Ουµ Καλσούµ: Το Άστρο της Αvατολής
Όταν πέθανε οι άνθρωποι έκλαιγαν για μέρες σε όλη τη μέση Ανατολή.
Μεγάλη κουβέντα άνοιξε στη Χάιφα του Ισραήλ για το αν πρέπει ή όχι να τοποθετηθεί άγαλμα της μούσας του αραβικού κόσμου που συνήθιζε να τραγουδά στην πόλη. Η πρωτοβουλία για το άγαλμα ανήκει στον Raja Zaatry που εργάζεται για τη συνύπαρξη Εβραίων και Αράβων και υποστηρίζεται από τη δήμαρχο της πόλης. Όμως τα ακραία στοιχεία εναντιώνονται. Ποια ήταν αυτή η μυστηριώδης γυναίκα που στα πόδια της προσκυνούσε όλος ο Αραβικός κόσμος;
Συνδύαζε τη μουσικότητα της Έλα Φιτζέραλντ, τη δηµόσια επιρροή της Ελεονόρας Ρούσβελτ και τη µαζικότητα του Έλβις Πρίσλεϊ. Μάλιστα, όσο κι αν φαίνεται υπερβολικό, το κοινό που τηv λάτρεψε – αριθµητικά – ξεπερνoύσε το δικό του κοινό. Παγκόσµιο σύµβολο των αραβικών εθνών, θα µπορούσε – αν ήθελε – να ξεσnκώσει εκατοµµύρια ανθρώπους, επηρεάζοντάς τους µε απόλυτο τρόπο. Βασιλιάδες, σεΐχηδες και πρόεδροι υποκλίνονταν µπροστά της και τα τέσσερα εκατοµµύρια των ανθρώπων στους δρόµους του Καϊρου, τη µέρα της κηδείας της, δηµιούργησαν µία απίστευτα συγκινητική κατάσταση, που όµοιά της δεν έχει γνωρίσει ο αραβικός κόσµος.
Από τον νοµπελίστα Ναγκίπ Μaxφούζ µέχρι τον Οµάρ Σαρίφ, εκατοντάδες εκατοµµύρια άνθρωποι συνήθιζαν να κλαίνε µε τα τραγούδια της, που πολλές φορές ξεπερνoύσαν τη µια ώρα σε διάρκεια. Τραγούδια που, συνήθως, µιλούσαν για τη δύναµη της αγάπης. Ο καθένας έβρισκε σε αυτά τη δική του ζωή και, όπως λένε, ήταν σαν να µιλούσε η καρδιά τους, κάθε φορά που τηv άκουγαν.
Γεννήθηκε και µεγάλωσε σε µια µικροαστική, φτωχή οικογένεια, διακόσια χιλιόµετρα από το Κάιρο, στα 1904. Ο πατέρας της, Ιµπραχήµ Αλ Σάγιντ, δαιµόνιος πολυτεχνίτης, συνήθιζε ανάµεσα στα άλλα να τριγυρνά στα πανηγύρια και να διασκεδάζει τα πλήθη µε µουσικές και τραγούδια. Κάποια στιγµή, η κόρη του, που τραγουδούσε υπέροχα σύµφωνα µε τους γείτονες, ζήτησε να τον ακολουθεί.
«Ο πατέρας µου δεν ήταν εύκολος άνθρωπος. Η ιδέα να τραγουδώ µπροστά σε άγνωστους άντρες δεν ήταν ό,τι καλύτερο για κείνον. Επειδή, όµως, η φωνή µου άρεσε σε πολλούς και τα λεφτά που θα έφερνα στnv οικογένεια, ήταν αρκετά, µε έντυσε µε αγορίστικα ρούχα και άρχισε να µε παίρνει µαζί του. Όλοι νόµιζαν πως αυτή η φωνή βγαίνει από ένα µικρό αγόρι». Ο ενθουσιασµός του κόσµου που τηv άκουγε, ήταν τέτοιος, ώστε συχνά η Ουµ αναγκαζόταν να τραγουδά ασταµάτητα ολόκληρη τη νύχτα. Έτσι κι αλλιώς, η αυστηρή ηθική της εποχής δεν επέτρεπε στις γυναίκες τηv δηµόσια έκθεση, οπότε, στην αρχή, γίνονταν όλα συγκαλυµµένα. Τα παιδικά της χρόνια κύλησαν τηv εποχή της βρετανικής επικυριαρχίας και της βασιλείας του Ταουφίκ. Βαφτίστηκε Ουµ Καλσούµ, από το όνοµα της κόρης του Μωάµεθ, σε µια προσπάθεια του πατέρα της να εξευµενίσει τον προφήτη και να κερδίσει την εύνοιά του στο σπιτικό του. Ουµ σηµαίνει µάνα και δεν άργησε η στιγµή που ολόκληρο το αραβικό έθνος την αποκαλούσε µητέρα. Τα σχολικά της χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστα, καθώς ο ζωηρός της χαρακτήρας την έφερνε σε διαρκείς προστριβές µε τον δάσκαλο, και έτσι η µέρα που σταµάτησε το σχολείο ήρθε νωρίς.
Η πρώτη της δηµόσια εµφάνιση ως τραγουδίστριας, έστω και µεταµφιεσµένης, είχε ως αµοιβή ένα πιάτο φαγητό. Οι τελευταίες, χρόνια αργότερα, έφτασαν σε τέτοια αστρονοµικά ποσά, που κανένας άραβας καλλιτέχνης δεν ξεπέρασε, ακόμη και σήμερα. Η φήμη της σπάνιας φωνής δεν άργησε να εξαπλωθεί στην επαρχία που ζούσε, και τα πανηγύρια της περιοχής έδιναν μάχη, για να τηv εξασφαλίσουν. Οι μετακινήσεις ήταν ακόμη πρωτόγονες και, πολλές φορές, αναγκαζόταν να τραγουδά ύστερα από αρκετές ώρες πεζοπορίας ή να κοιμάται στην πλάτη ενός γαϊδάρου. Τραγουδά για λιγότερο από δέκα δραχμές. Τα νέα, όμως, εξαπλώνονταν και, σιγά σιγά, όλα τα καλά σπίτια της ευρύτερης περιοχής άρχισαν να τηv καλούν στις γιορτές τους, καλύπτοντας πλέον τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής, απαιτώντας από εκείνη να ερμηνεύει δεκάδες φορές τα ίδια τραγούδια. Μόλις δώδεκα χρόνων, δίνει τηv πρώτη της συναυλία, που ήταν sold out από μέρες, και ανακαλύπτει τον Απουλούλα Μοχάμεντ, τη μεγαλύτερη φωνή της Αιγύπτου τότε.
Ταξιδεύει στο Κάιρο, αρχίζει να μελετά προσεκτικά τραγούδι και κυρίως ερμηνεία. “Ανακάλυψα το συναίσθημα, που έλειπε από τη φωνή μου” εξομολογήθηκε χρόνια αργότερα. Οι επαύλεις της πρωτεύουσας ανοίγουν και το κορίτσι με τη θεϊκή φωνή γίνεται το καθημερινό θέμα συζήτησης των πάντων. Ο πατέρας της τής φορά ματόχαντρα, εκείνη όμως αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι το θείο δώρο που έχει, θα τηv οδηγήσει πολύ μακριά. «Κάποτε, σε ένα ξενοδοχείο που έμενα, στο Κάιρο, είδα από το παράθυρο στην οθόνη ενός θερινού σινεμά ένα ζευγάρι να φιλιέται. Με γοήτευσαν οι σταρ, όμως δεν μπορούσα ακόμη να φανταστώ πως κι εγώ μια μέρα θα γινόμουν … ».
Ο δρόμος για την κορυφή
Η Ουμ μάθαινε γρήγορα και η συνάντησή της με τον κορυφαίο Αμπντέλ Ουαχάμπ τηv βρήκε καλλιτεχνικά ώριμη. Με τον Ουαχάμπ στην αρχή γίνονται φίλοι και αργότερα ο ανταγωνισμός τούς χωρίζει. Ηχογραφούν, όμως, το πρώτο της τραγούδι. Ο δίσκος κυκλοφορεί το 1924, πουλά μισό εκατομμύριο αντίτυπα και κάνει τηv Αίγυπτο να παραμιλά. Η καριέρα της ξεκινά και επίσημα, οι νύχτες στα θέατρα του Κάιρου είναι θρυλικές, δεν είναι καν είκοσι και όμως τα πλήθη συρρέουν, για να προσκυνήσουν τηv ιέρεια με το άσπρο μαντίλι. Οι ποιητές προσπαθούν να κερδίσουν τηv εύνοιά της και να της δώσουν τραγούδια να πει και οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες δίνουν μάχη, για να υπογράψουν ένα συμβόλαιο μαζί της. Τα βήματά της είναι πια προσεκτικά. Αλλάζει σταδιακά τηv εμφάνιση της και μεταμορφώνεται σε ντίβα. Με τιρμπάν στο κεφάλι, κομψά σκουρόχρωμα φορέματα και κινήσεις ιεροτελεστίας, γίνεται η πιο δραματική φιγούρα της σκηνής. Κατόπιν, έρχεται το ραδιόφωνο, που με τηv είσοδό του στη χώρα, αρχές της δεκαετίας του ’30, θα ταξιδέψει τη φωνή της παντού. Οι προσκλήσεις είναι διαρκείς και οι μεταδόσεις ειδικών συναυλιών κάνουν τη χώρα να παραλύει εκείνες τις ώρες. Άνθρωποι όλων των ηλικιών σταματούν τις δουλειές τους και πρoσηλώνoνται στο ηχείο του ραδιοφώνου. Δακρύζουν, καθώς οι ερωτικές ιστορίες που διηγείται, ξεδιπλώνονται. Όταν δε ήρθε και το σινεμά, στα 1936, ο μύθος της απέκτησε και εικόνα για όσους δεν τηv γνώριζαν οπτικά.
Η κινηματογραφική εταιρεία «Μισίρ» ποντάρει πάνω της και κόβει εκατομμύρια εισιτήρια. Η ίδια απολαμβάνει δόξα και πλoύτη, συγκεντρώνοντας απίστευτα ποσά, με τα οποία χτίζει τη μυθική της βίλα πλάι στον Νείλο. Γυρίζει έξι συνολικά ταινίες, κυρίως με τραγούδια, και μία από αυτές με το ταμπού να πέφτει, καθώς γίνεται η πρώτη γυναίκα στον κόσμο που απαγγέλλει δημόσια εδάφια από το Κοράνι. Το κοινό τηv βαφτίζει Μητέρα. Η φήμη της έχει εξαπλωθεί πλέον έξω από τη χώρα και στη δεκαετία του ’40 οι συναυλίες που δίνει τηv πρώτη Πέμπτη κάθε μήνα, αρχίζουν να μεταδίδονται ταυτόχρονα από όλους τους αραβικούς σταθμούς. Από τον Περσικό μέχρι τον Ατλαντικό, η φωνή της δονεί και ενώνει τα πλήθη σε μια μοναδική μυσταγωγία. Τα ταξί σταματούν, τα υπουργικά συμβούλια διακόπτονται, οι δημόσιες συζητήσεις στα καφενεία κόβονται μαχαίρι. Όλοι απολαμβάνουν τη θεά.
Ακόµη και σήµερα, τα απογεύµατα δίπλα στο Νείλο µια φωνή ραγίζει καρδιές, όταν τραγουδάει για πάθη αγιάτρευτα. Μια φωνή – ολοκαύτωµα, που τα χρόνια δεν κατάφεραν να ξεθωριάσουν.
Το τίμημα της δόξας
Η ίδια απολαμβάνει την ευτυχία της φωνής της με προβλήματα. Ένα σοβαρό νόσημα στα μάτια τηv ταλαιπωρεί για καιρό. Οι επισκέψεις σε γιατρούς τηv οδηγούν στην Αμερική. Η ώρα του τέλους, όμως, για τον κινηματογράφο έχει έρθει. Οι εγχειρήσεις που ακολουθούν, θα τηv αναγκάσουν να φορέσει τα μαύρα γυαλιά, σήμα κατατεθέν πλέον για τις δημόσιες εμφανίσεις της. Η ίδια εκτός από το τραγούδι, στο οποίο δόθηκε ολοκληρωτικά, αφιερώθηκε και στην πίστη, αποτελώντας σύμβολο για ολόκληρο το Ισλάμ. Το φιλανθρωπικό της έργο έμεινε παροιμιώδες, ενώ τα τραγούδια της απέκτησαν, σιγά σιγά, μια κοινωνική και θρησκευτική διάσταση πρωτοφανή. Παράλληλα, ξεκίνησε μια σταυροφορία για τη διάδοση της αραβικής μουσικής στον κόσμο και ο αραβικός κόσμος με τη σειρά του τηv θεοποίησε, εισάγοντας ουσιαστικά τις λατρευτικές εκδηλώσεις για πρόσωπα καλλιτεχνών πολύ πριν από τη Δύση. Και πολύ πιο μαζικά και φανατικά.
Πλέον, κάθε της βήμα ήταν παράδειγμα για όλους. Έτσι, η προσωπική της επιτυχία έγινε εν μέρει και φυλακή. Μαζί με τηv προσοχή, ήρθε να εγκατασταθεί στη ζωή της και η καχυποψία για οτιδήποτε ανταγωνιστικό. Μιλά μόνο σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους, δίνοντας σπουδαίες συνεντεύξεις, ενώ στους φίλους της απαγορεύει να μιλούν για τη ζωή της σε πρόσωπα που δεν εγκρίνει. Στη δεκαετία του ’40, αρρωσταίνει από δυσλειτουργία στον θυρεοειδή και χάνει τηv αγαπημένη της μητέρα. Τον Ιούλιο του ’52, γίνεται το πραξικόπηµα του Ναγκίµπ εναντίον του Φαρούκ. Δύο χρόνια αργότερα, θα βρεθεί στην εξουσία ο Νάσερ. Η Ουµ, που ήταν στενά συνδεδεμένη και ευνοημένη από το προηγούµενο καθεστώς, αντιµετωπίζει στην αρχή µε καχυποψία τον νέο πρόεδρο. Οι Άγγλοι έχουν φύγει, το µέλλον της Αιγύπτου είναι αβέβαιο και ο διορατικός Νάσερ προσπαθεί να κερδίσει τηv εμπιστοσύνη της. Την καλεί κοντά του και της, ζητά να συνεργαστεί µε τηv καινούργια πραγµατικότητα για τηv ανοικοδόµηση µιας νέας Aιγύπτoυ. Την προτρέπει να βοηθήσει όπως µπορεί και να ξανατραγουδήσει µε τον παλιό της φίλο Aµπvτoύλ Ουαχάµπ, µε τον οποίο είχε ψυχραθεί για χρόνια λόγω του ανταγωνισµού. Το ντουέτο τους ξεσηκώνει τα πλήθη και η ίδια τάσσεται στο πλευρό της καινούργιας κυβέρνησης. Η αγάπη για τηv πατρίδα είναι µεγαλύτερη από τον δισταγµό. Το κοινό τηv πιέζει να φτιάξει τη ζωή της.
Ύστερα από αλλεπάλληλες ερωτικές απογοητεύσεις και ενώ νιώθει αδύναμη να αγαπήσει, όπως λέει, συνδέεται µε έναν γιατρό, τον Χασάν Αλ Χαφνάουι. Ο γάµος τους, µυστικός στην αρχή, δεν αργεί. Μοιάζει ευτυχισμένη, κοντεύει τα πενήντα, κανείς δεν ξέρει, όµως, αν τα σπαρακτικά τραγούδια που λέει για τον έρωτα, περιγράφουν τη δική της καρδιά, που, ίσως, ποτέ δεν βρήκε τηv ευτυχία. Στα χρόνια που ακολούθησαν µέχρι το τέλος της ζωής της, πολλά ακούστηκαν για κρυφές σχέσεις. Ποτέ τίποτε δεν επιβεβαιώθηκε. «Ποτέ δεν κατάλαβαν ότι είµαι µια κοινή θνητή µε αισθήµατα και αδυναµίες» έλεγε πάντα ως παράπονο. Η καριέρα της είχε πλέον εκτοξευτεί, η ίδια είχε τη δυνατότητα να τραγουδά µε τους όρους που ήθελε, να αναδεικνύει µουσικούς, συνθέτες, ορχήστρες, ποιητές. Τελειοποίησε τις φωνητικές της ικανότητες, που έφταναν τους 4.000 παλμούς το δευτερόλεπτο, και καθιέρωσε το στιλ των μεγάλων τραγουδιών. Στις γειτονιές του Καϊρου, τα απογεύματα, δεν άκουγες τίποτε άλλο εκτός από εκείνην.
https://www.youtube.com/watch?v=XPGHpBOt5sE
Άρχισε να περιοδεύει σε χώρες που την λάτρευαν, και κάθε άφιξή της στη Βηρυτό, τη Δαμασκό ή το Μαρακές συνοδευόταν από υστερία, κανονιοβολισμούς και κόκκινα χαλιά στο χώμα που πατούσε. Σχολεία έκλειναν, πρωθυπουργοί και βασιλιάδες ανέβαλαν τα πάντα, για να την δουν, και έξω από τα ξενοδοχεία, όπου κατέλυε, γίνονταν λαοσυνάξεις. Η Δύση δεν άργησε να τηv γνωρίσει. Οι εμφανίσεις της στο «Ολυμπιά» του Παρισιού έμειναν στην Ιστορία και οι Γάλλοι, όπως και οι Αμερικάνοι που ακολούθησαν, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Οι δίσκοι της άρχισαν πλέον να πουλιούνται κατά χιλιάδες, ενώ η μορφή της κυκλοφορούσε με διάφορους τρόπους. Από νομίσματα και μετάλλια μέχρι κάρτες και γραμματόσημα, παντού. Η ζωή της κυκλοφορούσε σε συνέχειες στα περιοδικά και η ροζ βίλα της στον Νείλο ήταν όχι απλώς τόπος λατρείας αλλά και σημείο αναφοράς για οτιδήποτε έψαχνες στην πόλη. Σε προσανατόλιζαν, δείχνοντάς την. Η ίδια ένιωθε τηv υγεία της να κλονίζεται.
Στη δεκαετία του ’70, η φωνή της άρχισε να έχει προβλήματα και οι γιατροί τής απαγόρευσαν το τραγούδι. Τα τελευταία χρόνια υπήρξαν μαρτυρικά. Έσβησε τον Φλεβάρη του 1975, έχοντας λατρευτεί και από τον Ανουάρ Σαντάτ, που έλεγε πως η Ouμ ανήκει στον λαό. Πριν φύγει, είχε προλάβει να χρίσει τη λιβανέζα Φεϊρούζ ως διάδοχο της, ενώ αρκετοί υποστηρίζουν ότι τα χρόνια της μεγάλης ακμής της είχε κόψει τον δρόμο σε αρκετές, νεότερες, ταλαντούχες τραγουδίστριες, που ήταν πιθανό να απειλήσουν τον μύθο της. Είναι αλήθεια πως ο κλειστός και απόμακρος χαρακτήρας της έδωσε λαβή για πολλά σχόλια. Την εποχή πριν από τον θάνατο της στο νοσοκομείο, οι ραδιοφωνικοί σταθμοί μετέδιδαν με απευθείας γραμμές τα πάντα για την εξέλιξη της υγείας της. Η μέρα της κηδείας της είναι αυτή που η Αίγυπτος θυμάται περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη της σύγχρονης ιστορίας της. Αναβλήθηκε για δυο μέρες από τηv καθορισμένη ημερομηνία, ώστε να διευκολυνθούν όσοι έφτασαν από άλλες χώρες. Άρματα μάχης απέκλεισαν το σπίτι της, για την αποφυγή ακραίων λατρευτικών ενεργειών. Εκατομμύρια άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους και έκλαιγαν με λυγμούς μερόνυχτα. Ορφάνια είναι η μόνη ικανή λέξη, για να περιγράψει τα συναισθήματα. Τ ο φέρετρό της ακολουθούσαν ηθοποιοί, ποιητές, υπουργοί, επιχειρηματίες και, βέβαια, οι πιστοί της ανώνυμοι θαυμαστές. Για μια εβδομάδα, τα πάντα παρέλυσαν.
Σήμερα, τριαντά εννιά χρόνια μετά, κάθε φορά που το ραδιόφωνο παίζει κάποιο τραγούδι της, τα παιδιά στα σοκάκια της Νεκρόπολης σταματάνε τηv μπάλα, οι γυναίκες αφήνουν την μπουγάδα, οι άντρες δακρύζουν από συγκίνηση και όλοι μαζί προφέρουν το όνομα της μάνας. Στην Ευρώπη, τα τελευταία χρόνια, ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, καθώς και οι κυκλοφορίες των δίσκων της, βοήθησαν στην εξάπλωση του μύθου. Τριακόσιες χιλιάδες δίσκοι πουλιούνται ετησίως εκτός αραβικού κόσμου. Το ξάφνιασμα είναι απρόσμενο, κάθε φορά που ένα άμαθο αφτί έρχεται σε επαφή με τούτη τη φωνή – ολοκαύτωμα. Τ α μουσικά έντυπα της Δύσης παραληρούν, μιλώντας για τη μεγαλύτερη φωνή του αιώνα, ενώ η σύγκριση με την υστερία που προκαλούσε ο Έλβις, αναπόφευκτη. Ο Ομάρ Σαρίφ είπε σε μια συνέντευξη του: «Κάθε πρωί, ξαναγεννιέται στις καρδιές 120 εκατομμυρίων ανθρώπων. Στην Ανατολή, μια μέρα χωρίς αυτήν θα ήταν μέρα χωρίς χρώμα». Η ανατολή του 2000, που οργάνωσε ο Ζαν Μισέλ Ζαρ στις πυραμίδες, είχε φυσικά το δικό της άρωμα, αφού η μορφή και η φωνή της ζωντάνεψαν πάνω στις αρχαίες πέτρες με τη βοήθεια λέιζερ. Το “άστρο της Ανατολής”, όπως τηv αποκαλούσαν, αυτή η μοναχική Κάλλας της Μέσης Ανατολής, δεν έσβησε ποτέ. Μια βόλτα στο Κάιρο θα σας πείσει.
Μπείτε και κάντε like εδώ για να ενημερώνεστε για όλα τα γραμμένα αποκλειστικά για το parallaximag.gr άρθρα.