Όταν η ελληνική δημοσιογραφία αποκαλεί έναν έντιμο αγώνα τσαντίρι
Ο Μάνος Λαμπράκης γράφει για τις λέξεις που μερικά μέσα επιλέγουν να δώσουν σε τίτλους
Λέξεις: Μάνος Λαμπράκης
Είναι εντυπωσιακό —σχεδόν εκπαιδευτικό— πώς η ελληνική δημοσιογραφία κατορθώνει να παράγει την προσβολή μεταμφιεσμένη σε τίτλο.
Ο Πρωθυπουργός μιλά για τον «Άγνωστο Στρατιώτη», και η iefimerida επιλέγει να αναγγείλει το γεγονός με τη λέξη «τσαντίρια» — (μια λέξη που δεν χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός), λέξη που στάζει ταξικό μίσος, μικροαστική απέχθεια, και την ήσυχη βεβαιότητα ότι ο πόνος του άλλου είναι πρόχειρη κατασκευή, σκηνή κάμπινγκ στην Πλατεία.
Είναι η αισθητική της ασφάλτου που γράφει: εκεί όπου τα σώματα που πενθούν γίνονται «οπτική ρύπανση». Αυτή η μικρή λέξη —το «τσαντίρια»— είναι η αθώα λέξη του πολιτισμένου χλευασμού: δεν χρειάζεται να βρίσεις, αρκεί να υπονοήσεις ότι το πένθος είναι ακαλαίσθητο.
Δεν είναι τυχαίο.
Ο δημοσιογράφος που την γράφει δεν είναι απλώς αμελής, είναι συνεπής λειτουργός μιας γλώσσας που μισεί κάθε μορφή διαμαρτυρίας επειδή δεν πουλιέται σε lifestyle πάνελ. Είναι η γλώσσα της αποστείρωσης, της ευπρέπειας που τρέμει την οσμή του αίματος.
Τα μόνα πραγματικά τσαντίρια είναι τα γραφεία κάποιων γραφιάδων — εκεί όπου στοιβάζονται οι οδηγίες προς χρήσιν της ντροπής.
Η λέξη «τσαντίρια» δεν περιγράφει τους σκηνίτες του Συντάγματος, περιγράφει τους γραφιάδες του πληκτρολογίου. Είναι το λεξιλόγιο μιας εποχής που διαχειρίζεται τη μνήμη σαν χώρο στάθμευσης.
Ο Μητσοτάκης δεν είπε τη λέξη — την είπε ο Τύπος, για να προλάβει τη σκέψη.
Γιατί η δημοσιογραφία, όταν δεν έχει ψυχή, αποκτά λεξιλόγιο εξουσίας: κι αυτό είναι το πραγματικό τσαντίρι — της συνείδησης.
*Ο Μάνος Λαμπράκης είναι θεατρικός συγγραφέας, δραματουργός και μεταφραστής.