Parallax View

Ο «κουτός πατέρας» Μίλτος φόρεσε σακάκι και μας ξανασυστήθηκε

Ο πιο «ανθρώπινος» Πασχαλίδης που έχουμε δει ever, είχε λόγο στο Επίσημο Ένδυμα για την πιο συναισθηματική του παράσταση

Χάρης Δημαράς
ο-κουτός-πατέρας-μίλτος-φόρεσε-σακά-1248615
Χάρης Δημαράς

Ο ξερός βήχας δεν τον άφηνε, μετά από κάθε κομμάτι σχεδόν έφευγε από το μικρόφωνο, ωστόσο δεν τον πτόησε κιόλας. Μια διαρκής, ζεστή βλεμματική επικοινωνία με την 4χρονη χαριτωμένη κόρη του Χριστίνα, που τον παρακολουθεί από την πρώτη σειρά, αρκεί για να τα ξεχάσει όλα και να δοθεί ολοκληρωτικά στην τέχνη και στο κοινό.

Ένας Μίλτος Πασχαλίδης διαφορετικός στο Μέγαρο Μουσικής. Δύο απανωτά sold out, με το Επίσημο Ένδυμα που διοργάνωσε η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας Τετάρτη (27/11) και Πέμπτη (28/11). Δεν έπεφτε καρφίτσα.

May be an image of crowd

«Σήμερα εμφανίζομαι με σακάκι, ωστόσο, μόνο τα τραγούδια θα είναι σε πιο επίσημη φόρμα, όχι εγώ», προλόγισε.

Η Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης που συνόδευε τα κομμάτια του, έδωσαν ένα διαφορετικό ήχο, πράγματι πιο επίσημο, όμως η δύναμη των τραγουδιών, της σύνθεσης, του ήχου, των στίχων σε συνεπήραν, όπως κάθε άλλη φορά. Ένας διαφορετικός Μίλτος, αλλά και ένας Μίλτος τόσο ίδιος.

Ο πιο ανθρώπινος Μίλτος που είδαμε ποτέ, ίσως. Η 4,5 ετών κόρη του Χριστίνα  έγινε το θέμα της ημέρας και μας έκανε να δακρύσουμε.

May be an image of 1 person, violin and clarinet

Το «Παραμύθι με Λυπημένο Τέλος», που το έχεις βάλει κι εσύ στα κορίτσια σου για να ευθυμήσουν, στην αντίστοιχη ηλικία.

«Ωραία, τώρα θα παίξουμε και το Ελεφαντάκι», είπε χαριτολογώντας. «Συνήθως το λέω πιο αργά στις συναυλίες, αλλά το έβαλα στην αρχή γιατί στο τέλος της παίρνει ο ύπνος», συνεχίζει.

Την Ελιοματούσα, αργότερα, που η μικρή του το τραγουδά λίγο διαφορετικά. «Εγώ θα το πω κανονικά όμως».

Στο διάλειμμα η μικρή τρέχει από την πρώτη σειρά, ανεβαίνει τα σκαλάκια και πέφτει στην αγκαλιά του.

Στο δεύτερο μέρος, αναφορά στα παιδιά μας, με αφορμή την παρουσία της Χριστίνας. Με το «Ήθελα κάτι να σου πω» του Γιάννη Ρίτσου, που το έγραψε απευθυνόμενος στην 3χρονη κόρη του, Έρη και έλεγε για τον εαυτό του πόσο «κουτός πατέρας» είναι. Κάτι σαν τον Μίλτο, χθες. Κανονικός χαζομπαμπάς, επί σκηνής.

Ήθελα κάτι να σου πω, κάτι να τραγουδήσω. Ξέχασα και σένα ξέχασα και μένα. Με πήρε το τραγούδι στο καράβι του. Μες τα νερά του τραγουδιού μ’ έπνιξε το τραγούδι, έμεινε μόνο το τραγούδι.

Θεέ μου, τι κουτό πατέρα πού `χεις κοριτσάκι!

Πάνω στην καρδιά μου, κάτω απ’το σακάκι μου, έχω φυλαγμένες τις φωτογραφίες σου κάνω τον αδιάφορο, δεν μιλάω για σένα, κάνω πως κοιτάω πέρα, τα βουνά, κάνω πως χαζεύω τις βιτρίνες, χαιρετάω τους φίλους μου , κουβεντιάζω, γέρνω τη ματιά σ’ ένα βιβλίο, κάνω πως κοιτάω τα παπούτσια μου, μη με δούνε, μη με καταλάβουν πως κοιτάζω μόνο εσένα, πως δεν βλέπω κοριτσάκι παρά μόνο εσένα, όμως κοίτα κοριτσάκι, οι φωτογραφίες σου έχουν τυπωθεί στα ρούχα μου, στάμπες στάμπες φως, πάνω στο σακάκι μου, πάνω στα μαλλιά μου και στα χέρια μου μες τα μάτια μου οι φωτογραφίες σου, το παιδί μου, το παιδί μου που γελάει, το παιδί μου στάμπες φως στην πόρτα μου στάμπες φως στον αέρα και το συννεφάκι πέρα, στο βουνό, στον ήλιο. Όλοι με κατάλαβαν , κρύψε με στα χέρια σου.

Θεέ μου, τι κουτό πατέρα πού `χεις! 

May be an image of 1 person and violin

H συνέχεια περιείχε επίσης συγκίνηση.

Το «Μόνο να γελάς» και πάλι με αφιέρωση στη Χριστίνα και «όλα τα παιδιά μας» σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου.

Και το κομμάτι που γράφτηκε για τον Βαγγέλη Γιακουμάκη, από ποίημα του Μάνου Ελευθερίου «Στη χώρα των αθώων», το οποίο, όπως έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξή του, το μελοποίησε μόλις το άκουσε, σε μία μέρα.

Η πλάκα με τη μικρή Χριστίνα συνεχίστηκε από τον Μίλτο.

«Είπε ότι θα μου βάλει πιπέρι στο στόμα», είπε για στίχο που εμπεριείχε βωμολοχία.

«Μετά από δύο τραγούδια θα πω πάλι βρισιά, αλλά αυτή τη λέξη δεν την ξέρει, οπότε δεν μετράει», συνέχισε γελώντας.

Ωραίος χαζομπαμπάς. Το αισθανόταν, πραγματικά. Έστελνε φιλιά συνεχώς, μία φορά πήγε μπροστά της, της έδωσε τα χέρια του, ενώ συχνά της έκανε χορογραφίες στη σκηνή. Η μικρή έγινε σημείο αναφοράς. Για να ξέρεις πώς φτιάχνονται τα τραγούδια, όλα τα τραγούδια χρειάζονται τον ίδιο κόπο για να γίνουν και μετά παίρνουν την πορεία τους.

Έκανε και ειδική μνεία σε τρεις συνθέτες που τον σημάδεψαν. Ξαρχάκος, Λεοντής, Μικρούτσικος. «Όσοι δεν το ξέρατε, ήρθατε σε λάθος συναυλία». Αλλά στο τέλος και του συνοπαδού του (ΑΕΚ), Μάριου Τόκα, του Δημήτρη Μητροπάνου, του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα.

«Αγύριστο κεφάλι», ακόμη και ως «κουτός πατέρας». Θα την ρίξει την μπηχτή του.

May be an image of 2 people and violin

Μέσα από τη σημαντική αυτή συναυλία, για την οποία σημαντική ήταν η συμβολή της Άννας Μυκωνίου, Προέδρου και Καλλιτεχνικής Διευθύντριας του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, του Διευθυντή Ορχήστρας, Τάσου Συμεωνίδη, των Γιάννη Μπελώνη, Δημήτρη Οικονομίδη και Μανώλη Ανδρουλιδάκη που ήταν υπεύθυνοι για τις ενορχηστρώσεις και τους συνεργάτες του Θύμιο Παπαδόπουλο (πνευστά), Πάρι Περυσινάκη (νυκτά όργανα) και Γιάννη Μπελώνη (πιάνο), έγινε ένα flashback όλη η 30χρονη διαδρομή του στη μουσική και το τραγούδι. «Το κεφάλι μου και η ψυχή μου φεύγουν γεμάτα από αυτή τη συνεργασία» και ευχαρίστησε όλους.

Και λίγο πριν κλείσει με τον Ερωτόκριτο, από αυτόν που ξεκίνησε δηλαδή, πήγε και έβγαλε το σακάκι του και επέστρεψε στο φινάλε με το μπλουζάκι.

Στο σημείωμά του ανέφερε:

«Τα τραγούδια γεννιούνται σαν τα μωρά. Γυμνά. Τα ρούχα τους στην αρχή τα διαλέγουν οι γονείς, ύστερα πριν το καταλάβεις τα μωρά παύουν να είναι μωρά και έχουν άποψη. 

Τα τραγούδια μεγαλώνουν σαν τα παιδιά. Αλίμονο αν πιστέψεις ότι είναι δικά σου. Τα παιδιά και τα τραγούδια είναι του εαυτού τους. Και θα κάνουν του κεφαλιού τους. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να είσαι δίπλα τους, μην κακοπέσουν. 

Τα τραγούδια μου τα έντυσα μία φορά: στην πρώτη τους ηχογράφηση. Μετά πήραν τον δρόμο τους κι ούτε που με ρωτάνε πια πού να πάνε και τι να φορέσουν». 

Το σημείωμα το δικό μας, έρχεται μέσα από τους στίχους του Δημήτρη Αποστολάκη, στο τραγούδι του «Οι ντομάτες».

«Μίλτο, δε θα γεράσουμε ποτέ, στο υπογράφω. «Και τις ντομάτες στα παπούτσια μου τις γράφω, μαζί με το μανάβικο του κυρ-Αντώνη».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα