Παλιά παραλία: ο ιδανικός πεζόδρομος
Του Σπύρου Βούγια Οι πεζόδρομοι είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό για τις πόλεις και η συζήτηση γι αυτούς, συνεχής και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, αρθρώνεται συνήθως γύρω από δύο καίρια ζητήματα: την επιλογή του κατάλληλου άξονα και τον έλεγχο των χρήσεων γης μετά την κατασκευή (για να μη γίνουν τρα-πεζόδρομοι). Οι πρώτες μεγάλες μάχες κερδήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες […]
Του Σπύρου Βούγια
Οι πεζόδρομοι είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό για τις πόλεις και η συζήτηση γι αυτούς, συνεχής και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, αρθρώνεται συνήθως γύρω από δύο καίρια ζητήματα: την επιλογή του κατάλληλου άξονα και τον έλεγχο των χρήσεων γης μετά την κατασκευή (για να μη γίνουν τρα-πεζόδρομοι).
Οι πρώτες μεγάλες μάχες κερδήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες με την πεζοδρόμηση των τριών ιστορικών κάθετων αξόνων στο κέντρο της πόλης. Πρώτα έγινε ο κεντρικός αρχαιολογικός Ροτόντας-Καμάρας-Ναυαρίνου επί της Δημητρίου Γούναρη, που επεκτάθηκε ως την Παύλου Μελά και πρέπει να ολοκληρωθεί και να φτάσει στη θάλασσα. Αργότερα, το ’97, ο δυτικός μνημειακός της Αριστοτέλους, από την αρχαία αγορά μέχρι τη λεωφόρο Νίκης, ενώ εκκρεμεί ο ανατολικός (Πανεπιστήμιο – Έκθεση – πάρκο Λευκού Πύργου), παραμένοντας ημιτελής και τεμαχισμένος.
Αν και λιγότερο σημαντικός πολεοδομικά από τους παραπάνω, ο πεζόδρομος της Ικτίνου (μαζί με της Ζεύξιδος), σηματοδότησε έντονα από τη δεκαετία του ’80 την ανάγκη για προστασία της κίνησης και της ασφάλειας των πεζών σε μια περίοδο απόλυτης κυριαρχίας του Ι.Χ. Κι αυτή η πεζοδρόμηση πρέπει να συνεχιστεί από την Κούσκουρα και τη Βογατσικού μέχρι την παραλία, δίνοντας διέξοδο στη σύγχρονη “κάθοδο των μυρίων”, που κατηφορίζουν καθημερινά προς το θαλάσσιο μέτωπο για να ξεφύγουν λίγο από τη σκιά των θεόρατων πολυκατοικιών της αντιπαροχής. Στην ίδια λογική, αλλά με αποτυχημένο λειτουργικό και αισθητικό σχεδιασμό, κινήθηκε και η εφαρμογή του πολυσυζητημένου πεζόδρομου της Αγίας Σοφίας, που εξακολουθεί να πολώνει αδικαιολόγητα τους Θεσσαλονικείς παραβιάζοντας ανοιχτές θύρες.
Όπως φαίνεται από αυτό το σύντομο ιστορικό, οι πεζόδρομοι της πόλης επιλέγονται σωστά με κατεύθυνση προς την παραλία, τέμνοντας καθέτως τους μεγάλους οδικούς άξονες κυκλοφορίας που εξυπηρετούν το μοτίβο της κίνησης των οχημάτων που επαναλαμβάνεται καθημερινά από την ανατολική προς τη δυτική πλευρά και αντιθέτως. Με τον τρόπο αυτό οι πεζόδρομοι, σαν αστικά ηλιοτρόπια, αναζητούν απεγνωσμένα λίγο περισσότερο φως και ζεστασιά το χειμώνα ανάμεσα στις ρωγμές του τείχους των πολυκατοικιών, καθώς και την ανοιχτή θέα στην άκρη της κατηφορικής διαδρομής που οδηγεί αναπόφευκτα προς τη θάλασσα, την αιώνια μήτρα της πόλης.
