Ο συνεχής πόλεμος του Δικαιόπολη
της Λίας Καραμπατέα Στο κατάμεστο θέατρο Δάσους, παρακολουθήσαμε την παράσταση Αχαρνής, μια πολιτική κωμωδία του Αριστοφάνη (το πρώτο σωζόμενο έργο του), σε σκηνοθεσία και επεξεργασία του Γιάννη Κακλέα. Οι Αχαρνής αποτελούν ένα έργο πιο επίκαιρο από ποτέ, αφού εκφράζουν την προσωπική καταγγελία του τραγικού ποιητή για την πολιτική διαφθορά και δημαγώγηση, καταστάσεις που υποθάλπουν την […]
της Λίας Καραμπατέα
Στο κατάμεστο θέατρο Δάσους, παρακολουθήσαμε την παράσταση Αχαρνής, μια πολιτική κωμωδία του Αριστοφάνη (το πρώτο σωζόμενο έργο του), σε σκηνοθεσία και επεξεργασία του Γιάννη Κακλέα.
Οι Αχαρνής αποτελούν ένα έργο πιο επίκαιρο από ποτέ, αφού εκφράζουν την προσωπική καταγγελία του τραγικού ποιητή για την πολιτική διαφθορά και δημαγώγηση, καταστάσεις που υποθάλπουν την ειρήνη, προασπίζοντας έναν «δημοκρατικό» και συνεχή πόλεμο. Ο Δικαιόπολης προσπαθεί να πείσει τους Αθηναίους συμπολίτες του για μια δίκαιη ειρήνη, ένα πολίτευμα αξιοκρατικό, αγάπη για κάθε συνάνθρωπο και απόλαυση όλων αυτών των καρπών. Αυτοί όμως αρνούνται πεισματικά θεωρώντας τον προδότη, και τότε ο Δικαιόπολης δρα αυτοβούλως…!
Οι αριστοφανικές κωμωδίες, που τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζουν τα θεατρικά δρώμενα των καλοκαιριών μας, είναι άρρηκτα συνδεμένες με παρεκκλίνουσες συμπεριφορές. Εστιάζουν συχνά σε διονυσιακές τελετές, ενώ ποτέ δεν λείπουν οι οξείες εκφράσεις και τα «χοντροκομμένα» αστεία, αποδίδοντας σαν σύνολο μία αυθεντική σάτιρα.
Αυτού του είδους οι καταβολές λοιπόν στη συγκεκριμένη παράσταση υπήρξαν, σχεδόν σε πλεονασμό. Οι ισορροπίες ανάμεσα στη διασκευή ενός αρχαίου κειμένου που παρουσιάζεται στη νεοελληνική και στη σάτιρα που εύκολα αποκτά επιθεωρησιακό χαρακτήρα, είναι πολύ δύσκολο να διατηρηθούν και το αισθητικό αποτέλεσμα καθαρά υποκειμενικό.
Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Δικαιόπολη, έχει καταφέρει να παρουσιάζει ένα δικό του αυθεντικό στυλ αφομοιώνοντας όμως κάθε φορά τον χαρακτήρα που καλείται να παρουσιάσει. Ιδιαίτερα απολαυστική όμως (παρότι πιο σύντομη παρουσία στη σκηνή) ήταν και η ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη, στο ρόλο του Ευριπίδη ενώ μετά ακολουθεί και ο Φάνης Μουρατίδης, σαν στρατηγός Λάμαχος. Τα κείμενα ήταν καλοδουλεμένα, με έξυπνα κωμικά στοιχεία και λογοπαίγνια, και οι διάλογοι κομμένοι στα μέτρα των ηθοποιών.
Η ομάδα του χορού κινήθηκε πολύ οργανωμένα και με μπρίο στη σκηνή, ενώ οι παρεμβάσεις του Αμφίθεου, τον οποίο υποδύθηκε η Αγγελική Τρομπούκη, γίνονταν μόνο χορευτικά και αυτό είχε ιδιαίτερο αισθητικό ενδιαφέρον.
Εξαιρώντας όμως τον πρωταγωνιστή και τον χορό, η δομή της παράστασης είχε σε γενικές γραμμές τη μορφή ρόλων οι οποίοι έκαναν από μία εμφάνιση στη σκηνή και μετά δεν τους ξαναείδαμε, παρά μόνο στην τελική υπόκλιση. Αυτό έκανε την παράσταση να κυλήσει πιο εύκολα σε ερμηνευτικά σημεία που μας φάνηκαν αδιάφορα, αλλά παράλληλα υπήρξαν χαρακτήρες που θέλαμε να τους δούμε λίγο περισσότερο στους έξυπνους διαλόγους τους.
Απολαύσαμε την έξυπνη σκηνική αξιοποίηση του χώρου και τους αυτάρκεις φωτισμούς, ενώ τα κοστούμια των ηθοποιών θα έβρισκε κανείς να κυμαίνονται από ευφάνταστα ως οριακά υπερβολικά σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Το κοινό γέλασε και διασκέδασε αρκετά, ενώ το μεγαλύτερο χειροκρότημα κατά τη διάρκεια της παράστασης, και μάλλον όχι τυχαία, ήταν προς τον Δικαιόπολη, λέγοντας πως «όποιος κοιμάται στη δημοκρατία, ξυπνάει στη δικτατορία…»!