Μικρές απογευματινές ιστορίες
Iστορία πρώτη: Για μια …βροχερή Καθαρά Δευτέρα. Φαινόταν η μέρα από το πρωί δεν θα πέταγε για πολύ ο αετός… Έπιασε και βροχή, είχε και κρύο… Χαμένα πήγαν τα σχέδια να στρώσουμε ένα τραπεζομάντιλο στο γρασίδι, να πιούμε ένα τσίπουρο παρέα με το αγνάντι του Θερμαϊκού ή του Χορτιάτη. Παλαιότερα πίστευα πως αν βρέχει την […]
Iστορία πρώτη: Για μια …βροχερή Καθαρά Δευτέρα.
Φαινόταν η μέρα από το πρωί δεν θα πέταγε για πολύ ο αετός… Έπιασε και βροχή, είχε και κρύο… Χαμένα πήγαν τα σχέδια να στρώσουμε ένα τραπεζομάντιλο στο γρασίδι, να πιούμε ένα τσίπουρο παρέα με το αγνάντι του Θερμαϊκού ή του Χορτιάτη. Παλαιότερα πίστευα πως αν βρέχει την Καθαρά Δευτέρα, δεν είναι και για κακό, ας πούμε, «ξεπλένει ο Θεός τις αμαρτίες μας» ένα τέτοιο πράγμα, πίστευα κι έλεγα, μεταξύ σοβαρού και αστείου. Το αστείο, κατέληξε πολύ σοβαρό. Όλο βρέχει όποτε πάμε να ανασάνουμε… να δούμε ήλιο. Χρόνια τώρα συνέχεια… και τις αμαρτίες τις ξεπληρώνουμε με τον χειρότερο τρόπο. Άσε δε, που δεν είναι οι δικές μας… Είναι συλλήβδην του κράτους, αυτού, του… άλλων επί δεκαετίες κράτους, που μας το φόρτωσαν και μας…
Ιστορία δεύτερη: Για τη φυλακή…
(Με αφορμή το «μελό» του ημερολογίου φυλακής του πρώην δημάρχου…)
Αγαπητέ « ατσαλάκωτε».
Κατανοώ απόλυτα το γράμμα σας από την φυλακή, θα ήθελα να γελάσω, να σας κοροϊδέψω, να σας ρίξω και μια μούντζα, κλαυθμηρίζετε αλήθεια, για το άδικο…; Για τις συνθήκες; Για τον εξευτελισμό των δικαιωμάτων, για την ζωή που χάνεται, για την αξιοπρέπεια που καταπνίγεται στον απόπατο; Πράγματι… έτσι είναι… δεν θα το κάνω όμως θέμα, το πόσο γελοίες μου φαίνονται οι στεναχώριες σας, δεν μου το επιτρέπει η αγωγή μου. Αλλά, οφείλω να αναρωτηθώ…Πού είσαστε, όταν όλα αυτά συνέβαιναν και συμβαίνουν σε δεκάδες χιλιάδες συνανθρώπους; Γιατί έχει και μια διαφορά. Γιατί θέλω να πω για τον πολίτη τον απ΄ έξω, της «απέξω», ότι έχει η φυλακή και εσάς, και τον Ξηρό και τον Ριτζάι. Αλλά έχει εκατοντάδες “Jean Ajean” για τους οποίους ποτέ δε νοιαστήκατε… Δεν μας πειράζει να τους μάθετε…Θα σας αναφέρω – με αφορμή δικές μου εμπειρίες – για ανθρώπους, απλές περιπτώσεις, που ποτέ δε νοιαστήκατε αν και πόσο και γιατί βρέθηκαν εγκλεισμένοι.
Ιστορία τρίτη: Για μια βραδιά κράτησης
(Με αφορμή συλλήψεις για το τίποτε… )
Είναι άλλο να τα λες απ΄έξω. Κι άλλο να ζεις τη βία της αστυνομίας όταν σε συλλάβει και μετά. Την γλύτωσα αρκετές φορές σε κυνηγητά της δεκαετίας του ’80. Ακόμη και καταφεύγοντας σε ποπ ντισκοτέκ της Τσιμισκή, όντας σίγουρος ότι εκεί δεν θα μας ψάξουν, όπως και έγινε. Αλλού την πάτησα… Λίγα χρόνια αργότερα, έκαναν επιχειρήσεις «Αρετής» τότε όχι για μετανάστες αλλά για δικούς μας, παιδιά αναρχάκια ή εξαρτημένα, στο Ντορέ… στα γύρω στενά… και τίποτε να μην ήταν… μπορεί μόνο να κάπνιζαν.. Ένα βράδυ έπεσε μεγάλη επίθεση, ένας καλός μου φίλος, προσπαθώντας να ξεφύγει, έβλεπε πίσω του, σκόνταψε στα παρτέρια με τα φυτά, έπεσε, τον πιάσανε, ήταν φοβισμένος αλλά καθαρός, τρελάθηκα εγώ που τον πιάσανε, χώθηκα να διαφωνήσω… «και με ποιο δικαίωμα και εγώ είμαι της νομικής!» έλεγα, «έχεις ταυτότητα» όχι» – «Όχι;- έλα κι εσύ μέσα…» Έτσι βρέθηκα στην κλούβα. Μαζί με άλλα 30- 40 άτομα… Όλοι μας σε σύλληψη για εξακρίβωση στοιχείων!!! Όλη τη νύχτα μας είχαν για …εξακρίβωση αυτών των περίφημων στοιχείων, όρθιους, ούτε καν τον τοίχο μας άφηναν να ακουμπήσουμε, ούτε νερό, ούτε κατούρημα, οι κοπέλες έκλαιγαν εμείς είχαμε βάλει κάτω το κεφάλι και αναρωτιόμασταν ποιον κολλητό τσαμπουκά ξέρουμε να τους διαλύσει στο ξύλο, όλους αυτούς τους απαίσιους ανθρωπίσκους που μας γαμούσαν έτσι την κάθε στιγμή… ξέρω, άλλοι έχουν ζήσει τα χειρότερα, οκ, αλλά και μόνο από μια τέτοια βραδιά, όπου από τις 12 το προηγούμενο βράδυ, κάπου στις 6 το πρωί της επομένης σου παίρνουν φωτογραφίες κι αποτυπώματα, σε έχουν απόλυτα εξευτελίσει γιατί απλώς ήσουν νύχτα στο Ντορέ του ’80 δείχνει το πρόσωπο της εξουσίας…( που τότε ήταν το Πασοκ.. τε σπα, ό,τι και να ήταν, φάνηκε, τι ήταν…)
Το έζησα κι άλλη φορά… Δυο χρόνια αργότερα, σε κλαμπ στην Πλάκα. Εμείς παρέα σε άλλο μαγαζί… βγαίνοντας πέσαμε πάλι σε έφοδο της αστυνομίας σε γκέι- μπαρ… πάλι χωθήκαμε, διαμαρτυρηθήκαμε για τις συλλήψεις, πάλι με ρώτησαν «τι ανακατεύεσαι εσύ ρε» , πάλι τους είπα «είμαι της Νομικής» , πάλι με μαζέψανε, δεν είχα ταυτότητα μαζί μου. Η βραδιά ως την αναγνώριση στοιχείων ήταν και πάλι ένα μεγάλο καψόνι, κράτησε ως το ξημέρωμα… Μόνο που αυτή την φορά πέρασα τη νύχτα πιο ήσυχα. Ήμασταν στο κελί εγώ και άλλοι δύο. Πολύ να μιλάνε μεταξύ τους, σιγανά, τρυφερά, πιασμένοι στα χέρια και καμιά φορά και αγκαλιά…
Κάποια στιγμή, τους ρώτησα, «εσάς γιατί σας πιάσανε ρε παιδιά;»
«Εσύ γιατί λες …μωρό μου;» μου είπε ο ένας από του δυο τους…Με κοιτάξανε σε κάτι μεταξύ απορίας και οίκτου. Εκεί κατάλαβα ότι χρειάζομαι πολύ δρόμο ακόμη στην πιάτσα για να γλυτώνω και την φυλακή…