Υπάρχει όμως ένας δρόμος, η λεωφόρος Νίκης, το τμήμα δηλαδή της παλιάς παραλίας από τον Λευκό Πύργο μέχρι το λιμάνι, πού ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Όχι μόνο γιατί λούζεται στο φως και απολαμβάνει την ήπια θερμοκρασία της μεσημβρινής και απογευματινής ηλιοφάνειας με θέα τον Όλυμπο, αλλά και γιατί συνοψίζει τη νεότερη ιστορία της πόλης, αποτελώντας το πιο αναγνωρίσιμο κομμάτι της ταυτότητάς της. Για τη διάσωση αυτής της αρχετυπικής εικόνας και τη διατήρηση της φυσιογνωμίας της, δόθηκαν (και ευτυχώς κερδήθηκαν) πολλές μάχες, πρώτα από την Ένωση Πολιτών για την προστασία της παλιάς παραλίας που ιδρύσαμε με τον Γιάννη Μπουτάρη στις αρχές του ’90. Αφού αποτρέψαμε το σχεδιαζόμενο “μπάζωμα”, οργανώσαμε το καλοκαίρι του ’96, με την Ένωση Πολιτών Θεσσαλονίκης για το περιβάλλον και τον πολιτισμό, την πρώτη πιλοτική πεζοδρόμηση της λεωφόρου Νίκης, στο πλαίσιο μιας γενικότερης καμπάνιας για την κίνηση και τα δικαιώματα των πεζών.
Η παραλία λειτούργησε τότε, για πρώτη φορά, ως ιδανικός πεζόδρομος, προσφέροντας μια συγκλονιστική εμπειρία για χιλιάδες ανθρώπους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μαγική ανάμνηση της απίστευτης ηρεμίας, της απρόσμενης ησυχίας και της απόλυτης ευχαρίστησης που χαρίζει η βόλτα δίπλα στο νερό, με όλη την άνεση του χώρου και την ασφάλεια μακριά από το αγριεμένο πλήθος των μηχανοκίνητων οχημάτων. Δεν ξεχνώ όμως και την οργή των έξαλλων οδηγών, την απελπισία των οργάνων της τροχαίας και το απίστευτο μποτιλιάρισμα στους υπόλοιπους δρόμους, αφού το εγχείρημα δεν είχε προετοιμαστεί, οργανωθεί και υποστηριχθεί σωστά. Το ίδιο συμβαίνει μέχρι σήμερα και στα επαναλαμβανόμενα πειράματα πεζοδρόμησης με διάφορες αφορμές (εβδομάδα χωρίς αυτοκίνητο, ΄΄Θεσσαλονίκη αλλιώς΄΄ κτλ.) αφού μία εξαίρεση (περιστασιακή εφαρμογή ενός μέτρου) επιβεβαιώνει πάντοτε τον κανόνα (κυριαρχία του Ι.Χ. στους δρόμους της πόλης).
Λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές του ΄97 (χρονιά που η Θεσσαλονίκη ήταν η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης), η παλιά παραλία έκλεισε και πάλι υποχρεωτικά αυτή τη φορά για δύο ολόκληρους μήνες για τη ριζική ανανέωση του οδοστρώματος. Ύστερα από μερικές μέρες αναστάτωσης, η κυκλοφορία προσαρμόστηκε ομαλά, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία πέρα από την αστυνόμευση της παράνομης στάθμευσης στη Μητροπόλεως. Ήταν θυμάμαι αλκυονίδες μέρες και η απόλαυση αυτού του ιδανικού πεζοδρόμου έντονη και συνεχής, ενώ η πόλη προσαρμόστηκε γρήγορα και έμαθε να λειτουργεί χωρίς να παρατηρούνται έκρυθμες καταστάσεις.
Η τεχνοκρατική αξιολόγηση της εμπειρίας αυτής, με τον αναλυτικό καταμερισμό των μετακινήσεων της Νίκης στους παράλληλους δρόμους, παρουσιάστηκε σε άρθρο μου, του Σεπτεμβρίου του ΄97, από το βιβλίο: ΄΄Η Θεσσαλονίκη είναι μια πεταλούδα΄΄. Πολύ περιληπτικά, από τον κυκλοφοριακό φόρτο της λεωφόρου Νίκης (που τότε κυμαινόταν από 50-60.000 αυτοκίνητα/ημέρα) ένα ποσοστό 25-30%, δηλαδή 15-20.000, μεταφέρθηκε σε άλλα μέσα (λεωφορεία, ταξί) ή δεν έγινε καθόλου. Η υπόλοιπη κυκλοφορία κατανεμήθηκε σχεδόν ισόρροπα στο δίκτυο των παράλληλων αξόνων που έχουν την ίδια κατεύθυνση. Έτσι η Μητροπόλεως πήρε το 30%, από 20% η οδός Ερμού και η Εγνατία, ενώ το υπόλοιπο μοιράστηκε κατά ένα μικρότερο ποσοστό στην Αγίου Δημητρίου και περισσότερο στην περιφερειακή οδό. Η συνεχής παρουσία της τροχαίας βοήθησε στην ομαλή ροή των οχημάτων, ενώ οι οδηγοί αποδέχτηκαν το γεγονός και προσαρμόστηκαν αδιαμαρτύρητα μετά από λίγες ημέρες. Το άρθρο καταλήγει σε πρόταση πεζοδρόμησης της Λ.Νίκης κάθε Σαββατοκύριακο (από το μεσημέρι του Σαββάτου μέχρι το βράδυ της Κυριακής) ώστε να εγγραφεί στην μνήμη και στη συνείδηση των μετακινουμένων ως μέρος μιας τακτικής εβδομαδιαίας ρουτίνας και όχι ως ένα εξαιρετικό γεγονός.
Με την ίδια λογική σήμερα, ύστερα από 16 χρόνια προσπαθειών από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και με τη στήριξη της νέας δημοτικής αρχής, μπορεί να κερδηθεί ο χαμένος χρόνος και να αποφασιστεί η μόνιμη πεζοδρόμηση της παλιάς παραλίας. Για να γίνει αυτό, χρειάζονται εκτός από την απαραίτητη ζύμωση και τον διάλογο με τους πολίτες, μια σειρά από ρυθμίσεις και μέτρα (όχι πολλά, ούτε ακριβά) που θα υποστηρίξουν την τολμηρή αυτή επιλογή. Το κυριότερο από τα μέτρα αυτά είναι η μετατόπιση της αποκλειστικής λωρίδας για λεωφορεία από τη Μητροπόλεως στην Τσιμισκή με αντίθετη κατεύθυνση προς την υπόλοιπη κυκλοφορία (contra-flow bus lane). Με τον τρόπο αυτό, που θα βοηθήσει και την ταχύτερη κίνηση των λεωφορείων χωρίς απώλεια λειτουργικού χώρου (αφού η αριστερή πλευρά της Τσιμισκή είναι μονίμως κατειλημμένη από παράνομα σταθμευμένα αυτοκίνητα) θα απελευθερωθεί μια ακόμα λωρίδα στη Μητροπόλεως που θα απορροφήσει τη μισή περίπου κυκλοφορία της λεωφόρου Νίκης. Οι υπόλοιπες μετακινήσεις, που είναι ήδη μειωμένες κατά 20% και κυμαίνονται σήμερα περί τις 40.000 ημερησίως, θα κατανεμηθούν αυτομάτως, όπως προαναφέρθηκε στους παραλλήλους άξονες και στα υπόλοιπα μέσα μεταφοράς.
Συνοψίζοντας λοιπόν τις προϋποθέσεις, απαιτούνται: α) Η κατανόηση της μεγάλης σημασίας αυτής της παρέμβασης για τη φυσιογνωμία και την ταυτότητα της πόλης και την αποκατάσταση της σχέσης της με τη θάλασσα. β) Η πειστική αιτιολόγησή της προς όλους τους Θεσσαλονικείς μέσα από διάλογο και η υποστήριξη της εφαρμογής της στην πράξη από την τροχαία, ειδικά τις πρώτες κρίσιμες εβδομάδες και γ) Η θαρραλέα βούληση του δήμου. Αν ο δήμαρχος θέλει να είναι ο εκφραστής των ονείρων της πόλης του, μπορεί με τόλμη και αυτοπεποίθηση να κάνει αυτό το όνειρο πραγματικότητα: Να πεζοδρομήσει τώρα μόνιμα την παλιά παραλία.
Εσείς συμφωνείτε ή όχι να γίνει η Νίκης πεζόδρομος; Ψηφίστε εδώ!