Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπο
Ένας νέος Έλληνας που ζει στη Βρετανία βάζει τα πράγματα στη θέση τους από απόσταση.
Λέξεις: Αλέξανδρος Μαραντζίδης
Είμαι βέβαιος πως όλοι μας έχουμε χρησιμοποιήσει κάποια στιγμή στην ζωή μας το αρχαίο ρητό «μέτρον άριστον» που διατυπώθηκε από τον Κλεόβουλο τον Λίνδιο, σε μια προσπάθεια να τονίσουμε την σημασία αποφυγής των ακροτήτων. Έναν αιώνα περίπου αργότερα, ο Πρωταγόρας, ιδρυτής της σοφιστικής, θα διατυπώσει το “Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος” στο έργο του «Αλήθεια ή Καταβάλλοντες». Το μέτρο συμφώνα με την φράση του παύει να είναι γενικό και αόριστο. Το μέτρο είναι ο άνθρωπος. Όμως ο κάθε άνθρωπος κουβαλάει τα δικά του πιστεύω, τις δικές του αντιλήψεις και προκαταλήψεις και συνεπώς η “αλήθεια” που βιώνει αποτελεί ένα υποκειμενικό προϊόν. Ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα δεν έχει να κάνει σχεδόν ποτέ με το πως είναι, αλλά με το πως εμείς μέσω μιας υποκειμενικής επεξεργασίας τα ερμηνεύουμε, μια ιδέα που σαφώς δεν είναι πλέον ούτε καινοτόμα, ούτε ρηξικέλευθη.
Γεννήθηκα στην Θεσσαλονίκη, σε μια εύπορη αστική οικογένεια με πολλά πτυχία και μόρφωση. Πήγα σε ένα ακριβό ιδιωτικό σχολείο και τώρα ζω και σπουδάζω στο εξωτερικό, όπως και η αδελφή μου. Δεν χρειάστηκε να δουλέψω ποτέ για να ζήσω ή για να σπουδάσω και όσες φορές το έκανα ήταν αμισθί για λόγους προσωπικής ευχαρίστησης.
Αδιαμφισβήτητα τα προνόμια μου αυτά καθόρισαν μερικές από τις “αλήθειες” μου. Τάσσομαι υπέρ της ιδιωτικής εκπαίδευσης, των επενδύσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και της αξιολόγησης στον εργασιακό χώρο, ενώ είμαι κατά του έντονου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία και την αγορά. Είναι ξεκάθαρο γιατί ένας άνθρωπος με το δικό μου προφίλ μπορεί να εκφράζει ορισμένες τέτοιες απόψεις και “αλήθειες”. Μου είναι όμως ασαφές, πως ένας άνθρωπος με αυτό το προφίλ, προϊόν μιας χώρας που πάσχει από νεποτισμό και ευνοιοκρατία, μπορεί να μιλάει για αριστεία.
Είναι τουλάχιστον χυδαίο και ανήθικο, άνθρωποι όπως ο πρωθυπουργός και η υπουργός παιδείας που είχαν ολόκληρα συστήματα στήριξης από πίσω, που δεν φοίτησαν σε δημόσια σχολεία (σε καμία βαθμίδα της εκπαίδευσης) και που σπούδασαν και έζησαν στο εξωτερικό, να κουνάνε το δάχτυλο στον μέσο πολίτη που δεν έχει ούτε την οικονομική δυνατότητα αλλά ούτε και τα δίκτυα για να φτάσει εκεί. Η κυβέρνηση αυτή, απαρτιζόμενη από πολλές “Μαρίες Αντουανέτες”, μας έχει αποδείξει ουκ ολίγες φορές ότι οι “αλήθειες” της βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά από αυτές της πλειοψηφίας των πολιτών της χώρας.
Το παιχνίδι του διχασμού που παίζεται από την αρχή της πανδημίας του κορονοϊού, είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο εγχείρημα, επιτρέποντας στην εξουσία να κυβερνά με ένα πρωτοφανές “διαίρει και βασίλευε”.
