Νοσταλγία για μια μόκα

Οι πρώτες έξοδοι σε καφετέριες στην Αριστοτέλους, στην Αγία Σοφίας χαμηλά, στην παραλία. Παντού υπήρχε αυτό το παγωτό.

Parallaxi
νοσταλγία-για-μια-μόκα-477649
Parallaxi

Λέξεις: Παναγιώτης Μιχαλόπουλος

Υπάρχει μόδα και στα γλυκά;

Με έπιασε χθες νοσταλγία. Ήθελα να φάω μια μόκα. Όχι εκείνο το μπεζ παγωτό που βρίσκεις ανάμεσα στην κρέμα και την σοκολάτα, στα ψυγεία των ζαχαροπλαστείων. Ήθελα μόκα από τις παλιές. Το έγκλημα ήταν προμελετημένο. Στην αρχή του καλοκαιριού, σε μια επίσκεψη σε εκείνο το μεγάλο μαγαζί που πας να δεις για έπιπλα και φεύγεις με ένα κάρο σαχλαμαρίτσες, είχα αγοράσει κουτάλια μακριά, σαν αυτά που σε μεταλαμβάνει ο παπάς.

Πήρα ποτήρι ψηλό. Έβαλα μέσα μια μεγάλη μπάλα παγωτό κρέμα. Μια κουταλιά νες καφέ. Αμυγδαλάκι καβουρντισμένο και φσουτ, μια γερή δόση σαντιγί. Από πάνω ξανά παγωτό και ξανά καφέ και αμυγδαλάκι και φσουτ. Έτοιμο; Όχι ακόμα. Θέλει ανακάτεμα, με το κουτάλι του παπά. Αργές, προσεκτικές κάθετες κινήσεις εμβόλου, πάνω – κάτω. Να γίνει όλο μια ωραία ομοιόμορφη κρέμα και κρατς κρουτς μέσα τα αμυγαλάκια. Έκλεισα τα μάτι και άρχισα να συλλογιέμαι.

Τα πρώτα εφηβικά μας χρόνια. Οι πρώτες έξοδοι σε καφετέριες στην Αριστοτέλους, στην Αγία Σοφίας χαμηλά, στην παραλία. Παντού υπήρχε αυτό το παγωτό. Στο έφερναν μάλιστα σε ποτήρι «σουλίνα», που θα έλεγε και ο Ζήκος, το οποίο είχε τσίγκινο διχτυωτό περίβλημα κοντά στη βάση, επί το πολυτελέστερο! Ανακατεύαμε, τρώγαμε, απολαμβάναμε. Ύστερα κύλησε ο καιρός κι η ιστορία. πέρασε εύκολα απ’ τη μνήμη στην καρδιά. Εξαφανίστηκε η μόκα. Άσε που δεν ήταν και κοινωνικώς αποδεκτό να τρως παγωτό στα καφέ της εποχής που σερβίριζαν γαλλικό και φραπέ, αφού ο φρέντο δεν είχε εφευρεθεί ακόμα.

Εκείνη την εποχή τα γλυκά, ήταν πιο γλυκά. Εμβληματικά ζαχαροπλαστεία της εποχής σέρβιραν πάστες και τούρτες που σε λίγωναν. Η σοκολάτα είναι choκολάτα! Όχι αστεία. Ζητούσες σοκολατίνα και αμυγδάλου και σε καταλάβαιναν. Πάστες με ονοματεπώνυμο. Μαρκησία, Σεράνο, Αφρικάνα, Ευφροσύνη. Πάστες με σεβαστά μεγέθη και όχι μια σύντομη περίληψη σαν τις σημερινές. Εκείνη την εποχή υπήρχε το μέγεθος του κουτιού «δέκα πάστες» που ήταν και ένα κλασσικό δώρο όταν πήγαινες επίσκεψη.

Ύστερα ήλθε ο καιρός που μας έπιασε η αγάπη για τα γλυκά τα Τούρκικα, που μπορεί να ήταν και Ελληνικά αφού εγώ Χριστό και εσύ Αλάχ και όμως και οι δυο μας αχ και βαχ. Να τα καζάν ντιμπί, να τα ταουκιοκτσού και ο αφαλός της χανούμισας. Κανταΐφια και μπακλαβάδες με τα σορόπια να τρέχουν. Φυσικά και αυτό, αφού έγινε μόδα το ξευτελίσαμε. Τελείωνες το φαγητό στην ταβέρνα και ερχόταν ο σερβιτόρος. «Να τα μαζέψω να φέρω γλυκάκι;». Να τα μαζέψεις. Έφερνε λοιπόν ένα καζάν ντιμπί βιοτεχνίας που το κάψιμο του ήταν σαν το είχε κάνει ο μάστορας φυσώντας τον καπνό του τσιγάρου του, επάνω στην κρέμα. Το σιχαθήκαμε και αυτό. Είχα προσπαθήσει και εγώ να φτιάξω μερικές φορές. Καλό βγήκε. Καμία σχέση με τα ετοιματζίδικα, αλλά κάθε φορά έπρεπε να αγοράζουμε καινούργιο Πιρέξ και δεν πολυσυνέφερε. Καλύτερα να πηγαίναμε στην Πόλη να το φάμε, με θέα τον Βόσπορο.

Ο καιρός περνάει και τώρα η μόδα θέλει γλυκά που δεν είναι γλυκά. Αντί για ζάχαρη να βάλουμε στέβια. Βγάλε έξω και την γλουτένη και αν γίνεται να μην βασανίζουμε φώκιες και φάλαινες για να τα φτιάξουμε. Η πάστα μίκρυνε και έφτασε σε μέγεθος αυτό που παλιά λέγαμε «παστάκι».

Η μόκα τελείωσε. Έμεινε μόνο το μείγμα που κώλυσε στον μακρύ λαιμό του κουταλιού, όσο την ανακάτευα. Το γλύφω απολαυστικά. Καλημέρα.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα