Μια μέρα στην Κασσάνδρα

Σάββατο μεσημέρι στην Κασσάνδρα. Ο δρόμος μοιάζει βγαλμένος από τα παιδικά μου χρόνια. Δεν άλλαξε καθόλου. Μόνο τα χωριά γιγαντώθηκαν, ενώθηκαν μεταξύ τους, ασχήμυναν, κατάπιαν το τοπίο. Από την Καλλιθέα μέχρι το Παλιούρι, ένα ατέλειωτος χώρος αυτούσιας μεταφοράς κακών συνηθειών της πόλης στην εξοχή. Ο κόσμος είναι εξαιρετικά εκνευρισμένος. Οδηγούν όλοι σα μανιακοί, σταματούν στη […]

Γιώργος Τούλας
μια-μέρα-στην-κασσάνδρα-8801
Γιώργος Τούλας
28.jpg

Σάββατο μεσημέρι στην Κασσάνδρα. Ο δρόμος μοιάζει βγαλμένος από τα παιδικά μου χρόνια. Δεν άλλαξε καθόλου. Μόνο τα χωριά γιγαντώθηκαν, ενώθηκαν μεταξύ τους, ασχήμυναν, κατάπιαν το τοπίο. Από την Καλλιθέα μέχρι το Παλιούρι, ένα ατέλειωτος χώρος αυτούσιας μεταφοράς κακών συνηθειών της πόλης στην εξοχή. Ο κόσμος είναι εξαιρετικά εκνευρισμένος. Οδηγούν όλοι σα μανιακοί, σταματούν στη μέση του δρόμου, στρίβουν απροειδοποίητα δεξιά και αριστερά, φρενάρουν, χειρονομούν, βρίζονται. Ζούγκλα. Παντού παρκαρισμένα παράνομα, τα χωριά θυμίζουν το Κάιρο. Ανύπαρκτες υποδομές. Ανύπαρκτη οδηγική συμπεριφορά. Ανύπαρκτη ανοχή. Στο ραδιόφωνο λένε για τα δύο δισεκατομμύρια που έφαγε ο Άκης. Θες δεν θες σκέπτεσαι τους δρόμους που δεν έγιναν, την ορθή ανάπτυξη που δεν ήρθε ποτέ, τα χαμένα χρόνια της χώρας. Οργίζεσαι περισσότερο.

Στις πλάγιες του καμένου δάσους εκατοντάδες απούλητα σπίτια. Μεζονέτες που χτίστηκαν τα χρόνια της ”καλής’’ ζωής και που δεν βρήκαν ποτέ αγοραστές, γιατί έσκασε η κρίση. Εργολάβοι που φαλίρισαν, τσιμέντα που έπνιξαν τα πάντα, άνθρωποι που χρεώθηκαν να τα αγοράσουν και τώρα τα ξεπουλάνε όσο όσο. Πωλείται, παντού.

Στα φανάρια των χωριών ακούς μόνο βαλκανικές γλώσσες. Σλάβικες διαλέκτους. Κόσμος πάει και έρχεται, χαζεύει γούνες μέσα στο κατακαλόκαιρο, φοράνε εξωφρενικά ρούχα, logomania. Ροζ, λαχανί και όλα με λογότυπα. Διάσημα λογότυπα. Αληθινά ή μαϊμού. Οι πωλητές διαλαλούν τις γούνες μέσα στο λιοπύρι. Το θερμόμετρο δείχνει 35, μια Ρωσίδα δοκιμάζει μια γούνα, δεν την κολακεύει καθόλου, αλλά κάνεις δεν της το λέει.

Φθάνουμε σε ένα beach bar. Με το ζόρι βρίσκουμε ομπρέλα, βαράει αλύπητα, μουσικές που δεν τις λες παραλίας, μουσικές από τα μπιτσόμπαρα που μπλέκονται. Η άμμος έχει καταληφθεί όλοι από έπιπλα παραλίας. Κοιτάζω τον τιμοκατάλογο. Έχει μια κατηγορία καφέδων που τους ονομάζει XL. Οι τιμές μοιάζουν βγαλμένες από άλλη εποχή. Με επτά ευρώ, μια κουταλιά καφέ ανακατεμένη με νερό νιώθεις πως τίποτε δεν άλλαξε. Θες να γελάσεις αλλά δεν μπορείς. Θες να οργιστείς αλλά δεν μπορείς πια. Νόμιζες ότι τα έχεις δει όλα. Δεν τα είδες. Είναι XL μου λέει η σερβιτόρα σε σπαστά ελληνικά. Όπως όλα, της λέω.

Τα βενζινάδικα στο δρόμο πουλάνε την αμόλυβδη ένα και εβδομήντα εννιά, όταν στην πόλη έχει πέσει κάτω από ένα εξήντα πέντε. Αν θες, σου λένε. Αλλιώς πήγαινε πίσω στην πόλη σμπρώχνοντας.

Στο φαγητό πληρώνουμε είκοσι ευρώ το άτομο, με μετρημένη παραγγελία. Δεν αξίζει για τόσο. Τα μισά τραπέζια είναι άδεια. Προσφέρουν όμως πανακότα. Έθιμο της προηγούμενη εποχής. Χτες βράδυ σφράγισαν ένα μπουζουκομάγαζο που τραγουδούσε ο Κιάμος. Δεν έκοβε αποδείξεις λέει. Σύνολο πελατών μέσα 500. 

Το καλοκαίρι συνεχίζεται. Περνούμε το δρόμο του γυρισμού. Στις κολώνες χάσκουν μπάνερ από αρπαχτές τραγουδιστών που εμφανίζονται εκτάκτως το άλλο Σάββατο. Όλα έκτακτα, τίποτε τακτικό. Πέφτουμε πάνω σε καραμπόλα. Ατέλειωτες ουρές, νέος εκνευρισμός. Νέα ήττα. Η Κασσάνδρα*, μένει πίσω.  Στη μυθολογία μάντευε το μέλλον των άλλων. Ατύχησε να μη μαντέψει το δικό της μέλλον.

*Ο θεός Απόλλωνας έδωσε στην Κασσάνδρα το χάρισμα της μαντικής και ζήτησε τον έρωτά της ως αντάλλαγμα. Η Κασσάνδρα όμως αρνήθηκε. Τότε ο θεός την εκδικήθηκε δίνοντάς της την κατάρα του να μη δίνει κανένας πίστη στις προφητείες της…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα