Featured

Ως πότε τα social media θα κατευθύνουν την ζωή μας; – Oι συντάκτες μας γράφουν…

Εδώ συγκεντρώθηκαν οι διαφορετικές απόψεις των συντακτών της Parallaxi για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Parallaxi
ως-πότε-τα-social-media-θα-κατευθύνουν-την-ζωή-μας-694351
Parallaxi

Tα τελευταία χρόνια η ζωή μας αλλάζει ριζικά. Συνηθίζουμε να δρούμε μέσω μιας οθόνης. Το πιο δυνατό άγγιγμα είναι η αφή στο κινητό μας, τα emoji είναι τα συναισθήματα, το Netflix έχει γίνει πια το σινεμά τσέπης σου. Η παρέα ένα social media group, το φλερτ ένα απλό chat, η πληροφόρηση μια ανανέωση στο twitter. Ο καθένας από μας διαμορφώνει την κοινή γνώμη από μια γωνιά του καναπέ του δίχως να δυσκολευτεί ιδιαίτερα πατώντας απλά ένα share. 

Και με όλα αυτά τα στοιχεία φτάσαμε στον τρόπο ζωής του σήμερα. Τελικά τα social media πόσο επηρεάζουν τις ζωές μας; Εδώ συγκεντρώθηκαν οι διαφορετικές απόψεις των συντακτών της Parallaxi για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Με λένε Ραφαήλ και είμαι εθισμένος στα social media

Ναι το παραδέχομαι. Όσο γκρίνια και αν ακούω από την γυναίκα μου, νομίζω ότι πλέον δε νομίζω να μπορώ να ζήσω χωρίς αυτά. Δεν είμαι τόσο fan της χρήσης τους, δηλαδή να «ανεβάζω» συνεχώς στο Twitter ή να βρω μία φωτογραφία και να την επεξεργαστώ για να τη δημοσιεύσω στο Instagram ή να γράψω κάτι βαθυστόχαστο στο Facebook, αλλά τα παρακολουθώ καθημερινά για αρκετές ώρες. Δεν γίνεται και αλλιώς Το κινητό λόγω δουλειάς έχει γίνει προέκταση του χεριού τα τελευταία χρόνια και πρέπει αναγκαστικά να είσαι δικτυωμένος παντού γιατί πλέον αρκετές ειδήσεις και θέμα «γεννιούνται» από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακόμη όμως και στο κομμάτι της επικοινωνίας αποτελούν πλέον βασικό εργαλείο.
Η επικοινωνία για ένα θέμα δουλειάς, όπως για παράδειγμα μία συνέντευξη, παλαιότερα γινόταν αποκλειστικά και μόνο από το τηλέφωνο ή από κοντά. Τώρα, ο συνεντευξιαζόμενος μπορεί να αισθάνεται πιο άνετα να επικοινωνήσει μαζί σου από τα social media, να γράψει ο ίδιος τις απαντήσεις του, να σου στείλει ένα ηχητικό ή ένα βίντεο. Το χειρότερο βέβαια όλων είναι η χρήση των social media στις ελεύθερες μας ώρες. Όταν υποτίθεται ότι το κινητό πρέπει να μπαίνει στην άκρη.
Συνομιλίες με φίλους, κάτι αστείο που θα δεις και θα πρέπει να το στείλεις σε κάποιον, συζητήσεις για οτιδήποτε μπορείς να φανταστείς από ένα θέμα της επικαιρότητας, μία ταινία, μία σειρά, έναν αγώνα που παρακολουθείς εκείνη την ώρα, ένα χρήσιμο άρθρο που θα χρειαστεί για κάποιον συνάδελφο σου σε ένα ρεπορτάζ που έχει αναλάβει. Έχω φτάσει πλέον σε σημείο να απορώ πραγματικά πώς οι παλαιότερες γενιές «γέμιζαν» τις ώρες τους χωρίς αυτά και περίμεναν να τα πουν με κάποιον συγγενή ή φίλο που έμενε μακριά μόνο μέσω τηλεφώνου και αυτό αν σε έβρισκαν σπίτι εκείνη την ώρα που θα καλούσε ο ένας τον άλλον. Ασχέτως βέβαια με τα παραπάνω έχουν και τα καλά τους τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Αρκεί να χρησιμοποιούνται σωστά. Και φυσικά εννοώ τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Για εμάς είναι πρόκληση καθημερινή να μην ανέβει μία λανθασμένη πληροφορία, ένα fake news που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση και κακή ενημέρωση. Από την άλλη αποτελεί ένα χρήσιμο «εργαλείο» για να έρθεις κοντά με τους αναγνώστες σου και φυσικά με φίλους και συγγενείς που είναι μακριά και πλέον με την βοήθεια της τεχνολογίας καταφέρνεις να εκμηδενίσεις τις αποστάσεις και να μάθεις τα νέα τους σε πραγματικό χρόνο.
*Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Η οθόνη του κινητού μου γνωρίζει περισσότερα για μένα απ’ ότι οι γονείς μου…

Σάββατο βράδυ κάθομαι με τις κολλητές μου στον καναπέ και απολαμβάνουμε την σειρά μας και εκεί που ξεκινά η λούπα στην υπόθεση, γυρίζω το κεφάλι μου και ξαφνικά και οι 3 έχουμε ανοίξει την μικρή οθόνη και σκρολάρουμε ανελέητα στα social media. Έπειτα αρχίζει μία συζήτηση για το πόσο εθισμένοι είμαστε σε αυτά. Εγώ εκνευρίζομαι και απαντώ ”έχω ζήσει 1,5 μήνα χωρίς κινητό, χωρίς επαφή με τον εικονικό κόσμο” πετάγεται η μία και μου απαντά ”θέλεις δεν θέλεις να το παραδεχτείς έτσι είναι είμαστε όλοι εξαρτημένοι από αυτά. Και το ξέρεις πως το πρωί καθόμαστε μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή για δουλεία και το βράδυ σε μία άλλη μικρότερη για ”διασκέδαση”.

Και όντως αυτή η θεωρία στην ζωή μου ισχύει την τελευταία πενταετία. Έχω πιάσει τον εαυτό μου άπειρες φορές να προσπαθεί να βγάλει την κατάλληλη φωτογραφία για το Instagram δίχως όμως να γνωρίζω το γιατί. Βασικά το γνωρίζω πολύ καλά… Είμαστε μία γενιά που για να γίνουμε αποδεκτοί από τον έξω κόσμο χρειαζόμαστε δυνατά profile στα digital networks, είμαστε η γενιά που η γνώμη μας μετρά αρκεί να πατήσουμε το publish, είμαστε εκείνη η γενιά που φλερτάρει μέσω ατελείωτων μηνυμάτων με κάποιον που συναντήσαμε μονάχα μία φορά. Και όταν ξάφνου έρθει το face to face παγώνουμε, κολλάμε… και η συζήτηση δεν κυλά. Και αν τραβήξει αυτή η εικονική σχέση (σίγουρα πρέπει να ενημερώσεις τους ακόλουθους σου για να είναι σοβαρή) όμως, δεν θα διαρκέσει πάνω από μήνα, γιατί δεν έχουμε την ευκαιρία να νοιώσουμε την έλλειψη του άλλου μας μισού, ανά πάσα ώρα και στιγμή επικοινωνούμε και με τα story που ανεβάζουμε τυχαία βρισκόμαστε στο ίδιο μαγαζί. Και τόσο εύκολα ο ενθουσιασμός και ο έρωτας γίνονται συνήθεια και εξατμίζονται.

Είμαστε η γενιά που περνά τον δρόμο απρόσεκτα κοιτάζοντας το κινητό. Είμαστε οι ίδιοι που βρισκόμαστε σε καφέ και μπαρ, στέκια που είχαν τότε οι γονείς μας και συζητούσαν με τις ώρες για θέματα της καθημερινότητας, για ταινίες, για θέατρα, για το πόσο όμορφα και εύκολα θα είναι όλα όταν έρθει η εποχή του internet και της τεχνολογίας. Βλέπεις τώρα εμάς, την γενιά αυτής της εποχής, να έχουμε χάσει το νόημα των ανθρώπινων σχέσεων, να βγάζουμε φωτογραφία τους καφέδες μας, τα φαγητά μας, τα κρεβάτια μας, την σχέση μας, και ενώ βρισκόμαστε τόσο κοντά ο ένας με τον άλλον (κυριολεκτικά στο ίδιο τραπέζι) και όμως τόσο μακριά, να μην έχουμε τι να συζητήσουμε, και να κοιτάμε όλοι τα κινητά μας, αυτά τα ρημάδια που πλέον είναι ο καθρέφτης μας.

Είναι πολλά τα κάλλη των social media μα τι να τα κάνεις άμα είναι ανεξάντλητα άμα σε εθίζουν, και χάνεις την επικοινωνία του face to face, τα συναισθήματα, τις στιγμές και τους ανθρώπους. Aν νοιώθεις πως πήγες μια βόλτα και στην πραγματικότητα ήταν ακόμα ένα βαρετό σερφάρισμα στο internet. Aν εκφράζεις το σ’αγαπώ στους γονείς σου με μια καρδιά, αν είστε στο ίδιο σπίτι και όλοι σας έχετε λουφάξει σε μία γωνιά αγκαλιά με οθόνες διαφορετικού μεγέθους και ενώ έχετε να συζητήσετε τόσα τα ανταλλάσσετε πια με άλλους χρήστες μέσω μηνυμάτων. Αυτός είναι ένας εύκολος και απρόσωπος τρόπος για να εκφραζόμαστε, τον οποίον και όλοι προτιμούμε, και ο οποίος είναι πλέον ο χάρτης και το χειριστήριο της ζωής μας.

*Μυρτώ Τούλα

Ας αφήσουμε τα μυθιστορηματικά σενάρια

Κάθε εποχή έχει και τα παιδιά της. Και κατά το υπαρξιστικό είτε άσχημη, είτε όμορφη, είτε καλή, είτε κακή αυτή είναι η εποχή μας. Στη δική μας τυγχάνει να έχουν πλέον καθιερώσει το ρόλο τους στη ζωή μας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τώρα το αν καλώς καθιερώθηκαν είναι μια ανάλυση ευρύτερη και κυρίως βαθιά πολιτική. Αλλά το μείζον είναι ότι η χρήση, η διαμόρφωση των όρων της χρήσης αυτής, το στήσιμο αυτής της κατοχής και του χειρισμού ενός μέσου είναι κάτι απτό, που σαφώς υπόκειται τόσο σε ανάλυση, όσο και κριτική. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με το καφέ που συχνάζει κάποιος, το κούρεμα που έχει και τις εξωτερικευόμενες συνήθειες του. Είναι αναπόσπαστο και εκδηλούμενο κομμάτι της καθημερινότητας –ή αν θέλετε- ‘’χωροχρονική’’ προέκταση της. Συνεπώς, δεν μπορούν να κριθούν σαν ένας εξωτερικός κόσμος, στον οποίο υπερπηδούμε αναλόγως τα κέφια και τις συνθήκες. Ούτε βέβαια και να υφίσταται ως αυτοτελής, πόσω δε μάλλον ο πλέον πραγματικός. Αυτό θεωρώ ελάχιστοι, το πιστεύουν και σε αυτούς πιάνει δουλειά η ψυχιατρική.

Η εξοικείωση και οικειοποίηση των μέσων είναι φανερή και γι’ αυτό πιστεύω ότι απλά είναι ένας τρόπος να επεκτείνεται ο χρόνος που μπορεί κανείς να εκτίθεται σε ανθρώπους. Το μόνο που έχουν προκαλέσει είναι ένας (αυτό-)περιορισμός της δυνατότητας καθαρής απομόνωσης. Αυτό το λέω υπό τη σκέψη ότι ο ενοχλητικός σεξιστής στην ζωή του στο πανεπιστήμιο, στη δουλειά, στην πόλη δεν θα εμφανιστεί διαφορετικός στα μέσα και επίσης θα διαμορφώσει και εκεί ένα περιβάλλον όμοιο με αυτό που έχει συνηθίσει. Το ότι κάποιος διάβαζε βιβλία πριν τα media, θα έχει αντίκτυπο και σε αυτά, με την ασυνείδητη και συνειδητή από ένα σημείο και εντεύθεν διαμόρφωση του διαδικτυακού τους περιβάλλοντος.

