Οι αριθμοί λένε την αλήθεια. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τα νούμερα…
Ποια θα είναι η οικονομική πορεία του τόπου μας στα επόμενα χρόνια;
Ένα τεράστιας σημασίας ερώτημα που θα πρέπει να απασχολεί όλους τους Έλληνες μηδενός εξαιρουμένου και δη τις νεότερες γενιές που ζούνε στη χώρα μας είναι το ποια θα είναι η οικονομική πορεία του τόπου μας στα επόμενα χρόνια.
H Ελλάδα δυστυχώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως η μόνη χώρα παγκοσμίως που ενώ δεν έχει υποστεί κάποια φυσική καταστροφή ή τις επιπτώσεις μιας πολεμικής σύγκρουσης, διέρχεται οικονομική κρίση εδώ και πάρα πολλά χρόνια με τα αποτελέσματα αυτής να είναι κατάφωρα, καθώς τα εισοδήματα των Ελλήνων πολιτών έχουν συρρικνωθεί πάνω από 30%.
Η δυναμική της παραγωγής από το 2007 μέχρι το 2023 έχει σημειώσει μείωση κατά 110 δισεκατομμύρια ευρώ ανά έτος και η ανεργία έχει σταθεροποιηθεί πάνω από το 25% εδώ και χρόνια.
Ενδεικτικό παράδειγμα προς σύγκριση της υπάρχουσας εγχώριας οικονομικής κατάστασης αποτελεί το οικονομικό κραχ του 1929 των Ηνωμένων Πολιτειών το οποίο διήρκεσε δέκα χρόνια και ως τώρα αποτελεί τη χειρότερη κρίση που έχει υποστεί Δυτική Εθνική οικονομία κατά το οποίο η ύφεση έφτασε το 30% χωρίς να το ξεπεράσει και σε σύγκριση με την Ελλάδα της κρίσης παρουσιάζει εμφανώς πιο χαμηλό ποσοστό ανεργίας.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα ποιο θα είναι το μέλλον της οικονομίας της χώρας μας, μπορούμε να εστιάσουμε στο μοναδικό μεταβλητό παράγοντα που δεν είναι άλλος από την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Αναμφισβήτητα το τεράστιο πρόβλημα με το οποίο έρχεται αντιμέτωπη η οικονομία της χώρας έγκειται στην ανύπαρκτη σχεδόν ανάπτυξη. Το δυσβάσταχτο οικονομικό χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας και η μετανάστευση του αξιότερου και πιο καταρτισμένου εργατικού δυναμικού το λεγόμενο (brain-drain), ο πληθωρισμός, η στεγαστική κρίση και η ανέχεια, θα μπορούσαν να βελτιωθούν με την επίτευξη της περιβόητης οικονομικής ανάπτυξης.
H ανάπτυξη αναφέρεται στην ικανότητα μιας οικονομίας να παράγει πλούτο. Αγαθά και υπηρεσίες, η συνολική ετήσια αξία των οποίων ονομάζεται Εθνικό προϊόν ή Εθνικό Εισόδημα ή ΑΕΠ όπως το λέμε για συντομία. Το ΑΕΠ αποτελεί την κεντρική μεταβλητή της μικροοικονομίας γιατί είναι ο μόνος αντικειμενικά μετρήσιμος τρόπος για να εκτιμήσουμε την ευημερία ενός κράτους.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη μακροοικονομική βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (AMECO, έκδοση Νοε-22), το 2021 η παραγωγικότητα των συντελεστών της παραγωγής (Total Factor Productivity) ήταν μικρότερη κατά 21,1% σε σύγκριση με την κορυφή του 2007.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό ικανό προς εργασία (ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών), από τα 7,4 εκατ. το 2009 μειώθηκε στα 6,7 εκατ. το 2022.
Ποιοι είναι όμως οι τρόποι που μπορεί να οδηγήσουν μία χώρα στην πραγματική ανάπτυξη;
Μια χώρα που θέλει να μπει σε τροχιά ανάπτυξης και να προσελκύσει παραγωγικές επενδύσεις οφείλει να ακολουθήσει σίγουρα τα παρακάτω βήματα:
Αρχικά θα πρέπει να δοθούν φορολογικά κίνητρα για την προσέλκυση νέων επενδυτών, να περιοριστεί η γραφειοκρατία, να δημιουργηθεί ένα σταθερό τραπεζικό σύστημα, να εξαλειφθεί η διαφθορά, να εκσυγχρονιστεί η δικαιοσύνη και η εκπαίδευση, να οργανωθεί μία ισχυρή αρχή ανταγωνισμού, να επαναδιατυπωθεί η εργατική νομοθεσία, να τοποθετούνται σε θέσεις ευθύνης άξιοι και έντιμοι πολιτικοί και διοικητικοί υπάλληλοι και τέλος να δημιουργηθεί ένα οικοσύστημα συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων. Στις μέρες μας δεν υπάρχει καμία απολύτως χώρα στον πλανήτη που να έχει εφαρμόσει τα παραπάνω βήματα έστω και μερικώς και να μην βρέθηκε σε τροχιά ανάπτυξης.
Το ερώτημα που εύλογα έρχεται στο μυαλό μας είναι το εξής: είχε η Ελλάδα ποτέ πραγματική ανάπτυξη;
Για την απάντηση της εν λόγω ερώτησης αναπόφευκτα οδηγούμαστε σε μία κατά ανάγκη σύγκριση με χώρες όπως η Σλοβενία, η Λιθουανία, η Σλοβακία, η Λετονία και η Μάλτα που όλες τους μία δεκαετία νωρίτερα ήταν φτωχότερες από εμάς και σήμερα όπως φαίνεται και από το διάγραμμα μας έχουν ξεπεράσει.
ΠΗΓΗ:WORLD BANK
Ωστόσο με γιγαντιαίους τίτλους το σύνολο σχεδόν των Ελληνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης θριαμβολογούν για το δεύτερο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρώπη, παρουσιάζοντας αύξηση του ΑΕΠ το δ΄τρίμηνο του 2022 στο 5,2% για την Ελλάδα.
Επειδή με όλους αυτούς τους αριθμούς, τα ποσοστά και τους οικονομικούς όρους μπορεί να έχετε βρεθεί σε σύγχυση θα δοθεί ένα παράδειγμα και ο καθένας ας βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Μία χώρα Α επιτυγχάνει 5,2% ανάπτυξη επειδή έγιναν επενδύσεις σε αυτή, δημιουργήθηκαν παραγωγικές μονάδες και η οικονομία της απέκτησε τη δυνατότητα να παράγει 5,2% περισσότερο προϊόν από πέρυσι. Όπως είναι φυσικό, σε αυτή τη χώρα μεγάλο μέρος των κερδών από τις θέσεις εργασίας, τους φόρους εισφοράς, την απόκτηση τεχνογνωσίας κ.τ.λ. θα μείνει στην τοπική κοινωνία. Μία άλλη χώρα Β, μπορεί να επιτύχει και αυτή 5,2% ανάπτυξη επειδή πέντε μεγάλοι παραγωγοί ηλεκτρισμού σχηματίζουν καρτέλ και αυξάνουν τα κέρδη τους κατά 600%, παράγοντας με αυτό τον τρόπο λιγότερο ρεύμα από πέρυσι. Το ίδιο κάνουν και τέσσερις τράπεζες, τρείς μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ, δυο εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και ούτω καθεξής.
Επίσης, τα ακίνητα της μισής επικράτειας έχουν πουληθεί σε πλούσιους ξένους για να πάρουν βίζα, το ίδιο και τα λιμάνια, τα αεροδρόμια και τα τρένα της. Επειδή για κάποιους λίγους τα κέρδη εκτοξεύονται στα ύψη, το ΑΕΠ στη χώρα Β εμφανίζεται κατά 5,2% υψηλότερο, αλλά η παραγωγή των πραγματικών αγαθών και υπηρεσιών στην οικονομία, έχει μειωθεί. Το 5,2% δηλαδή δεν είναι ανάπτυξη αλλά αναγκαστική μεταφορά πλούτου από τους ασθενέστερους στην ελίτ και αυτό παρουσιάζεται ως ανάπτυξη!
Αν προβληματίζεσαι για το ποιο από τα δύο παραδείγματα αντιπροσωπεύει τη δική σου χώρα, δεν είναι δύσκολο να το βρεις αν εσύ και οι γύρω σου, με το φετινό σας εισόδημα όντως έχετε 5,2% υψηλότερη αγοραστική δύναμη σε σχέση με πέρυσι, τότε ναι ίσως βρίσκεσαι στη χώρα Α.
Αν πάλι αισθάνεσαι πως κάθε χρόνο γίνεται ακόμη πιο δύσκολο να τα βγάλεις πέρα, μάλλον είσαι στη χώρα Β.