Μια βραδιά στο Δημοτικό Συμβούλιο
Ποιοι ψηφίζουν, με ποιο σκεπτικό και πως κατάφεραν κάποιοι άνθρωποι να εκλέγονται σε θέσεις εξουσίας
Δεν έτυχε ποτέ μέχρι σήμερα να παρευρεθώ σε συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης στην οποία ζω και θεωρώ πως αυτό ήταν μεγάλο λάθος.
Θα έπρεπε ως ενεργοί πολίτες που ψηφίζουμε να ενδιαφερόμαστε για τις αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα και να έχουμε παρακολουθήσει έστω και μια συνεδρίαση για να κατανοήσουμε την συλλογική εμπειρία αλλά πρωτίστως την διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Εχτές το απόγευμα ήταν η δική μου πρώτη φορά στο δημοτικό συμβούλιο με αφορμή την σύλληψη 14 ανθρώπων που αντιστάθηκαν στην κοπή των δέντρων της αρχαίας Αγοράς μεταξύ των οποίον και ο δημοτικός σύμβουλος Μιχάλης Τρεμόπουλος.
Η παρακολούθηση της συνεδρίασης αποτέλεσε για εμένα ένα μεγάλο μάθημα, γιατί είναι διαφορετικό να βλέπεις κάτι από μια ασφαλή απόσταση στο λάπτοπ η την τηλεόραση και άλλο να ζεις τον παλμό του δια ζώσης.
Η διαδικασία μου γέννησε τόσο πολλά συναισθήματα και σκέψεις που αποφάσισα πως θα ήθελα να την επαναλάβω με την πρώτη ευκαιρία.
Πέραν κάποιον φωτεινών εξαιρέσεων που πάντα θα επιβεβαιώνουν τον κανόνα έφυγα με ένα τεράστιο αναπάντητο ερώτημα. Ποιοι ψηφίζουν, με ποιο σκεπτικό και πως κατάφεραν κάποιοι άνθρωποι να εκλέγονται σε θέσεις εξουσίας. Εκπρόσωποι παρατάξεων και δημοτικοί σύμβουλοι – τονίζω ξανά πως υπάρχουν εξαιρέσεις – που θα ζητήσουν σύντομα και πάλι την ψήφο των πολιτών για άλλη μια φορά – στερούνται βασικών ικανοτήτων ανάπτυξης λόγου, διαλόγου και επίλυσης συγκρούσεων.
Οι περισσότεροι έχουν την έγνοια να ανέβουν στο βήμα να πουν την δική τους άποψη και στην συνέχεια να επιδείξουν αδιαφορία. Στήθηκαν από νωρίς πηγαδάκια, αρκετοί απασχολούνταν με τα κινητά τους μιλώντας η στέλνοντας μηνύματα, ενώ δεν έλειπαν οι έξοδοι στο παρακείμενο μπαλκονάκι για τσιγάρο.
Κανείς δεν ενδιαφερόταν να ακούσει «πραγματικά» τι έχει να πει η απέναντι παράταξη, ποια τα επιχειρήματα που αναπτύσσει ώστε να προκύψει γόνιμος και συλλογικός διάλογος από την παράθεση απόψεων, ιδεών, λύσεων και προτάσεων που μπορεί να οδηγήσουν στο μεγαλύτερο δυνατό καλό αποτέλεσμα. Ο καθένας αγωνιούσε απλά να προωθήσει την δική του ατζέντα.
Επιπρόσθετα σε πολλά σημεία του λόγου αναπτύχθηκαν απόψεις στερεοτυπικές είτε ηθελημένα είτε άθελα ειπωμένες που γέννησαν εύλογες απορίες.
Δημοτικός σύμβουλος που σχολίασε τις συλλήψεις των 14, απευθύνθηκε στον Μιχάλη Τρεμόπουλου (είναι ένας εκ των συλληφθέντων) η φράση «… στην ηλικία του ο Τρεμόπουλος θα πρέπει να προσέχει γιατί με όλα αυτά που κάνει βάζει σε κίνδυνο την υγεία και την σωματική του ακεραιότητα».
Και αυτό σε μια χώρα όπως η Ελλάδα με έντονο ηλικιακό ρατσισμό και αποκλεισμό, που δεν είχε ποτέ κάποιο σοβαρό σχεδιασμό και προτάσεις για άτομα 50 και άνω πέρα από τα Κ.Α.Π.Η που λειτουργούν ως άτυπα καφενεία ανδρών.
Σε μια συνεδρίαση για την κοπή γερασμένων δέντρων κάποιος κάνει ρατσιστικό σχόλιο για την ηλικία ενώ βρίσκεται περίπου στην ίδια ηλικία με αυτόν που στοχοποιεί ως υπερβολικά μεγάλο για να δίνει αγώνες στους δρόμους. Στην συνέχεια ένα σχόλιο που ξεκίνησε με θετικές προθέσεις κατέληξε να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Αρχηγός παράταξης προσπάθησε να υπερασπιστεί τον Μιχάλη Τρεμόπουλο που του ασκήθηκε δίωξη με την κατηγορία της άσκησης παράνομης βίας και απευθυνόμενος στο ίδιο είπε «Μα κατηγορήθηκε ο Τρεμόπουλος για βία; Μιχάλη χωρίς παρεξήγηση δεν μπορώ να σε θεωρήσω βίαιο και ελπίζω να μην παρεξηγηθείς με αυτό που είπα».
Και γεννάται το ερώτημα: Γιατί θα έπρεπε κάποιος να παρεξηγηθεί αν τον χαρακτηρίσουν μη βίαιο; Από πότε η βία είναι αρετή και προνόμιο; Στην συγκεκριμένη περίπτωση δίδεται αυτόματα και στερεοτυπικά στον μη βίαιο το χαρακτηριστικό του μαλθακού, του πράου, που χάνει το τόσο σημαντικό αντρικό προνόμιο της σκληρότητας και αρρενωπότητας και μάλιστα όλα αυτά παρουσία γυναικών που υφίστανται έτσι και αλλιώς στην καθημερινότητα τους μέσα από τον κυρίαρχο λόγο του αρσενικού πολλές έμφυλες διακρίσεις .
Αν με κάτι χαμογέλασα ως κινηματογραφόφιλος και λάτρης της συγκεκριμένης ταινίας ήταν με το εξής σχόλιο για το φαινόμενο της κοπής των δέντρων: «Βγαίνω από το σπίτι μου και νομίζω ότι είμαι στην έρημο, στο Mad Max, αν το έχετε ακουστά. Είναι γυρισμένο στην έρημο της Αυστραλίας, Μελ Γκίμπσον στα πρώτα του βήματα».
Στις 9:00 αποφάσισα πως ήρθε η ώρα να αποχωρήσω. Σταμάτησα έξω από το θέατρο Αυλαία και αποφάσισα να κλείσω την ημέρα μου παρακολουθώντας την θεατρική διασκευή του έργου «Το όνειρο ενός γελοίο» γραμμένο το 1877 από τον σπουδαίο Φίοντορ Ντοστογιέφσκι το οποίο μας φέρνει αντιμέτωπους με τα μεγάλα διαχρονικά αδιέξοδα του ανθρώπου.
Το «Όνειρο ενός Γελοίου» είναι ένα από τα αριστουργήματα του Ρώσσου συγγραφέα (έχει διασκευαστεί και παιχτεί από διάφορους θιάσους με επιτυχία) που οδηγεί τον θεατή από έναν κόσμο εχθρικό, κενό από αξίες και ιδανικά, έναν κόσμο που βρίσκεται στο ζενίθ της αυτοκαταστροφικής του μανίας, στην άλλη πλευρά εκεί όπου μια διαφορετική ζωή είναι εφικτή εφόσον υπάρχει αγάπη την οποία μπορούμε να βρούμε εύκολα αν στραφούμε στον εαυτό μας, γιατί την κρύβουμε όλοι μέσα μας.
Ο φίλος μας ο Φίοντορ ήξερε να θέτει ερωτήσεις και έχει δώσει, μέσα από τα βιβλία του πολλά χρόνια πριν πολλές απαντήσεις σε όσα μας απασχολούν.