Ο Μάνος Λοΐζος είχε ένα τεμπελίκι παραπάνω

Tου Κωστή Ζαφειράκη  Με αφορμή την επέτειο θανάτου του Μάνου Λοίζου- 17 Σεπτέμβρη του 1982- θυμήθηκα μια κουβέντα που είχαμε κάνει με τον Μανόλη Ρασούλη, ένα απόγευμα πριν από δέκα και βάλε χρόνια, με θέμα τη σχέση τους. Φίλοι καρδιακοί οι δυο τους, ως το τέλος. Φανατικός καπνιστής ο ένας, αντικαπνιστής ο άλλος, όταν έπιαναν […]

Κωστής Ζαφειράκης
ο-μάνος-λοΐζος-είχε-ένα-τεμπελίκι-παρα-14602
Κωστής Ζαφειράκης
loizos.jpg

Tου Κωστή Ζαφειράκη 

Με αφορμή την επέτειο θανάτου του Μάνου Λοίζου- 17 Σεπτέμβρη του 1982- θυμήθηκα μια κουβέντα που είχαμε κάνει με τον Μανόλη Ρασούλη, ένα απόγευμα πριν από δέκα και βάλε χρόνια, με θέμα τη σχέση τους. Φίλοι καρδιακοί οι δυο τους, ως το τέλος. Φανατικός καπνιστής ο ένας, αντικαπνιστής ο άλλος, όταν έπιαναν τις πολιτικές συζητήσεις, τους άκουγαν ως την Βενεζουέλα. Τώρα που έχουν ξανανταμώσει, έχουν μπροστά τους μια αιωνιότητα και μια μέρα για να βάλουν μπροστά όσα σχέδια τους έκοψε η ζωή στη μέση. Ο Μανόλης Ρασούλης θυμάται σπάνιες στιγμές από τη ζωή του, δίπλα στον θρυλικό Αλεξανδρινό.

Κάπνιζε πολύ. Θυμάμαι, ρούφαγε με πολύ φόρτσα τον καπνό κι άνοιγε κάπως τα ρουθούνια του καθώς τον φύσαγε. Ήταν πολύ χαρακτηριστικός ο τρόπος που κάπνιζε. Είχε ένα στυλ. Εγώ βέβαια δεν κάπνιζα, ούτε καπνίζω, αλλά είμαι ένας παθητικός καπνιστής ολκής, διότι καπνίζουν όλοι γύρω μου κι αναγκαστικά πίνω κι εγώ. Είμαι δηλαδή ένας καπνιστός σολομός.

Γνωριστήκαμε το 1965. Μας σύστησε ο Φώντας Λάδης. Δουλεύαμε μαζί στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή», κι αυτός κάπνιζε και μάλιστα κράταγε το τσιγάρο κάπως περίεργα, το μανίκι του ήταν σχεδόν κολλημένο στο τσιγάρο. Λες και το τσιγάρο έβγαινε μέσα από το μανίκι του. Αυτός με σύστησε στον Μάνο. Και θυμάμαι παίζαμε τότε στις μπουάτ της Πλάκας, όπου το ντουμάνι πήγαινε σύννεφο και πάντα επαναλαμβάναμε ένα περιστατικό από τους Μπολσεβίκους: Στα συνέδριά τους έβγαινε ένας κι έλεγε «Μην καπνίζετε», και καπνίζανε όλοι, ακόμα κι αυτός που το έλεγε, και λιποθυμούσαν από τον καπνό. Οι στιγμές που έχουν ιδεολογικό και μουσικοτραγουδοποιητικό τζόγο είναι πάντα μέσα σε μια καπνίλα.

Το πρώτο δικό του κομμάτι που άκουσα ήταν το «Καράβια Αλήτες» σε στίχους του Φώντα Λάδη. Αυτό το τραγούδι έχει μια πολύ ωραία εισαγωγή και του έλεγα θυμάμαι: Μάνο όταν θα γίνεις φοβερός στην Κολούμπια, θα βγάλουν από το σήμα της εταιρείας την «Συννεφιασμένη Κυριακή» του Τσιτσάνη και θα βάλουν την εισαγωγή από το «Καράβια Αλήτες».

Ήταν πολύ ερωτικός άνθρωπος, όχι μόνο ως προς το άλλο φύλο. Αλλά ερωτικός με την έννοια ότι είχε μια παράξενη αύρα. Είχε μια ποιητικότητα που του έδινε μια λάμψη.

Μέχρι και που πέθανε ήμουν ο κολλητός του. Λέγαμε τα βαθιά μυστικά μας, τα οποία δε λέγονται, βεβαίως. Γιατί όπως είπε κι ο Καραμανλής είναι ορισμένα πράγματα που γίνονται και δε λέγονται κι ορισμένα που λέγονται και δε γίνονται. Οι συγκρούσεις με τις γυναίκες του και με το περιβάλλον του.. Ήταν πάρα πολύ βραδύς στους ρυθμούς του, σε βαθμό κακουργήματος πολλές φορές. Αλλά όταν έμπαινε στο στούντιο πάθαινε ένα κρεσεντάρισμα κι ανέπτυσε ένα ρυθμό που ήταν έξω από τα συνηθισμένα του. Πάντως είχε τον φυσιολογικό ρυθμό ενός δημιουργού. Παρ’ ότι πιεζότανε κι από τη βιομηχανία να φτιάξει τραγούδια. Και τα «Τραγούδια της Χαρούλας» τα φτιάξαμε κάτω από μια δημιουργική πίεση, τον πίεζα κι εγώ, γιατί είχε ένα τεμπελίκι παραπάνω.

Του άρεσε πολύ να παίζει τάβλι. Έβγαινε στην αυλή κι άμα έβρισκε κανέναν εργάτη τριγύρω τον φώναζε, έπιναν κανένα ούζο κι έπαιζαν τάβλι με τις ώρες. Επικοινωνούσαμε πάντως πολύ και διανοητικά και ψυχικά. Δουλεύαμε πολύ μαζί, είχαμε μια πολύ δημιουργική σχέση. Δεν του έστελνα δηλαδή τα στιχάκια με το ταχυδρομείο. Όταν κάναμε τα «Τραγούδια της Χαρούλας» έμενα στο σπίτι του στην Φιλοθέη, 5-6 μήνες, ζούσαμε από τα καλύτερα μέχρι τα χειρότερα. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν αγαπούσε, και κακώς, το χρήμα. Ήθελε να κερνάει, κι άμα είχες ανάγκη ήταν ο πρώτος που έβγαζε να σου δώσει.

Έχω ακόμα την φωνή του στ’ αυτιά μου. Έχω και το σακάκι του κρεμασμένο στην ντουλάπα μου. Ήταν ο μεγάλος μου αδελφός, παρ’ ότι μερικές φορές αρπαζόμασταν κιόλας, κυρίως για ιδεολογικά θέματα. Στα προσωπικά τα πηγαίναμε μια χαρά. Γράφαμε, θυμάμαι, ένα τραγούδι για τους πολιτικούς πρόσφυγες. Εγώ του έδινα μια διάσταση αναρχοαυτόνομη, ενώ αυτός ήθελε να το κάνει κοματίκλα…μας άκουσε μέχρι και η Βενεζουέλα.. Ένα τραγούδι που δεν άκουσε ποτέ του, ήταν το πρώτο που ξεκινήσαμε να φτιάξουμε, το «Με φουρτουνιάζει ο έρωτας». Με ήθελε πιο πολύ για τραγουδιστή του.. Με έλεγε μάλιστα αρσενική Φαραντούρη. Ήθελε θυμάμαι να τραγουδήσω τα κομμάτια του Ναζίμ Χικμέτ, τα είχα προβάρει αρκετές φορές, περάσαμε ώρες ατελείωτες στο στούντιο, μου έδειχνε τον τρόπο, τα άφησε όμως με την φωνή του, γιατί δε μπόρεσα εγώ να τα πω. Είχα ένα αντιστουντιακό σύνδρομο, τότε.. Πάντως με είχε περί πολλού ως τραγουδιστή.

Του άρεσε πάντα να του τραγουδάω ήταν το «Κόσμε χρυσέ, κόσμε αργυρέ, κόσμε μαλαματένιε..», το ριζίτικο. Μ’ έβαζε πολλές φορές και του το έλεγα και την άκουγε, που λέμε.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα