Να ‘ναι καλά οι «κακοί» που μας πλήγωσαν
Οι άνθρωοι που μας πληγώνουν είναι κι αυτοί κομμάτι της ψυχής μας!
Εικόνα: Γιάνης Σιμητόπουλος
της Ελένης Ομήρου
Τους ανθρώπους που με πόνεσαν τους μακαρίζω. Στέκομαι βράχος πλάι στην ανάμνησή τους. Θυμάμαι τα δάκρυα που τους χάρισα και νιώθω τα μάγουλά μου να καίνε. Άνθρωποι μικροί, τόσοι δα. Άνθρωποι που πήραν μπόι από το γέλιο μου, τη συντροφιά μου, την αγάπη μου, τη λύπη μου.
Τους ανθρώπους που με πλήγωσαν τους προστατεύω. Δε θέλω τίποτα κακό να πάθουν. Κουβαλάνε φορτίο βαρύ σε τούτη τη ζωή. Είναι οι «κακοί», οι «άκαρδοι», οι «λίγοι». Και πρέπει οι δύστυχοι να συμπορευτούν με τους άλλους, τους «καλούς», τους «συμπονετικούς», τους «ανοιχτόκαρδους». Πρέπει να αναδείξουν την εμπάθειά τους, να σκορπίσουν τον πόνο – αυτός είναι ρόλος τους, άχαρος στα αλήθεια.
Τους ανθρώπους που με «άδειασαν» τους φίλεψα. Έφαγα μαζί τους, ήπια και γλέντησα. Ξάπλωσα στο ίδιο κρεβάτι και ονειρεύτηκα στην αγκαλιά τους. Σαν έφυγαν από τη ζωή μου τους αναζήτησα με μανία. Πες ήταν φίλοι, εραστές, συνεργάτες σκάρτοι και μισητοί – όποιοι κι αν ήταν – εγώ τους ήθελα πίσω. Δικοί μου, κατάδικοί μου να ‘ναι, όσο δική μου ήταν και η απελπισία που μου προκάλεσαν.
Τους ανθρώπους που με πίκραναν τους αγάπησα, διαφορετικά δε θα πετύχαιναν ποτέ το σκοπό τους. Τους άνοιξα διάπλατα την πόρτα μου και τους καλωσόρισα με χαμόγελο. Έπειτα τους ξεπροβόδισα κλαίγοντας και έμεινα μόνη μου, πρόθυμη να ξανανοίξω την εξώπορτα στους επόμενους καλοθελητές. Κάθε φορά όμως πιο δυνατή, πιο παθιασμένη, πιο ελεύθερη.
Τους ανθρώπους που με πόνεσαν τους μακαρίζω. Να ‘ναι καλά, λέω. Γιατί με «έφτιαξαν» τη στιγμή που με «χάλασαν». Και αυτός είναι ο ρόλος τους. Φορτίο βαρύ σε τούτη τη ζωή…
Facebook.com/imaginarywriter