Σενάρια για το πώς θα ήταν αν δεν υπήρχαν τα social είναι μάταια και μια γυμνασιακή παράθεση πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων είναι τουλάχιστον αφελής. Ας επικεντρωθούμε στο πόσο διαμορφώνουμε το χώρο τους και όχι το πώς μας διαμορφώνει. Άλλωστε καθετί εκεί έξω μας διαμορφώνει. Είτε λίγο, είτε πολύ και μας κάνει μεταξύ άλλων να είμαστε αυτό που είμαστε.

*Χρήστος Ωραιόπουλος

Social Media: Εκεί που η πραγματικότητα φιλτράρεται

Ανήκω στους Gen Z, το κινητό μου είναι πάντα μαζί μου. Πότε δεν χρειάστηκε να μάθω απέξω τα τηλέφωνα των φίλων μου, να ανοίξω έναν χάρτη και όντως να ξέρω να τον «διαβάζω». Το πρώτο μου κινητό το πήρα στο γυμνάσιο, ήταν ένα μοντέλο χωρίς οθόνη αφής ωστόσο μπορούσε να πιάσει -με την βοήθεια μιας ενσωματωμένης κεραίας- τηλεοπτικούς σταθμούς. Από τότε πάντα με θυμάμαι να ασχολούμαι με την συσκευή και τις δυνατότητες της.

Αν σου έλεγα πώς το πρώτο πράγμα που κάνω όταν ξυπνάω δεν είναι να ελέγξω τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα σου έλεγα ψέματα. Κάθε μέρα, ανεξαρτήτως της ώρας θα σκρολάρω ανάμεσα σε χιλιάδες φωτογραφίες, memes, ειδήσεις και πολλά ακόμα. Ο κόσμος των Social Media φαντάζει μαγικός, μπορείς να προβάλεις ότι και όπως το θέλεις, να κοιτάξεις μέσα από μια μικρή κλειδαρότρυπα -και πολλές φορές να κρίνεις- την ζωή των άλλων. Στο κόσμο των social media, ο καθένας μπορεί να είναι ότι θέλει, μια έξοδος διαφυγής από την πραγματικότητα. Πολλοί θα μιλήσουν για τα πλεονεκτήματά τους, την ευκαιρία να διασυνδεθείς με άτομα σε όλο τον κόσμο, ιδίως σε μια εποχή που η ανθρώπινη επαφή «απαγορεύεται».

Ωστόσο, καθημερινά παρατηρώ ότι έχουν ξεφύγει από αυτό το πλαίσιο, ναι σίγουρα έσω αυτών θα μιλήσω με τους φίλους μου. Όμως αναρωτήσου πόση ώρα σπαταλάς σε αυτά μιλώντας με τους φίλους σου και πόση κοιτάζοντας την ζωή κάποιου άλλου. Πολλές φορές, έπιασα τον εαυτό μου να κοιτάζει προφίλ άλλων, διασημοτήτων, γνωστών, φίλων και μη και να συγκρίνω την ζωή μου με την δική τους. Τα κατορθώματα, τα μέρη που ανεβάζουν στα story, τις φωτογραφίες, τις βόλτες τους. Η σύγκριση γίνονταν στιγμιαία.  Συνέκρινα τον εαυτό μου με την φιλτραρισμένη «πραγματικότητα» κάποιου άλλου, με μια εικόνα που έχει περάσει επεξεργασία, ένα story που δείχνει απλά μια στατική εικόνα.

Τα Social Media αλλάζουν, εξελίσσονται, πλέον δεν μπορείς μόνο να συνδεθείς με ανθρώπους αλλά και να δημιουργήσεις την ιδανική σου εικόνα αυτή που συγκρούεται με την πραγματικότητα.

*Εύα Καβάζη

Στην χώρα των θαυμάτων (!)

Τα social media έχουν εδραιωθεί, έχουν ενσταλάξει στα σωθικά της κοινωνίας. Κάθε μέρα διαμορφώνουν ένα νέο ευρύ πεδίο κοινωνικής συναναστροφής, συνδιαλλαγής και έκφρασης. Κάποτε ελεύθεροι χώροι μαζικής αποκρυστάλλωσης  απόψεων ήταν το καφενείο, οι παρέες, τα μπαρ – αν φυσικά δεν είχες ήδη κάποιο δημόσιο βήμα (ραδιόφωνο, εφημερίδα κλπ). Πλέον σε ελάχιστο χρόνο μπορείς να εκφράσεις οποιαδήποτε κριτική, γνώμη, σχόλιο, για οτιδήποτε πατώντας μόνο ένα κουμπί. 

Η νέα αυτή εποχή, η οποία χονδρικά εδραιώθηκε από το 2012 και εντεύθεν, εισήγαγε καινοτομίες, ευκολίες αλλά και παραλογισμούς. Ή καλύτερα, εισήγαγε βήμα στον παραλογισμό. Από την μια εκμηδένισε τις δυσκολίες επικοινωνίας. Όχι φυσικά και τις αποστάσεις, αλλά τουλάχιστον έδωσε, μια αδιανόητη κάποτε, ευκολία επικοινωνίας με ανθρώπους, γνωστούς και άγνωστους, σε ολόκληρη την υφήλιο. Μια επικοινωνία τάχιστη, δωρεάν και εμπλουτισμένη με διάφορες παρεμφερής δυνατότητες (βίντεο, φωτογραφίες κλπ). Έδωσε βήμα ελεύθερο, απεριόριστο (με κοινούς κανόνες για όλους, όπως ήταν λογικό), σε όλους ανεξαιρέτως.

Αυτό έχει τα καλά του και τα κακά του βέβαια, αλλά τέλος πάντων, ας πούμε ότι και τις ακραίες φωνές που προκύπτουν τις περιορίζει κάπως, μερικές φορές. Έδωσε, επίσης, πολλές ευκαιρίες διαφήμισης και ανάδειξης της επαγγελματικής ή κάθε είδους δραστηριοποίησης του καθενός, μέσα σε αυτές τις μικρές κοινότητες που λέγονται σοσιαλ μίντια. 

Βέβαια, προσέφερε. Πολλά πράγματα. Πολύ χρήσιμα πράγματα. Και λέρωσε άλλα τόσα. Ας σταθούμε στο πιο σημαντικό κατ’ εμέ. Η κοινωνία πάντα δημιουργούσε συγκεκριμένα πρότυπα συμπεριφοράς, ανεκτά ή αποδεκτά, και παράλληλα ενσωμάτωνε ανάλογες φόρμες. Τα σοσιαλ μίντια φύλαξαν την τάση αυτή σαν κόρη οφθαλμού. Και την πήγε και ένα βήμα παραπέρα. Την αποτελείωσε. Την έκανε ακόμα πιο φθηνή και κακόγουστη. Πιο αντιαισθητική.

Αν μπορούσε να δει κανείς την προκλητική ομοιογένεια των προφίλ που υπάρχουν, την απουσία κάθε αισθητικής, τότε δεν θα δει μόνο ότι δομείται μια συγκεκριμένη αποδεκτή φόρμα. Αλλά, επιπλέον, ότι δομείται κάτι άρρωστο. Συγκεκριμένος τύπος ομορφιάς θα πάρει λαικ, συγκεκριμένος στυλ αντρών θα πουλήσει καλύτερα, συγκεκριμένο ύφος μουσική θα σε κάνει «in». Αυτό βέβαια δεν ισχύει για το 100% των χρηστών. Προς Θεού. Ισχύει, όμως, για ένα πολύ μεγάλο μέρος.

Και ειδικά για νεότερες ηλικίες, όπου τα επίπεδα αποβλάκωσης ρέουν σαν χείμαρρος. Τρομακτικό, αν το σκεφτεί καλά κάποιος που συμφωνεί με αυτή την διαπίστωση. Και δυστυχώς τίποτα δεν φαίνεται ότι μπορεί μα αντιστρέψει το μικρόβιο αυτό που εξαπλώνεται και αυξάνει την κοινωνική ψευδοαποδοχή, συρρικνώνοντας επικίνδυνα ουσιώδεις μηχανισμούς του εγκεφάλου και της κοινωνικής προόδου.

*Bαγγέλης Θεοδωράκης

Social media: Θα ‘ναι σα να ‘ναι οι ζωές μας, αλλά δε θα ‘ναι…

Μία γκράντε εμφάνιση- που όμως θύμισε πολύ αυτή απρόσκλητου συγγενή- φαίνεται να έκαναν την τελευταία δεκαετία τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και όπως όλα δείχνουν κατάφεραν σταδιακά να αλλάξουν τις ζωές όλων μας μια για πάντα. Στο μακρύ αυτό διάστημα, χαρακτηριστικός είναι ο διαχωρισμός χρηστών και μη χρηστών σε δύο στρατόπεδα: Eκείνο των υπέρμαχων, όσων δηλαδή υπερασπίζονταν και υπερασπίζονται με αίμα, τιμή και δόξα τα αποκυήματα του Ζάκερμπεργκ και κάθε Ζάκερμπεργκ και εκείνο των επικριτών που όσο κι αν ψάχνουν, «θησαυρό» στα social media δεν βρίσκουν. Προσωπικά, ανήκω χωρίς φόβο και πάθος  στο δεύτερο και εξηγώ. 

Ουδείς μπορεί να παραβλέψει την ευλογία του να μιλάς ολημερίς και ολονυχτίς, χωρίς περιορισμούς και μάλιστα έχοντας οπτική επαφή με τα αγαπημένα σου πρόσωπα, ιδίως σε περιόδους δύσκολες, όπως αυτή που διανύουμε. Ουδείς επίσης μπορεί να παραβλέψει τη συντροφιά και τη διέξοδο που προσφέρουν (κατά μία έννοια) τέτοιες πλατφόρμες σε προσωπικότητες λιγότερο εξωστρεφείς. Και, φυσικά, κανείς δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσει τα τεράστια bonus προώθησης/ promotion που προσφέρουν πια εταιρείες όπως το Facebook, το Twitter και άλλες. Όμως, εδώ είναι που μάλλον ξεκινούν τα προβλήματα. 

Πόση στ’ αλήθεια προώθηση χωρούν ακόμα οι ζωές μας; To βλέμμα τελευταία πέφτει μονίμως σε χορηγούμενες διαφημίσεις. Διαφημίσεις σε αρχικές σελίδες, σε ιστορίες, σε προσωπικά μηνύματα. Διαφημίσεις ακόμα στα δεξιά σου, στα αριστερά σου, πάνω ή κάτω απ’ τα μάτια σου. Οι πλατφόρμες- «κολοσσοί» σου υπενθυμίζουν σε κάθε σου διαδικτυακή κίνηση πως είσαι όχι τόσο άνθρωπος όσο καταναλωτής και πως αυτό που σου πλασάρουν είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα σου. 

Τραγικότερη, δε, από την προώθηση θα έλεγε κανείς πως είναι η αυτο- προώθηση. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσφέρθηκαν δίχως δεύτερη σκέψη σε κείνους που θέλησαν διακαώς να προβάλουν τους εαυτούς τους και να χαρίσουν στο κοινό τους γενναιόδωρες δόσεις ναρκισσισμού. Αποτέλεσμα αυτού η καθημερινότητά μας να γεμίζει ασφυκτικά με όλα εκείνα τα επιτεύγματα, τους άθλους, το μεγαλείο, την ομορφιά, τις σκέψεις και τα πλούτη του κάθε χρήστη- «Τσακ Νόρις». Και δε θέλω καν να διανοηθώ τον αντίκτυπο που θα είχε ενδεχομένως μια τέτοια αψεγάδιαστη και τέλεια εικόνα των διάφορων κοινών θνητών ή και των influencers σε ανθρώπους που παλεύουν επί μονίμου βάσεως με τον ίδιο τους τον εαυτό.

Αξίζει ενδεχομένως μια πρόσθετη μίνι αναφορά σε όλες εκείνες τις δήθεν σχέσεις που χτίζονται με όχημα τα social media. Βέβαιο γεγονός πως το άγγιγμα, τα χάδια και οι αισθήσεις της δια ζώσης επαφής αντικαταστάθηκαν ολοένα και περισσότερο από ξερά και άψυχα μηνύματα που μόνο κοντά δε μας έφεραν. Μοιάζει τεράστια πια η ευκολία με την οποία οι άνθρωποι αναζητούν ερωτικούς συντρόφους ή φίλους έχοντας δει ένα μονάχα προφίλ και που στην έξω ζωή οι αντιδράσεις τους κάθε άλλο παρά όμοιες θα ήταν με αυτές στα social media. 

Είναι, λοιπόν, αυτά και άλλα τόσα που με οδηγούν στο αντίπαλο στρατόπεδο και που εξηγούν απόλυτα τον τίτλο του παρόντος κειμένου: Θα ‘ναι σα να ‘ναι οι ζωές μας, αλλά δε θα ‘ναι…

*Στέλλα Παϊσανίδη 

Ένα «κλικ» μακριά ο online από τον offline εαυτό μας!

Ζούμε στην εποχή που όλα εξαρτώνται από τα social media. Σπάνια θα συναντήσεις κάποιον στο δρόμο και δεν θα κρατάει σε μία σφιχτή γροθιά το κινητό του.  Πλέον όλα κρίνονται  από το πόσο αρέσει στους άλλους η φωτογραφία σου και στο πόσα σχόλια θα συγκεντρώσεις στο προφίλ σου. Αν κρίνω από τον εαυτό μου, μάλλον, έχουμε δώσει πολύ σημαντική θέση σε αυτά. Μόλις ξυπνήσω αυτόματα ανοίγω το κινητό μου για να τσεκάρω όσα έχω χάσει. Πόσο διαφορετικοί είμαστε, όμως, όταν το wifi κλείνει και πλέον δεν μπορούμε να κρυφτούμε πίσω από το προφίλ που εμείς χτίσαμε;

Βιντεοκλήσεις, άμεση επικοινωνία και εύκολη προσβασιμότητα είναι λίγα από τα θετικά προνόμια που μας έχουν προσφέρει τα τελευταία χρόνια οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Με ένα «κλικ» μπορούμε να μιλήσουμε live με τα αγαπημένα μας πρόσωπα, τα οποία μπορεί να βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά. Μπορούμε να στείλουμε ένα μήνυμα σε φίλους και γνωστούς για να δούμε πως είναι και τι κάνουν. Ακόμα μπορούμε να αντλήσουμε πληροφορίες για ένα μαγαζί που θέλουμε να επισκεφθούμε, να διαβάσουμε κριτικές, έτσι ώστε να έχουμε μία σφαιρική εικόνα για το μέρος που θέλουμε να πάμε. Άλλωστε, οι περισσότερες επιχειρήσεις στο σήμερα διαθέτουν μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία προωθούν την δουλειά τους.

Ας μη ξεγελιόμαστε, όμως, τα social media από μόνα τους δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως καλά ή κακά. Το κατά πόσο μας επηρεάζουν εξαρτάται αποκλειστικά στο πως τα χρησιμοποιεί ο κάθε χρήστης. Πολλοί υποστηρίζουν πως βοηθούν στην κοινωνικοποίηση. Όμως, το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτή η επικοινωνία μέσω μηνυμάτων και emoji είναι πραγματική και ουσιαστική. Μήπως, είναι το προσωπείο πίσω από το οποίο κρυβόμαστε για να συνομιλούμε πιο άνετα; Πολλές φορές όσα γράφουμε στο chat, δεν θα τα λέγαμε ποτέ αν βρισκόμασταν από κοντά με το άτομο το οποίο μιλάμε. Άνθρωποι που γνωρίζουμε μόνο μέσα από λίγες αναρτήσεις τους στο Facebook.

Και αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα! Πόσο δύσκολο είναι να ξεχωρίσουμε τον online από τον offline εαυτό μας. Και ποια είναι τα όρια που τελειώνει ο πραγματικός εαυτός μας και αρχίζει ο διαδικτυακός, ο «ιδανικός» που προσπαθούμε να παρουσιάσουμε.

*Νίκος Γκάγιας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα