Μια πόλη κουρσεμένη
Του Γιώργου Τούλα Μιλώντας σε τούτη τη χώρα με τους όρους της Κρίσης, την τελευταία τετραετία, ίσως θα έπρεπε να τραβήξουμε μια μεγάλη κόκκινη γραμμή, που θα χωρίσει πόλεις και περιοχές της που την κρίση δεν την γνώρισαν προσφάτως. Η πατρίδα μου, ας πούμε, η Θεσσαλονίκη, άρχισε να μαραζώνει με γοργούς ρυθμούς λίγο μετά την […]
Του Γιώργου Τούλα
Μιλώντας σε τούτη τη χώρα με τους όρους της Κρίσης, την τελευταία τετραετία, ίσως θα έπρεπε να τραβήξουμε μια μεγάλη κόκκινη γραμμή, που θα χωρίσει πόλεις και περιοχές της που την κρίση δεν την γνώρισαν προσφάτως. Η πατρίδα μου, ας πούμε, η Θεσσαλονίκη, άρχισε να μαραζώνει με γοργούς ρυθμούς λίγο μετά την έναρξη του πόλεμου στη Γιουγκοσλαβία. Χάθηκαν έξαφνα οι τουρίστες που ψώνιζαν τις Τετάρτες και τα Σάββατα στην Εγνατία, ερήμωσε το Λιμάνι της, σιγά-σιγά οι βιοτεχνίες, που αποτέλεσαν το μάνα για τις γειτονιές της πόλης, δεκαετίες ολόκληρες, μετακόμισαν στη Βουλγαρία, τα εργοστάσια της έβαλαν λουκέτο. Τα μοναδικά εγκαίνια που ζήσαμε είκοσι χρόνια τώρα ήταν μπαρ και εστιατορίων, που αντικατέστησαν τα μαγαζιά των νοικοκυραίων της, την αγορά της πόλης. Μια πόλη βρίσκεται σε κρίση όταν βιώνει έναν μόνιμο ανθρωποδιωγμό των καλύτερων μυαλών της, όταν αποχαιρετά διαρκώς, αντί να υποδέχεται.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη σε μακροχρόνια κρίση, που ζει πάνω από δύο δεκαετίες, βαυκαλιζόμενη τη συν-πρωτεύουσα, ενθυμούμενη στιγμές δόξας, πολυπολιτισμικότητας, μεγαλείων. Στην πραγματικότητα όμως απλά παρακολουθεί αμήχανη το μαρασμό της και την εγκατάλειψη. Εκλέγει πολιτικούς που στη συνέχεια την αγνοούν, δημάρχους που την καταληστεύουν, κληρικούς που κηρύττουν τη μισαλλοδοξία. Ασφυκτιά κάτω από έναν καθωσπρεπισμό πρωτοφανή, από μια ανάπτυξη στρεβλή και ανύπαρκτη, από έναν ουρανό, τον πιο μολυσμένο της Ευρώπης και από έργα που δεν κατάφεραν ποτέ να υλοποιηθούν. Έμειναν μακέτες που πάντα τυχαίνει και τις περιφέρει ο πολιτικός τουρισμός, περίπου σαν το νερό του Καματερού, κάθε Σεπτέμβρη στη ΔΕΘ. Δέστε τι σας έχουμε και φέτος! Της Θεσσαλονίκης πάντα της τάζουν. Και κείνη τσιμπάει και με κάθε ευκαιρία γιορτάζει. Τα 2300 χρόνια της, την πολιτιστική πρωτεύουσα του 1997, τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση και την ένταξη της στο Ελληνικό Κράτος. Και το τέλος της κάθε γιορτής, αντί να την αφήνει λαμπερή και αισιόδοξη, την αφήνει γεμάτη ξέφτια και θυμό, γιατί τελικά ευκαιρίες είναι όλα, αλλά χαμένες.
Της Θεσσαλονίκης στην πραγματικότητα δεν της φταίει η Αθήνα, δεν της φταίνε τα κλισέ, δεν της φταίνε οι ατυχίες. Της φταίει πως άφησε στην άκρη τις δυνάμεις της και τα θέλω της και αυτοπεριορίστηκε στο ρόλο του κομπάρσου. Καμιά φορά μου θυμίζει κάτι καλοζωισμένες μεγαλοκοπέλες, που ξέπεσαν και φορούν πάντα στις γιορτές το ίδιο παλιό καλό φουστάνι, αλλά δεν τις χορεύει πια κανείς. Η Θεσσαλονίκη σταμάτησε να διεκδικεί και να κερδίζει. Και αν κάτι μπορεί να τη σώσει είναι το να πάρει ξανά τις τύχες της στα χέρια της. Πριν από τέσσερα χρόνια, που γιορτάζαμε τα είκοσι χρόνια της Parallaxi, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε ένα πείραμα αυτοοργάνωσης. Φτιάξαμε λοιπόν το ‘’Θεσσαλονίκη Αλλιώς’’, ένα αστικό πείραμα σε εξέλιξη και επιδιώξαμε μια μεγάλη συνέργεια και συνεργασία. Σχεδιάζουμε και υλοποιούμε μικρά και μεγάλα projects που στόχο έχουν να βάλουν σε όλους μας ιδέες πως η ζωή στην πόλη που τόσο απαξιώσαμε, μπορεί να γίνει καλύτερη. Η διάθεσή μου να πάμε ένα βήμα παραπέρα από την κριτική που ασκούσαμε στα δημόσια πράγματα της πόλης και να προτείνουμε με πράξεις όσα σκεφτόμασταν, κυριαρχούσε. Η πρώτη μεγάλη και εξαιρετικά πετυχημένη του δράση μετασχηματίστηκε σε ένα αστικό πείραμα σε εξέλιξη, ίσως το μεγαλύτερο στην Ελλάδα, καθώς το έχουν παρακολουθήσει μέχρι σήμερα περισσότεροι από 150 χιλιάδες άνθρωποι και έχει οργανώσει 28 συνολικά μικρά ή μεγάλα projects στην πόλη και στο εξωτερικό. Δουλεύοντας κάθε φορά και μια πιο ακραία ως προς την υλοποίηση της ιδέα και υπερπηδώντας προβλήματα που πάντα μοιάζουν ανυπέρβλητα, λέμε πως εχθρός του μέτριου είναι μονάχα το ανέφικτο.
*Το κείμενο αυτό μου ζητήθηκε από την εφημερίδα ”Τα Νέα” για τις ανάγκες του ετήσιου αφιερώματος στη Θεσσαλονίκη δυο χρόνια πριν. Δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Κόπηκε τότε, μου φαίνεται όμως εξαιρετικά επίκαιρο και σήμερα, με μια μικρή προσθήκη της εξέλιξης του Αλλιώς…