

Parallaxi
μέτρησα-τη-ζωή-μου-10737
Parallaxi
1.jpg

«Μέτρησα τη ζωή μου με ένα κουταλάκι του καφέ». Αυτή η φράση του Τόμας Έλιοτ χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μου από την πρώτη κιόλας ανάγνωση. Μου έκανε εντύπωση η μεζούρα που επέλεξε για να μετρήσει τη ζωή, με τη βαρετή επανάληψη ενός τελετουργικού της μονότονης εγγλέζικης καθημερινότητας.

Ακόμα όμως και για έναν ερασιτέχνη αναγνώστη σαν εμένα, αυτό που προφανώς υπονοεί είναι το πόσο λίγο έζησε, πόσο γρήγορα κύλησε ο χρόνος, πόσα όνειρα έμειναν ανεκπλήρωτα. Αλλιώς πως θα μπορούσε να χωρέσει σε ένα μικρό κουταλάκι του καφέ; Τώρα, που μπορώ να κοιτάξω λίγο πιο καθαρά πίσω στο χρόνο, αναρωτήθηκα ποιό θα μπορούσε να είναι το μέτρο που θα με βοηθούσε να μετρήσω τη δική μου ζωή.

Θυμάμαι πως μικρό παιδί μετρούσα τη ζωή μου με τα χάδια της μάνας και τους αποχαιρετισμούς του πατέρα. Ύστερα με μια μπάλα μικρή πλαστική στις αλάνες και μετά με μιά πιό μεγαλη πορτοκαλί. Με τα καλάθια που έβαλα (τόσο λίγα που τα θυμάμαι σχεδόν ένα ένα). Με βουβές εφηβικές ονειρώξεις, με πεταμένα φιλιά στα παγκάκια του πάρκου. Με βαγόνια του τραμ και καραβάκια στο Θερμαϊκό που μας πήγαιναν για μπάνιο στην Περαία.

«Μέσα σε μια φούχτα σκόνη θα σου δείξω το φόβο» λέει επίσης ο Έλιοτ. Μέτρησα τη ζωή μου με το φόβο που με παρέλυσε όταν άνοιξα μεσημέρι την πόρτα, Απρίλιο του ’67 και τους είδα στην πόρτα να ζητούν τον πατέρα μου. Σηκώθηκε σαστισμένος, άσπρος σαν το πανί και τους ακολούθησε.

Μέτρησα όμως πιο πολύ τη ζωή μου με βιβλία, ταινίες και θέατρα γεμάτα με τις ζωές των άλλων. Με χαμηλά ποτήρια σε μπαρ της πόλης και λοξά επίμονα βλέμματα. Με μισοτελειωμένες φράσεις, με χαμένα λόγια, κι άλλα λόγια. Μέτρησα τη ζωή μου με λέξεις που άκουσα, που διάβασα, που έψαξα, που είπα, που δεν μπόρεσα να πώ. Με ανεκπλήρωτους έρωτες, με ατελείς συνευρέσεις, με εφήμερες κατακτήσεις.

Με πακέτα από τσιγάρα σε ντουμανιασμένα γραφεία πολιτικών οργανώσεων. Με ατέρμονες συζητήσεις και στείρες αντιπαραθέσεις. Με σταυρούς, με ψήφους, με μισά χαμόγελα και στημένες πόζες. Με απώλειες, με προσωρινούς θριάμβους, με σκόνη από ερείπια. Με τους φοιτητές μου στα αμφιθέατρα, διορθωμένα γραπτά και παρουσιάσεις εργασιών σε πληκτικά συνέδρια.

Με την αγάπη της γυναίκας στο σπίτι και τα γέλια των παιδιών. Με τους φίλους και τις ατέλειωτες ιστορίες γιά κορίτσια, πολιτική ή ποδόσφαιρο. Μέτρησα τη ζωή μου με τα γκολ αλλά πιο πολύ με τις χαμένες ευκαιρίες. Τα «αχ» της εξέδρας σε σουτ στα δοκάρια. Με τα μαξιλαράκια από φελιζόλ που πετούσαν οι φίλαθλοι μετά τον αγώνα.

Με πολιτικές συναντήσεις και ανεφάρμοστες αποφάσεις σε υπουργεία μεταφορών και παρομοιώσεων και την απόγνωση στο βλέμμα των ανθρώπων που έρχονταν στο γραφείο ζητώντας δουλειά.

Και θυμήθηκα έναν ακόμη στίχο του Έλιοτ: «Ένα πλήθος, τόσοι πολλοί, δεν το ‘χα σκεφτεί ότι ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς». Και μέσα στη μεγάλη πορεία τόσων ανθρώπων, πήρε κάπου το μάτι μου και μένα. Τρόμαξα τότε και σταμάτησα να μετράω.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα