Οι νεκροί είναι 57, αλλά οι συγγενείς τους 10 εκατομμύρια
Η Αλεξάνδρα Ταχμαζίδου είπε όσα θέλαμε όλοι μας να πούμε εδώ και δύο χρόνια για το έγκλημα των Τεμπών
Το Δέντρο των Ψυχών στέκει πια εκεί, μπροστά, στη νέα παραλία της Θεσσαλονίκης, ατενίζοντας προς το Θερμαϊκό, προς την Πιερία και λίγο νοτιότερα, στα Τέμπη εκεί που πριν από δύο χρόνια γράφτηκε το μεγαλύτερο δράμα της σύγχρονης Ελλάδας.
Ποτίζεται από τα δάκρυα όλων μας. Ποτίστηκε από τα δάκρυα των συγγενών που σήμερα ήταν εκεί, στα αποκαλυπτήρια, γιατί αυτοί -όπως και οι περισσότεροι από εμάς- δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσουμε τι έγινε εκείνο το βράδυ. Δεν πρόκειται να ξεχάσουμε μέχρι να έρθει η Νέμεσις και να τους πάρει. Να πληρώσουν πραγματικά όσοι ευθύνονται για εκείνα που έκαναν και για όσα δεν έκαναν, να καταλογιστούν οι συγκεκριμένες αλλά και οι διαχρονικές ευθύνες, για να κλειστούν στη φυλακή οι υπαίτιοι.
Αλλά όχι μόνο γι΄αυτό.
«Είμαστε εδώ για να μη θρηνήσουμε άλλους νεκρούς. Για να μη βιώσει άλλο σπίτι αυτόν τον πόνο. Για να ζούμε με ασφάλεια, με σωστές υποδομές. Για να ζούμε στην Ελλάδα που αγαπάμε, κάνοντας όνειρα που μπορούν να πραγματοποιηθούν. Για το κράτος δικαίου που αξίζουμε. Είμαστε εδώ ζητώντας τα αυτονόητα για τους αδικοχαμένους ανθρώπους μας, για εμάς και για τις επόμενες γενιές. Για την αλήθεια που πάντα στο τέλος φως».
Τα παραπάνω λόγια της Αλεξάνδρας Ταχμαζίδου, αδερφής της Σοφίας-Ειρήνης που χάθηκε στα Τέμπη, ήχησαν σαν καρφιά στην εκδήλωση των αποκαλυπτηρίων. Σαν εκείνα τα 57 Καρφιά που κάποιοι έβγαλαν από τα Τέμπη νομίζοντας πως θα ξεχάσουμε.
Είπε κι άλλα η Αλεξάνδρα.
«Έχουν περάσει δύο χρόνια. Κι όμως ακόμη μας είναι ασύλληπτο αυτό που βιώνουμε. Τόσο παραστατικές εικόνες. Όλα τόσο ζωντανά στο μυαλό. Δεν πρόκειται να ξεχαστούν ποτέ. Τώρα είμαστε όλοι μπροστά σας και γινόμαστε ένα μαζί σας. Για τη δικαίωση αυτών των ψυχών που χάθηκαν εκείνη τη φονική ημέρα.
Είμαστε εδώ άχρωμοι, χωρίς πολιτικούς και συμφεροντολογικούς σκοπούς. Άλλωστε, γνωρίζουμε πλέον όλοι, σε ποιους κακόψυχους και υποχθόνιους, χωρίς ίχνος ηθικής και ενσυναίσθησης, βρισκόμαστε αντιμέτωποι. Είμαστε εδώ και ζητούμε δικαιοσύνη για αυτές τις ψυχές».
Μα το πιο συνταρακτικό. «Οι νεκροί μπορεί να είναι 57, αλλά οι συγγενείς τους είναι 10 εκατομμύρια».
Λίγο αργότερα έρχεται δίπλα μου η γιαγιά της Φραντσέσκας Μπέζα, θύματος των Τεμπών.
«Είμαι η γιαγιά της Φρεντσέσκας, μου λέει, αλλά το βλέμμα της παραμένει στο μνημείο. Με κοιτάει ξαφνικά με τα υγρά της πράσινα μάτια, ευθύβολα για λίγο και επικεντρώνεται και πάλι στο σημείο. «Εγώ τη μεγάλωσα. Δεν ήταν εύκολο όταν οι γονείς δουλεύουν. Παύση. Το κορίτσι μου. Έγραφε και τραγούδια».
Τα δάκρυα φεύγουν ποτάμια από τα μάτια της. Τα λόγια στερεύουν.
Και στο τέλος, όμως…
Το κορυφαίο κατ’ εμέ ελληνικό τραγούδι, ερμηνευμένο από τον Παύλο Σιδηρόπουλο, σε μουσική του Γιώργου Θεοδωράκη και στίχους του αξεπέραστου Λευτέρη Παπαδόπουλου. Πόσο διαχρονικό.
Ο Σερραίος καλλιτέχνης, Κώστας Βέρρος παίρνει την κιθάρα.
Κάποτε θα ‘ρθουν να σου πουν πως σε πιστεύουν, σ’ αγαπούν και πώς σε θένε
Έχε τον νου σου στο παιδί κλείσε την πόρτα με κλειδί ψέματα λένε
Κάποτε θα ‘ρθουν γνωστικοί λογάδες και γραμματικοί για να σε πείσουν
Έχε τον νου σου στο παιδί κλείσε την πόρτα με κλειδί θα σε πουλήσουν
Και όταν θα ‘ρθουν οι καιροί που θα ‘χει σβήσει το κερί στην καταιγίδα
Υπερασπίσου το παιδί γιατί αν γλιτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα.
ΑΘΑΝΑΤΟΙ.