Να σας συστήσουμε την Θεσσαλονίκη
Η Θεσσαλονίκη μικραίνει, είναι απομονωμένη, μια πόλη χωρίς συγκοινωνία, με την υψηλότερη ανεργία στην Ευρώπη, που απουσιάζει ηχηρά από μια προεκλογική περίοδο παρατεταμένη και άτονη
Λέξεις: Μιχάλης Β. Μήττας
Λίγες μέρες πριν τις εθνικές εκλογές, μετά από μια προεκλογική περίοδο παρατεταμένη όσο και άτονη, αφιέρωσα κάποιο χρόνο να μελετήσω τις προγραμματικές εξαγγελίες των κομμάτων. Δεν αναζητούσα ούτε προσδοκούσα κάτι συγκεκριμένο. Ήταν περισσότερο ένας ψυχαναγκασμός που μου έχει μείνει από παλαιοτέρα, όταν οι κομματικές αντιπαραθέσεις με απασχολούσαν εντονότερα. Ωστόσο, βρήκα κάτι.
Ένα κενό.
Απ’ όλα απουσίαζε η Θεσσαλονίκη.
Ας την συστήσουμε λοιπόν. Η Θεσσαλονίκη είναι μια από τις πόλεις με την υψηλότερη ανεργία στην Ευρώπη. Ακόμα υψηλότερη στους νέους.
Η Θεσσαλονίκη έχει πλέον ένα από τα χαμηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα. Είναι το μισό από το αντίστοιχο της Αθήνας. Η Θεσσαλονίκη μικραίνει. Την τελευταία δεκαετία έχασε 20.000 κατοίκους.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη χωρίς συγκοινωνία. Ο ΟΑΣΘ βρίσκεται εδώ και μια 10ετια σε πλήρη διάλυση, ενώ πλέον παρέχει υπηρεσίες με ελλειμματικό και υπέργηρο στόλο. Η Θεσσαλονίκη είναι μολυσμένη. Ο δείκτης πράσινου της είναι στο 1/5 του ελάχιστου αναγκαίου και η ατμοσφαιρική ρύπανση έχει ήδη κινητοποιήσει τις ευρωπαϊκές αρχές.
Η Θεσσαλονίκη είναι απομονωμένη. Η αεροπορική και ακτοπλοϊκή της σύνδεση με την υπόλοιπη Ελλάδα και την Ευρώπη παραμένει ασταθής και ελλιπής. Η Θεσσαλονίκη έχει από τους πλέον επικίνδυνους δρόμους, οδικά. Έχουμε, μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα, δύο παρασύρσεις πεζών ανά τρεις ημέρες. Ορισμένες θανατηφόρες. Αλλά και επικίνδυνους, γενικά. Η βίαιη εγκληματικότητα (ληστείες) αλλά και η αθλητική βία βρίσκονται σε γενικευμένη έξαρση. Αυτή η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη μας.
Δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Το “όλοι ίδιοι είναι” δεν με εκφράζει. Το αντίθετο. Υπάρχουν και γνωρίζω πρόσωπα, που ανεξαρτήτως του κόμματος με το οποίο πολιτεύονται, αντιλαμβάνονται πλήρως την κατάσταση και αναζητούν λύσεις. Γι’ αυτό και κάποιες εξαγγελίες υπάρχουν, διάσπαρτες όμως και, κατά βάση, αποσπασματικές. Η πόλη όμως αυτή, που εξελίσσεται σε έναν μεγάλο ασθενή, θα έπρεπε να βρίσκεται στο επίκεντρο ενός συνολικού πλάνου, ενός νέου οράματος. Ενός οράματος που να ξεπερνάει την εθνική μας προχειρότητα αλλά και, επιτέλους, τον επαρχιώτικο μικρομεγαλισμό μιας πόλης που αρνείται να αποχωριστεί τον τίτλο της “συμπρωτεύουσας”. Αυτό το όραμα πρέπει πρώτα να το συλλάβουμε και στη συνέχεια να σκεφτούμε πως θα υλοποιήσουμε, με λύσεις πραγματικές και μακροπρόθεσμα βιώσιμες, όχι με φαντασμαγορικές μακέτες θνησιγενών έργων.
Ας φανταστούμε λοιπόν μια πόλη οικονομικό κέντρο των Βαλκανίων. Μια πόλη με δική της ταυτότητα και προορισμό για όλη την Ευρώπη. Μια πόλη που όλα τα παρατημένα στρατόπεδα εντός της έχουν μετατραπεί σε χώρους πρασίνου, ελεύθερους από δόμηση, που το κέντρο της έχει πεζοδρομηθεί, που δεν ασχολούμαστε πια για το αν οι κάδοι απορριμμάτων είναι γεμάτοι σκουπίδια και οι δρόμοι γεμάτοι διπλοπαρκαρισμένα φορτηγά. Μια πόλη συνδεδεμένη με τα προάστια με μέσα σταθερής τροχιάς που να φτάνουν, γιατί όχι, μέχρι την Χαλκιδική.
Μια πόλη που δεν κρατάει απλώς, αλλά προσελκύει τη νέα γενιά. Μια πόλη ανοιχτή στον πλανήτη και πυρήνα πολιτιστικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αυτή τη πόλη, πρέπει να φανταστούμε πως θα αποκτήσουμε.
Αυτές οι σκέψεις είναι που απουσιάζουν από τις προγραμματικές εξαγγελίες, όπως και από τις σκέψεις των πολιτικών ηγετών, ακόμα και εκείνων που αποφάσισαν να είναι υποψήφιοι στην εδώ εκλογική περιφέρεια. Κατά συνέπεια φοβάμαι ότι θα απουσιάζουν και από τη νέα Βουλή που θα προκύψει σε λίγες ημέρες. Ίσως αυτό να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά μας. Ίσως αυτό πρέπει να αντιμετωπίσουμε πρώτα.
*O Μιχάλης Β. Μήττας είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ, Μέλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης