Ο Φιλώτας θα µας σώσει
Του Άκη Δήμου Ζήτηµα χρόνου, όπως τα περισσότερα: θα ‘ρθει η άνοιξη εκεί που δεν το περιµένεις, µέσα σ’ ένα µεσηµέρι θα σβήσουν οι συννεφιές που σε κράταγαν όµηρο. Ο κόµπος θα λασκάρει και κάτι σαν ήλιος θ’ ακολουθήσει τα βήµατά σου µέχρι το καθαριστήριο για να δώσεις παλτά και σακάκια, αλλά θα ‘ναι Τετάρτη […]
Του Άκη Δήμου
Ζήτηµα χρόνου, όπως τα περισσότερα: θα ‘ρθει η άνοιξη εκεί που δεν το περιµένεις, µέσα σ’ ένα µεσηµέρι θα σβήσουν οι συννεφιές που σε κράταγαν όµηρο. Ο κόµπος θα λασκάρει και κάτι σαν ήλιος θ’ ακολουθήσει τα βήµατά σου µέχρι το καθαριστήριο για να δώσεις παλτά και σακάκια, αλλά θα ‘ναι Τετάρτη και το καθαριστήριο κλειστό. ∆εν πειράζει, θα σκεφτείς, καλύτερα στο µπαλκόνι ν’ αεριστούνε καλά και µετά µε αµµωνία, να γλυτώσεις και τα έξοδα, εξάλλου το δερµάτινο µπουφάν φοριέται ακόµα.
Οι δρόµοι θα είναι έτοιµοι για βόλτα, τα αθηναϊκά σουξέ στα κινηµατοθέατρα, στις λαϊκές θα καµαρώνουν οι αγκινάρες και τα σπαράγγια, η βασίλισσα Ελισάβετ θ’ ανακοινώνει την ανάρρωσή της από µια γαστρεντερίτιδα (I am exhausted but I feel well now!) κι ο κόσµος έξω κοπάδια, ίσως λίγο σκυµµένοι, γέρνοντας απ’ τα κατάλοιπα µιας ίωσης αλλά περιχαρείς και λυρικοί, όλοι µ’ ένα ποίηµα στο στόµα, εκτός από τους ποιητές, οι ποιητές είναι οι µόνοι που δεν το ‘χουν το ποίηµα εύκολο.
Για µια στιγµή θα ξεχαστείς κοιτώντας τα κύµατα ή την άσφαλτο (ή τα κύµατα της ασφάλτου), θα σκεφτείς ότι το µυστικό είναι να κινείσαι αθόρυβα και διακριτικά όταν όλα και όλοι µετακινούνται τόσο άτσαλα, άσε το κινητό να χτυπάει, µην απαντάς, εδώ σηκώσαµε µια Άνοιξη µε χίλια ζόρια, πώς θα την αφήσουµε τώρα να πάει µονάχη της για ν’ απαντήσουµε στις κλήσεις του καθενός;
∆εν θα ‘χεις τίποτα µα τίποτα να σκεφτείς, πράγµα αναµενόµενο, τόσα και τόσα που βγάλαµε απ’ το µυαλό µας τι πιο φυσικό απ’ το να µείνει στο τέλος άδειο; Νέα θα υπάρχουν αλλά θα γερνάνε πρόωρα. Στην κυβέρνηση δεν θα µπορούν ν’ αποφασίσουν αν φταίει ο στραβός γιαλός ή το βήµα µας το καβουρίσιο, στον ΣΥΡΙΖΑ θα δοκιµάζουν τα τύµπανα, η Χρυσή Αυγή θα οργανώνει «ηµερίδες εθνικής αφύπνισης», µήπως και µάθουµε επιτέλους ιστορία, και η κυρία Βίκυ θα υπερασπίζεται τον µοιραίο εαυτό της ισχυριζόµενη στο Συµβούλιο Εφετών ότι «έκανε αγορές που κάνουν οι κυρίες της δικής τάξης», αδιαφορώντας για την προέλευση των χρηµάτων, σ’ αυτά εξάλλου ακολουθούσε πάντα τις υποδείξεις του Κυρίου της «έχοντας απεριόριστη εµπιστοσύνη στις ικανότητες, τη γνώση και τη σοφία του» (έτσι ακριβώς: στη σοφία του!).
Άλλοι θα βγάζουν νύχια, άλλοι δόντια κι άλλοι τα µάτια τους. ∆ήµαρχοι και κλητήρες θα ζητάνε τα ρέστα, οι σοβαροί θα σοβαρέψουν κι άλλο – έχουνε δει ποτέ όλοι αυτοί ένα ζουµπούλι ν’ ανθίζει στη ζωή τους, θ’ αναρωτιέσαι σχεδόν έντροµος µε την απάντηση.
Εκεί πάνω θα σκάσει µύτη ο Φιλώτας. Ο Φιλώτας δεν θα έχει κανένα άλλο χαρακτηριστικό εκτός απ’ τ’ όνοµά του. ∆ηλαδή, µάλλον (σίγουρα) θα έχει αλλά εσύ δεν το ξέρεις, εσύ θα συγκρουστείς µε τ’ όνοµά του µόνο, απογευµατάκι Φράγκων και Ίωνος ∆ραγούµη γωνία. Θα είναι δύο, µάλλον συνέταιροι, ο ένας µε καπαρντίνα κι ο άλλος µε κοστούµι κοτλέ, ούτε θα σε παραφυλάνε ούτε θα χαφιεδίζουν, θα έχουν άλλα φλέγοντα να τους ζεµατάνε. Κάτι επιταγές πρέπει να καλύψουν – σιγά το πρωτότυπο – αλλά δεν υπάρχει σάλιο. Μέχρι µεθαύριο πρέπει να γίνει κάτι, τρέµουν ολόκληροι, τους έχει βάλει στο χέρι η απόγνωση πριν τους βάλει ο όποιος δανειστής. Χαθήκαµε, θ’ αναστενάζουν και θα ξεροβήχουν, στενεύουν τα περιθώρια, ο κόµπος πρέπει να λυθεί έστω και γόρδια, που εδώ που έχουν φτάσει µόνο γόρδια δηλαδή αλλά µέχρι µεθαύριο ούτε τα µαχαίρια δεν προλαβαίνουνε να τροχίσουν. Θα είναι να τους λυπάσαι αλλά δεν θα προλάβεις (και ποιον να πρωτολυπηθείς, εξάλλου;) γιατί εκείνη τη στιγµή… «ο Φιλώτας, µόνο ο Φιλώτας µπορεί να µας σώσει» θα ουρλιάξει σχεδόν ο ένας (µε την καµπαρντίνα) κι ο άλλος (µε τα κοτλέ) θα τον κοιτάξει εµβρόντητος, «ρε συ…», θα του πει, µόνο αυτό: «ρε συ…», αφήνοντας την κουβέντα του πνιγµένη στ’ αποσιωπητικά γιατί είπαµε, έχει µείνει εµβρόντητος, όρθιες οι ρίγες του κοτλέ στο άκουσµα του ονόµατος του Φιλώτα, πώς δεν τον είχε σκεφτεί αυτός πρώτος κι άφηνε τώρα µια καπαρντίνα να θριαµβεύει; Αλλά δεν είναι ώρα για αντιζηλίες, το επείγον, είπαµε, είναι να σωθούν, που πες πως σώθηκαν αφού, µε το πρώτο σκοτάδι, ιδού ο Φιλώτας, έρχεται εν τω µέσω της νυκτός να ξεχρεώσει τα χίλια χρέη, να καλύψει τα ακάλυπτα, µέρος τους έστω αλλά γιατί µόνο µέρος; Όποιος έχει το µέρος θα ‘χει τον τρόπο του και για το όλον, άρα ολόκληρες τις επιταγές θα καλύψει ο Φιλώτας, µπορεί. Και θα στηθείς δίπλα τους καµουφλαρισµένος, ότι κοιτάς δήθεν τη βιτρίνα µε τ’ αποκριάτικα που δεν θα σε νοιάζουν, αρκετά µεταµφιέστηκες, τώρα εκείνο που πρέπει είναι να µάθεις περισσότερα στοιχεία για τον άγνωστο Φιλώτα, παρακολούθησε στενότερα, γύρνα και ρώτα εν ανάγκη, ένα νούµερο τηλεφώνου, ένα επίθετο, το ζώδιό του έστω, µπορεί να ταιριάζει µε το δικό σου και σε σένα πιο εύκολα να δανείσει, πιο εύκολα να σε καλύψει εσένα, άνθρωπος είναι κι ο Φιλώτας, µπορεί να βαρέθηκε και τις καπαρντίνες και τα κοτλέ κοστούµια, µπορεί στο δικό σου το δερµάτινο να χαµογελάσει, πάλι καλά που ήταν κλειστό το καθαριστήριο και δεν το ‘δωσες.