Μια μέρα στο ΚΤΕΟ
της Βαγγελιώς Χρηστίδου Πέμπτη πρωί, με ελαφρά δροσιά στην ανατολική Θεσσαλονίκη, παρά τον ήλιο που κρυφοκοιτάζει πίσω από τα σύννεφα. Το αυτοκινητάκι μου, μετά τις πολλαπλές «επεμβάσεις» που δέχθηκε φέτος – νομίζω η μετακόμιση από το νησί, όπου είχε συνηθίσει, στην πόλη, μετά από επτά χρόνια, το «ταρακούνησε» λίγο (ή απλώς ένιωσε πλέον στον τόπο […]
της Βαγγελιώς Χρηστίδου
Πέμπτη πρωί, με ελαφρά δροσιά στην ανατολική Θεσσαλονίκη, παρά τον ήλιο που κρυφοκοιτάζει πίσω από τα σύννεφα. Το αυτοκινητάκι μου, μετά τις πολλαπλές «επεμβάσεις» που δέχθηκε φέτος – νομίζω η μετακόμιση από το νησί, όπου είχε συνηθίσει, στην πόλη, μετά από επτά χρόνια, το «ταρακούνησε» λίγο (ή απλώς ένιωσε πλέον στον τόπο του κι αποφάσισε να χαλαρώσει και να βγάλει όλο το άχτι του από τα πλακόστρωτα και τους χωματόδρομους στις μεγαλύτερες ταχύτητες) – ήταν στις μέρες του για τον καθιερωμένο διετή έλεγχο. Χαρτιά, λίγο καθάρισμα και προορισμός το Κ.Τ.Ε.Ο. της περιοχής. «Πάμε βόλτα» της λέω της «Πασχάλως» μου (αυτό είναι το όνομά της από την αρχή) και θα έλεγα πως χαίρεται λίγο. Και μόνο το άρωμα της θάλασσας, της θυμίζει την αλμύρα του νησιού.
Ένα μισάωρο είχε μόλις περάσει από την ώρα που τηλεφώνησα στην υπηρεσία για να ρωτήσω εάν υπάρχει χώρος και χρόνος και μέχρι να βάλω το δικό μου στην ουρά, άλλα 10 τουλάχιστον αυτοκίνητα είχαν εμφανιστεί. Τσιγάρο, ένα κομπολογάκι χειροποίητο στο χέρι – τώρα, πώς πάνε μαζί αυτά τα δύο, το σκεφτόμουν κι εγώ όσο περίμενα. Το Κ.Τ.Ε.Ο. προσέφερε και καφεδάκι και για όσους κάπνιζαν, εξωτερικό τασάκι. Στέκομαι λοιπόν εκεί, δίπλα σε έναν κύριο που επίσης αναμένει να περάσει από έλεγχο το αυτοκίνητό του. «Χαμός γίνεται αυτές τις μέρες», μου λέει και αναπόφευκτα μιλάμε για τα «τσουχτερά» πρόστιμα στην περίπτωση που κάποιος περάσει εκπρόθεσμα. Κουβέντα στην κουβέντα, από το τσιγάρο και το ποιο είναι καλύτερο και πιο οικονομικό – βιομηχανικό ή στριφτό – φτάνουμε να μιλάμε για την κρίση και για το τι κάνει κανείς όταν δεν έχει σταθερό εισόδημα, είτε αυτό είναι ένας μισθός, είτε ένα ενοίκιο, κλπ. και για το πώς εκμεταλλεύονται διάφοροι εργοδότες την οικονομική κρίση, ως «καραμέλα» για να ασκούν πίεση στους υπαλλήλους τους ή να βρίσκουν αφορμή για απολύσεις.
«Δεν υπάρχει κρίση, όλα είναι κατασκευάσματα, όλα είναι στο μυαλό μας», μου είπε. «Ότι και να κάνουμε, τα πράγματα είναι ήδη προαποφασισμένα». «Ναι, η αλήθεια είναι ότι πολλά είναι στο μυαλό μας, αλλά υπάρχουν κι άνθρωποι που έχουν χάσει όλη τους την περιουσία, αφού έκλεισαν οι δουλειές τους». «Κι εμένα έκλεισε η επιχείρησή μου», απαντά, «αλλά δεν με πήρε από κάτω». Και πιάνουμε να λέμε για τη δύναμη της δημιουργικότητας, της θετικής σκέψης, των συλλογικών αγώνων, σχολιάζοντας ότι, όποιος και να ανέβει στο «έδρανο» δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι.
«Εγώ, είμαι ΚΚΕ. Να στο λέω», μου εξηγεί. «Αλλά και πάλι, δεν είμαι ευχαριστημένος. Το ΚΚΕ είχε παλιότερα τη δυνατότητα να κυβερνήσει, αλλά δεν την εκμεταλλεύτηκε σωστά. Και τώρα, με κάποιες μόνο εξαιρέσεις, ακόμη κι αυτοί που είναι ήδη μέσα στη Βουλή, είναι απλώς υπάλληλοι. Παίρνουν το μισθό των 10.000 ευρώ και δεν ασκούν ουσιαστική αντιπολίτευση. Ας σηκωθούν όσοι είναι ΚΚΕ και διάφοροι ανεξάρτητοι κι ας φύγουν από τις θέσεις τους, για να πέσει η Κυβέρνηση. Αλλά, δεν το κάνουν».
Θυμωμένος, λοιπόν, με το Κόμμα του ο εν λόγω κύριος. Ακόμη και για τη συμπεριφορά των μελών του πρώτου στις πορείες που γίνονται ανά τη χώρα και ειδικά στο Σύνταγμα. Εμ, καιρό τώρα τα λέμε και τα ζούμε σε κάθε σχεδόν σημαντική πορεία, ακόμη και σε μικρές πόλεις όπως είναι η Μυτιλήνη. Σημαντικό, ότι ακόμη και οι του εσωτερικού του Κόμματος, τα αναγνωρίζουν: «Τι δουλειά έχουν να στέκονται μπροστά από τον κόσμο και να μην τον αφήνουν να δείξει το θυμό του; Τι δουλειά έχουν να κάνουν περιφρούρηση;», μου λέει.
Το τσιγάρο του τελειώνει, ο ίδιος το σβήνει στο τασάκι και πριν προλάβω να απαντήσω – και να του ζητήσω κι αναπτήρα για να ανάψω το δικό μου – ο κ. Ευσυνείδητος ΚΚΕ μπαίνει μέσα στα γραφεία του Κ.Τ.Ε.Ο. Το σέρβις του αυτοκινήτου του έχει ολοκληρωθεί κι εγώ μένω με ένα στριφτό τσιγάρο στο χέρι, μη έχοντας φωτιά και με την απάντηση να έχει μείνει σαν… επαίτης. Και σκέφτομαι περί πορειών και άλλων τινών και το πότε θα τελειώσει και το σέρβις της «Πασχάλως», αφού αναμονή έξω από το Κ.Τ.Ε.Ο. μέσα στη ζέστη, δεν έχει και πολλή πλάκα αν δεν έχεις και κάποιον να συζητήσεις περί πολιτικής.
Μπαίνω μέσα, λοιπόν και ακολουθώ την … πολιτική της εταιρείας. Όχι τσιγάρο, ησυχία, βλέπουμε λίγο ντοκιμαντέρ να περάσει η ώρα, ενημερωνόμαστε για τα ασφαλιστικά προγράμματα. Η ώρα πέρασε, το σέρβις τελείωσε, ως άνεργη είχα και καλύτερη χρέωση, έμαθα και πόσο θα μου κοστίσει το να αλλάξω ασφαλιστική.
Κι όμως, πιο πολύ κρατώ τη συζήτηση με τον κ. Ευσυνείδητο ΚΚΕ, την αξιοπρέπειά του και την αισιοδοξία του. Λες επειδή το αυτοκινητάκι μου βρέθηκε πάλι λίγο… αρρωστάκι κι εγώ σκεφτόμουν πώς θα το πληρώσω; Ή μήπως επειδή δεν τυχαίνει συχνά να συζητώ με αριστερούς μη φανατισμένους και ο κύριος του Κ.Τ.Ε.Ο. ήρθε ως εξαίρεση στον κανόνα; Έχω την εντύπωση πως, ό,τι επαναστατικό κι αν προκύψει – εάν κι εφόσον – κάποτε στην πολιτική σκηνή της χώρας, ο κ. Ευσυνείδητος ΚΚΕ θα είναι εκεί!…