Μήπως γίναμε οι νεόπτωχοι της Ευρώπης;
Τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε η Eurostat πριν λίγες ημέρες ήταν εντυπωσιακά (αρνητικά) για τη χώρα μας
Η Eurostat έχει υιοθετήσει πρόσφατα ένα δείκτη υποκειμενικής φτώχειας με σκοπό να συμπληρώσει τους γνωστούς και παραδοσιακούς δείκτες φτώχειας (π.χ. κίνδυνος φτώχειας, υλική και κοινωνική αποστέρηση, κτλ), περιγράφοντας στην ουσία την «ικανότητα να τα βγάζει κανείς πέρα».
Προσπαθεί λοιπόν να αξιολογήσει την αντίληψη των κατοίκων μιας χώρας για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νοικοκυριό τους, λαμβάνοντας υπόψη κατά την απάντησή τους το σύνολο των παραγόντων της υλικής ευημερίας (π.χ. εισόδημα, δαπάνες, χρέη, περιουσία, κτλ).
Τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε η Eurostat πριν λίγες ημέρες ήταν εντυπωσιακά (αρνητικά) για τη χώρα μας (δείτε το 1ο διάγραμμα). Πάνω από τα 2/3 των κατοίκων δηλώνει ότι τα βγάζει πέρα με δυσκολία ή με εξαιρετική δυσκολία… Και το ποσοστό αυτό (67%) ξεχωρίζει με τεράστια διαφορά από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης. Συγκεκριμένα είναι διπλάσιο από την αμέσως επόμενη χώρα (Βουλγαρία) και σχεδόν τριπλάσιο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (24%). Έχει επίσης ενδιαφέρον η σύγκριση αυτού του ποσοστού με τον αντικειμενικό δείκτη, του «πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο ακραίας φτώχειας», όπου η απόκλισή μας από το μέσο Ευρωπαϊκό όρο είναι σαφώς μικρότερη (+17%).
Ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού αυτής της χώρας αισθάνεται επομένως οικονομικά ανασφαλές, ακόμα κι αν οι αντικειμενικοί δείκτες φτώχειας (όπως το εισόδημα ή το επίπεδο κατανάλωσης) ενδέχεται να μην παρουσιάζουν ανάλογη κακή εικόνα . Αυτό ίσως οφείλεται σε διάφορους λόγους. Αρχικά, ότι ο μέσος κάτοικος αισθάνεται ότι η αγοραστική του δύναμη είναι πολύ περιορισμένη και το κόστος ζωής πολύ υψηλό. Με άλλα λόγια αισθάνεται ότι οι τιμές βασικών αγαθών είναι πολύ υψηλές σε σχέση με το εισόδημά του.
Μπορεί επίσης να οφείλεται στο ότι αισθάνεται: (α) ελλείψεις ή πολύ σημαντικές απώλειες στο κοινωνικό κράτος (αδύναμο σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, κτλ.), (β) οικονομική ανασφάλεια λόγω μεγάλων υποχρεώσεών του (π.χ. χρεών) ή αδυναμίας να στηρίξει οικονομικά (όπως θα ήθελε) τα μέλη της οικογένειάς του (π.χ. τα παιδιά του), (γ) μεγάλες ανισότητες μέσα στην κοινωνία ως προς το εισόδημα και τον πλούτο.
Από την άλλη όμως, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας ο δείκτης αυτός είναι πιθανόν πως δεν αποτυπώνει μόνο την υφιστάμενη κατάσταση αλλά και μια διαχρονική πορεία. Μπορεί δηλαδή να δείχνει μια τεράστια πτώση στο επίπεδο ζωής της μεσαίας τάξης. Μπορεί να δείχνει ανθρώπους που δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα παλαιότερα να αντιμετωπίζουν σήμερα σημαντικές δυσκολίες να τα βγάλουν πέρα στην καθημερινότητά τους. Μπορεί να φανερώνει μια προς τα κάτω μετατόπιση του κοινωνικού στάτους που συνοδεύεται από συναισθήματα απογοήτευσης.
Μπορεί τέλος να αποτελεί ένδειξη ότι σε αυτή τη χώρα οι κοινωνικές προσδοκίες για το τι θεωρείται “αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης” όσο και να προσπαθούν τα ΜΜΕ να τις αλλάξουν/μειώσουν αυτές δεν αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη. Δείτε το 2ο διάγραμμα τη σχέση εισοδήματος το 2010 και εισοδήματος το 2023 σε όλη την Ε.Ε. για να καταλάβετε την καθίζηση της ποιότητας ζωής όλης της χώρας (όχι ακριβώς όλης… η αύξηση των ανισοτήτων εξασφαλίζει ότι κάποιοι δεν είχαν αντίστοιχες απώλειες αλλά ίσως βγήκαν και κερδισμένοι) και την αντίθετη πορεία της Ελλάδας από όλες τις χώρες της νότιο-ανατολικής Ευρώπης (που την ίδια περίοδο οι μισθοί αυξάνονται σημαντικά).
Κάπως έτσι φαίνεται ότι ακόμα και αν δεν το φωνάζουμε δυνατά ως κοινωνία, το παραδεχόμαστε έστω και χαμηλόφωνα (στις έρευνες της Eurostat) ότι είμαστε οι νεόπτωχοι της Ε.Ε. Αυτό που είναι ακόμα προς διερεύνηση είναι το ότι μια τέτοια κατάσταση (ίσως εξαιτίας της παγίωσής της, είτε μέσω της δημιουργίας προσδοκιών για το μέλλον ή της πρόκλησης συναισθημάτων ανασφάλειας για μια ακόμα χειρότερη κατάσταση) δεν επηρέασε σημαντικά τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα τα τελευταία χρόνια (π.χ. η έρευνα έγινε την ίδια περίοδο με τις βουλευτικές εκλογές του 2023). Ίσως όμως αυτή η αίσθηση της φτώχειας και της διαχρονικά μεγάλης απόκλισης μεταξύ προσδοκιών και πραγματικότητας προκαλέσει κάποια στιγμή σημαντικές πολιτικές μετατοπίσεις (προς άγνωστη αυτή τη στιγμή κατεύθυνση). Εκτός και αν στο ενδιάμεσο βελτιωθεί αρκετά η ποιότητα ζωής, συνηθίσουμε την κατάσταση στέρησης βασικών αγαθών ή “χαμηλώσουν” περαιτέρω οι προσδοκίες μας.