Ναι, διαβάζουμε βιβλία στις παραλίες, ή μήπως όχι;
Μερικές σκέψεις για εκείνους που διαβάζου(ν)με στην παραλία.
Δεν μπορώ να πω πως ήμουν βιβλιοφάγος στην ζωή μου, αλλά για κάποιον περίεργο λόγο, έχω συνδυάσει τα βιβλία με την θάλασσα.
Ας μην γελιόμαστε, είναι ελάχιστα τα παιδιά που εκτιμούν την ανάγνωση στα παιδικά τους χρόνια κι αυτό γιατί, τρέχουν από το σχολείο, στα φροντιστήρια αγγλικών και μετέπειτα σε κάποια άλλη δραστηριότητα. Η σχέση μου με τα βιβλία ξεκίνησε όπως ακριβώς συνέβη στα περισσότερα πιτσιρίκια, το φαινόμενο των παραμυθιών που σου πιπιλούσαν στο αυτί οι γονείς σου για να κοιμηθείς.
Μετά τα διάβασα όλα. Θυμάμαι στο Δημοτικό με τις φίλες μου τα ανταλάσσαμε μεταξύ μας για να μάθουμε όλες τις ιστορίες. Ύστερα προς την Τετάρτη Δημοτικού και αφού γυρνούσα από την κατασκήνωση, οι γονείς μου μου έκαναν πάντα δώρο την “καλοκαιρινές διακοπές και ένα μηχανικό μολύβι” – για όσους δεν ξέρουν τι εστί το συγκεκριμένο βιβλίο θα πω καλύτερα, διότι επρόκειτο για επαναληπτικά τεστ της τάξης που πέρασε – και όχι δεν ήταν δώρο ήταν εφιάλτης.
Ε, ευτυχώς τελευταίο τεύχος μου πήραν στην Έκτη Δημοτικού, όπου εκεί ανακάλυψα σε ένα βιβλιοπωλείο στη Νικήτη το Ημερολόγιο του Σπασίκλα όπου μέσα σε ένα καλοκαίρι διάβασα όσα είχαν βγει μέχρι να συναντήσω το βιβλίο. Έκτοτε, και επειδή κιόλας ανήκω σε αυτή την γενιά, αγόραζα βιβλία -μόνο το καλοκαίρι- που γινόντουσαν ταινίες, λόγου χάριν το “Λάθος Αστέρι”, βιβλία που ήξερα πως θα κάνουν την εφηβική μου φαντασία να οργιάσει και να ξεσπάσει το κάθε τι έντονο συναίσθημα που βίωνα στα 14-15 μου χρόνια.
Βιβλία που μου δημιούργησαν εικόνες, μέρη και πρόσωπα στο μυαλό. Ύστερα στην Δευτέρα Λυκείου, το γύρισα στην ποίηση – πάλι το καλοκαίρι – Καβάφη, Ελύτη, Αναγνωστόπουλο, ήταν κι αυτό ένα κόλλημα που πέρασα. Τρίτη Λυκείου επικράτησε ξηρασία. Αισθανόμουν πως εκείνο το καλοκαίρι δεν θέλω να συναντήσω άλλες λέξεις με τα μάτια μου, απέφευγα μέχρι και τις ταινίες λόγω υπότιτλων στο σινεμά. Ύστερα ήρθαν οι διακοπές με φίλους, εκεί όπου όλοι παίρναμε βιβλία στην τσάντα της θαλάσσης και κανείς ποτέ δεν τα άνοιγε -κάθε καλοκαίρι η ίδια συνήθεια-. Εκεί όποτε ξέκλεβα χρόνο ανακάλυψα τους φιλόσοφους Καντ, Νίτσε και τα μυθιστορήματα.
Και μετά ξεκίνησα την δουλειά και έγραφα πράγματα δικά μου με τα απανωτά φιλιά αναζωογόνησης που μου είχαν γεννήσει την φαντασία μέσα από τις χιλιάδες σελίδες που είχα διαβάσει. Κάπου εκεί όμως η φλόγα για την ανάγνωση ξανάσβησε, διάβαζα πια μόνο ειδήσεις και άρθρα συναδέλφων και τίποτε άλλο, δεν μπόρεσα εύκολα να βρω την ισορροπία ανάμεσα στο work και το pleasure και πέρασαν καλοκαίρια που δεν διάβασα καθόλου κι αυτό με θύμωνε αλλά δικαιολογούσα τον εαυτό μου.
Φυσικά, οι χειμώνες ήταν τόσο βαριοί και ασήκωτοι που με το που ξάπλωνα στο κρεβάτι και άνοιγα το εξώφυλλο και η διάσπαση προσοχής μου ήταν τόσο μεγάλη που οι λέξεις χόρευαν μπροστά στα μάτια μου κι εγώ φυσικά δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ και να βυθιστώ στην πλοκή. Έτσι, απογοητευόμουν, φυσικά προσωρινά αφού άνοιγα το κινητό μου και έκανα βουτιές στο ατελείωτα σκρολάρισμα που σου προσφέρουν απλόχερα τα social media καθώς ξέρουν ακριβώς τι θέλεις να δεις και πότε. Κάπως έτσι εγώ -και πολλοί άνθρωποι ακόμη -με τα βιβλία χώρισα και συναντήθηκα ξανά φέτος.
Με το που ξεκίνησα να πηγαίνω για μπάνιο έβαλα στόχο να τελειώσω τουλάχιστον 3-4 βιβλία μέχρι αρχές Σεπτέμβρη -είμαι ήδη στην αρχή του τρίτου άρα ο στόχος πάει καλά. Επέλεξα να διαβάσω ψυχολογικά βιβλία κι αυτό γιατί μέχρι σήμερα εγώ κι αυτά δεν είχαμε συναντηθεί.
Δεν μπορώ να πω πως είναι του στιλ μου αλλά τουλάχιστον με βοηθούν να συγκεντρώνομαι και να αφοσιώνομαι σε όσα γράφουν – α, και να εξηγώ συμπεριφορές τόσο δικές μου όσο και των γύρω μου στην μέχρι τώρα πορεία μου. Έτσι, όταν πιάνω το βιβλίο, κλείνω τα δεδομένα μου στο κινητό και το βάζω σε σίγαση.
Ένα απόγευμα αφοσιώθηκα για 3 ώρες πάνω από τις σελίδες του βιβλίου μου, υπογράμμιζα με μανία, εξηγούσα στον εαυτό μου και παράλληλα άκουγα τα κύματα. Ήταν απόλαυση. Είναι σαν η θάλασσα να δημιουργεί ένα safe place για διάβασμα, τόσο σε εμένα όσο και στους περισσότερους ανθρώπους, αν και γύρω τριγύρω το 80% αυτών θα κάθεται στα κιντά αλλά ίσως κι εκείνοι περνούν την φάση την δική μου.
Αυτό που έχω παρατηρήσει από την εποχή της καραντίνας κι έπειτα είναι πως οι περισσότεροι αναγνώστες – νεαρής ηλικίας- προτιμούν βιβλία που γίνονται viral κυρίως από ξένους συγγραφείς. Π.χ. πριν από 2-3 χρόνια έβλεπες σε όλα τα story το “The Subtle Art of Not Giving a F*ck”, χωρίς απαραίτητα να είναι καλό το συγκεκριμένο βιβλίο απλά και μόνο επειδή είχε πιασάρικο τίτλο. Όταν εγώ έμπαινα στο Λύκειο “Το λάθος αστέρι” ήταν σε όλες τις παραλίες. Φέτος, στα stories βλέπω το ίδιο μοτίβο. Εντύπωση επίσης μου έχει πόσες κοπέλες χρησιμοποιούν το βιβλίο τους για φωτογράφιση. Είδα δεκάδες να το βγάζουν από την τσάντα να το στήνουν στην άμμο με ένα δαγκωμένο νεκταρίνι και να το φωτογραφίζουν και αφού είχαν την λήψη να το κλείνουν και ευλαβικά να το πετούν και πάλι στην τσάντα. Κάθε μέρα η ίδια διαδρομή γι αυτό το έρμο το βιβλίο που αν είχε στόμα θα μιλούσε.
Επίσης σε συζητήσεις με παρέες λέγαμε τι διάβασε ο καθένας και κανείς δεν θυμόταν συγκεκριμένα πράγματα που υποτίθεται πως είχε σημειώσει για να τα θυμάται. Η σειρά είναι απλή. Διαβάζεις κάτι, το συγκρατείς κλείνεις το βιβλίο, πας να βουτήξεις το επικοινωνείς με κάποιον και μετά ξεχνιέται μια και για πάντα. Δεν ξέρω αν αυτό είναι το νόημα της ανάγνωσης. Εγώ με βεβαιότητα μπορώ να σας πω πως αυτή την περίοδο διαβάσω γιατί χρειάζομαι μερικά λάδια στην φαντασία μου που έχει σκουριάσει και ναι η παραλία είναι το safe reading place για μένα.
*Σύμφωνα με στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή), παρατηρείται μια σταδιακή μείωση στην αγορά βιβλίων στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αυτό μπορεί να συνδέεται με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, καθώς και με τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, όπου οι άνθρωποι επιλέγουν άλλες μορφές ψυχαγωγίας, όπως το διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα.
Έρευνες από ελληνικά πανεπιστήμια έχουν αναδείξει ότι η ψηφιακή εποχή έχει επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες καταναλώνουν πληροφορίες. Πολλοί στρέφονται στις γρήγορες και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες που προσφέρει το διαδίκτυο, μειώνοντας τον χρόνο που αφιερώνουν στην ανάγνωση βιβλίων. Παράλληλα, το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα έχει υποστεί αλλαγές που μπορεί να έχουν μειώσει την προώθηση της ανάγνωσης εξωσχολικών βιβλίων.
Η Ελληνική Ένωση Εκδοτών και Βιβλιοπωλών (ΕΝΕΛΒΙ) έχει αναφέρει μείωση στις πωλήσεις βιβλίων, ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης, σε συνδυασμό με την άνοδο της τεχνολογίας, έχει οδηγήσει σε μια στροφή προς άλλες μορφές ψυχαγωγίας.
Ένας σημαντικός λόγος για αυτή τη μείωση είναι η αυξανόμενη χρήση των κοινωνικών μέσων δικτύωσης και άλλων ψηφιακών μέσων, τα οποία έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι καταναλώνουν πληροφορίες. Οι πλατφόρμες όπως το Instagram και το Facebook καταναλώνουν πλέον μεγάλο μέρος του διαθέσιμου χρόνου των ατόμων, μειώνοντας την υπομονή και τη διάθεση για ανάγνωση βιβλίων. Παράλληλα, η δημοτικότητα των ηχητικών βιβλίων και των άλλων μορφών ακουστικών ή οπτικών ψηφιακών μέσων έχει αυξηθεί, επιτρέποντας στους χρήστες να απορροφούν περιεχόμενο ενώ κάνουν άλλες δραστηριότητες. Αυτό αντανακλά την ανάγκη για πολυδιεργασία και την έλλειψη χρόνου στην καθημερινότητα των ανθρώπων, κάτι που επιβαρύνει την παραδοσιακή ανάγνωση.
Υ.Γ. Τελικά λιγοστεύουμε.