Ο Αλέξανδρος του ΚΘΒΕ
της Λίας Καραμπατέα Το “Alexander the Great” αφορά με βάση τις πληροφορίες της παράστασης, μια ροκ όπερα, εστιασμένη πάνω στη ζωή και το έργο του Μ.Αλέξανδρου. Πραγματοποιείται με τη στήριξη του Διεθνούς Ιδρύματος Μεγάλου Αλεξάνδρου (Ν.Υόρκη), αλλά και υπό την αιγίδα της Helexpo, της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO, των υπουργείων Μακεδονίας – Θράκης […]
της Λίας Καραμπατέα
Το “Alexander the Great” αφορά με βάση τις πληροφορίες της παράστασης, μια ροκ όπερα, εστιασμένη πάνω στη ζωή και το έργο του Μ.Αλέξανδρου. Πραγματοποιείται με τη στήριξη του Διεθνούς Ιδρύματος Μεγάλου Αλεξάνδρου (Ν.Υόρκη), αλλά και υπό την αιγίδα της Helexpo, της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO, των υπουργείων Μακεδονίας – Θράκης και Πολιτισμού & Αθλητισμού και του Ελληνοαυστραλιανού Επιχειρηματικού Συμβουλίου.
Βλέποντας στους πρώτους τίτλους κάθε είδησης τις εξελίξεις των ερευνών στην Αμφίπολη, οι συγκυρίες, κάνουν την παράσταση αυτή πιο επίκαιρη από ποτέ. Ποιος ήταν αλήθεια ο Αλέξανδρος και τι έχει να μας πει το “Alexander the Great” για τον Μακεδόνα βασιλιά…; Πήγαμε, είδαμε, ακούσαμε και σας περιγράφουμε….
Η ιστορία ξεκινά έναν χρόνο πριν τη γέννηση του Αλέξανδρου, δηλαδή το 355 π.Χ., στη Σαμοθράκη, όταν ο Φίλιππος συναντήθηκε για πρώτη φορά με την Ολυμπιάδα. Η ροή της παράστασης είναι συνεχής και στοχευμένη σε όλα τα κομβικά σημεία της ιστορίας του Αλέξανδρου. Είναι μεγάλο ρίσκο η προσπάθεια να αποτυπώσει κανείς μέσα σε περίπου 2 ώρες το έργο του μεγάλου αυτού Μακεδόνα, σκιαγραφώντας ταυτόχρονα την μοναδικά ηρωική του ψυχοσύνθεση. Ωστόσο, τα λιμπρέτα δεν πλατείασαν καθόλου, βρίσκοντας χώρο και χρόνο να υπενθυμίσουν στους θεατές καθετί που έχει σημειωθεί στα ιστορικά κατάστιχα˙ από τον Βουκεφάλα όταν δαμάστηκε από τον Αλέξανδρο μέχρι τις στιγμές εσωτερικής διαμάχης όπου πάντα νικούσε η επιλογή για αυτοθυσία (ήταν ο δρόμος προς την «αιώνια ζωή») αλλά και από τη μεγαλομανία της μητρικής αγάπης της Ολυμπιάδας μέχρι τον έρωτα της Ρωξάνης.
Η μουσική (ζωντανή), δυνατή και σε δυναμικό ρυθμό, πλαισίωνε το έργο καθ’ όλη τη διάρκειά του (Διεύθυνση ορχήστρας: Κώστας Τζούνης, Ενορχήστρωση: Κωνσταντίνος Αθυρίδης, Κώστας Τζούνης). Όλοι οι διάλογοι, η αφήγηση και κάθε άλλος στίχος ερμηνεύτηκαν μελοποιημένοι και όχι με «στεγνό» ύφος απλής πρόζας. Εύκολα αναλογίζεται κανείς την κούραση που θα προκαλούσε σε έναν ηθοποιό κάτι τέτοιο, γι’ αυτό και τιμά ιδιαίτερα όλους τους συντελεστές ότι οι ερμηνείες ήταν γεμάτες αμείωτη ενέργεια από την αρχή ως το τέλος. Κάτι που ακολούθησε ελαφρώς μονότονη γραμμή ήταν η αισθητή έλλειψη κάποιου χαρακτηριστικού μουσικού θέματος, με τα λόγια να πλαισιώνονται σε πανομοιότυπα συνεχώς μελωδικά μοτίβα. Οι σκηνές που διαδραματίζονται όμως είναι πολλές και μικρές, κάτι που δίνει συνεχή κίνηση στη σκηνή, και έτσι αντισταθμίζεται λίγο η έλλειψη αυτή.
Όσον αφορά σκηνικά και φωτισμούς – video art, αξίζουν δικαίως όλα τα εύσημα οι αντίστοιχοι υπεύθυνοι (Γ. Μετζικώφ και Λ.Παυλόπουλος – Σ.Μήτσιος αντίστοιχα). Στη σκηνή υπάρχουν μόνο δύο περίτεχνες σιδερένιες «σκαλωσιές» που αλλάζουν θέσεις, ενώ στο φόντο προβάλλονται κινούμενες εικόνες, και σε συνδυασμό με τους συνεχώς εναλλασσόμενους φωτισμούς, προκύπτει ένα συνολικό αποτέλεσμα που αποδεικνύει ότι «γεμάτη σκηνή» μπορεί να υπάρξει με ευρηματική οργάνωση και συγχρονισμό, χωρίς άλλες σκηνογραφικές φανφάρες και υπερβολές.
Τα κοστούμια επίσης κινήθηκαν στο ίδιο ύφος. Δηλαδή, δεν έλειψαν τα δερμάτινα που υπενθύμιζαν το “rock” αλλά ο σχεδιασμός τους ήταν συνυφασμένος με τα ρούχα των περιόδων που έζησε ο “Alexander the Great”. Και ενώ σαφώς γίνονταν εναλλαγές κατά τη διάρκεια της παράστασης, υπήρξε σωστή ισορροπία ανάμεσα στην ποικιλία και την υπερβολή (κοστούμια: Ιωάννα Τιμοθεάδου).
Οι ερμηνείες όλων των ηθοποιών (στα Αγγλικά, με παράλληλη εμφάνιση υπέρτιτλων για το κοινό, μετάφραση λιμπρέτου: Alexandra Charanis) δεν άφηναν περιθώρια για να εντοπίσει εύκολα κανείς ατέλειες. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος ενσαρκώθηκε από το Δημήτρη Τικτόπουλο, ένα νέο παιδί με ιδιαίτερη χροιά. Στο βιογραφικό του όπως παρουσιάζεται από το κθβε, διαβάζουμε πως πρόκειται για ένα νεαρό που έχει ξεκινήσει και πειραματιστεί ήδη και σε άλλους χώρους και είδη (talent shows κλπ), οπότε πρόκειται για μια γενικότερη επιλογή διανομών που ανάλογα την οπτική καθενός, θα σήκωνε αρκετή συζήτηση.
Μας κέρδισε η συνδυαστική θεατρική και τραγουδιστική ερμηνεία της Λανίκης (Ρούλα Μανισάνου) και του Φίλιππου (Θωμάς Βλιαγκόφτης), ενώ η Ολυμπιάδα (Χαρίκλεια Χατζησαββίδου) είχε μια επιβλητική παρουσία στη σκηνή έχοντας εμπεδώσει και επικοινωνώντας και στο κοινό την ιδιοτυπία του χαρακτήρα που υποδυόταν.
Η «τρικλοποδιά» της παράστασης ωστόσο παραμένει ο χαρακτηρισμός “opera”. Θα μπορούσε εύκολα να το χαρακτηρίσει κανείς σαν μια μορφή “rock musical”, και μάλιστα ιδιαίτερα καλαίσθητο για την ταυτότητά του. Στο τραγούδι των ερμηνευτών όμως, ασχέτως των δυνατοτήτων του καθενός και πέραν πολύ λίγων μεμονωμένων στιγμών, δεν υπήρχαν χαρακτηριστικά όπερας.
Οι επιμέρους εντυπώσεις που αφήνει κάθε κομμάτι της παράστασης είναι πολύ καλές, όμως το «πάντρεμα» μιας τέτοιας ιστορίας (της ζωής του Μ. Αλεξάνδρου) με μια τέτοιας μορφής παράσταση αφήνει ανάμεικτα συναισθήματα. Οι επιλογές των συντελεστών και οι σκηνοθετικές ιδέες του Γιάννη Βούρου και του Κωνσταντίνου Αθυρίδη είναι ξεκάθαρο πως δεν ακολουθούν πεπατημένες οδούς πλέον, και αυτό σαν απόφαση είναι αδιαμφισβήτητα πρωτοπόρο. Η απήχηση και μελλοντική εδραίωση ενός τέτοιου εγχειρήματος θα φανεί μακροπρόθεσμα, γι’ αυτό και ως τότε δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε καλή επιτυχία στους σκοπούς του υπόλοιπου ταξιδιού της παράστασης αυτής…!