Σύμφωνα με τον Μακιαβέλι που πρωτοδιατύπωσε την φράση στο έργο του «Ο Ηγεμόνας», η τακτική αυτή επιτρέπει την εξασφάλιση των συμφερόντων και την εξασθένηση των αντιπάλων αυτού που την αξιοποιεί. Σαφώς όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε αυτήν την τακτική στην παγκόσμια και εγχώρια πολιτική σκηνή. Την είδαμε να εφαρμόζεται το 2015 στο Ελληνικό δημοψήφισμα από τον ΣΥΡΙΖΑ, το 2016 στο Brexit από τον Boris Johnson και το 2020 στις Αμερικανικές εκλογές από την κυβέρνηση Trump.
Ο φτηνός λαϊκισμός και η διχόνοια που σπέρνουν οι κυβερνήσεις δεν εξυπηρετούν τίποτα άλλο παρά τον πλήρη αποπροσανατολισμό των πολίτων από τα αίσχη, τις αστοχίες και τα λάθη τους. Στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας (όπως και των Tories στο Ηνωμένο Βασίλειο) εξυπηρετεί επίσης και την κάλυψη του χάσματος ανάμεσα στις πολιτικές ελίτ και τον μέσο ψηφοφόρο. Όσο επηρεάζεται ο Boris Johnson από την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε., άλλο τόσο επηρεάζεται και το επιτελείο της τωρινής κυβέρνησης από τα σκληρά μέτρα για την πανδημία, την αστυνομική αυθαιρεσία και την οικονομική εξαθλίωση της χώρας. Με λιγά λόγια, καρφί δεν τους καίγεται.
Η ουσία όμως δεν είναι να αναλύσουμε το ζήτημα ΜΟΝΟ κομματικά. Η ΝΔ σαφώς και επέδειξε έναν άνευ προηγουμένου οπορτουνισμό, εργαλειοποιώντας ξεδιάντροπα τα ζητήματα της αστυνομίας, του προσφυγικού και των ελληνοτουρκικών. Όμως η συζήτηση δεν πρέπει να πάρει και πάλι ΜΟΝΟ πολιτικό χαρακτήρα, με τους αγανακτισμένους να ζητούν ΜΟΝΟ νέες εκλογές. Αυτή είναι η λογική που εδώ και δεκαετίες έχει επικρατήσει στην χώρα και προκύπτει από την βαθιά αδιαφορία μας στο να επικεντρωθούμε στα ουσιαστικά ζητήματα.
Αξιοκρατία, σοβαρή δημοσία υγεία, αξιοπρεπής δημόσια εκπαίδευση και ισχυροί, αδιάβλητοί θεσμοί, θα έπρεπε να αποτελούν τον πυρήνα των επιδιώξεων οποιασδήποτε κυβέρνησης, ανεξαρτήτος τοποθέτησης επί του ιδεολογικού φάσματος, και όχι η καταστολή, ο έλεγχος των media (άλλο ελευθερία και άλλο ανεξαρτησία) και η υποχρηματοδότηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και του συστήματος υγείας .
Φυτεύοντας τους σπόρους της ανομίας και των “μπαχαλάκηδων”, των αναρχικών και των “νοικοκυραίων”, των αδιάφορων νέων που αψηφούν τους κανονισμούς για τη δημόσια υγεία, των “δωσίλογων” που ξεπουλάνε την πατρίδα τους σε ζητήματα όπως το Μακεδονικό και τα Ελληνοτουρκικά, των καλών αστυνομικών και των επικίνδυνων πολιτών, η κυβέρνηση καλλιεργεί “αλήθειες” που δεν είναι ούτε δικές της, ούτε όμως και δικές σου.
Φτάνει μόνο να καταλάβεις ότι το χάσμα σου με την κυβέρνηση είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό με τον συνάνθρωπο σου. “Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος” λοιπόν, γιατί το μέτρο του δικαίου δεν είναι η εξουσία, αλλά των σύνολο των πολιτών τους οποίους υπηρετεί.
*Ο Αλέξανδρος Μαραντζίδης είναι τελειόφοιτος φοιτητής βιοϊατρικής στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης