Philharmonie de Paris: Ρωσική θύελλα από τον Sokhiev και τη Γαλλική Ραδιοφωνία

Ο Γιώργος Μαρκογιαννόπουλος γράφει για ένα κολοσσιαίο έργο της ρωσικής σχολής

Parallaxi
philharmonie-de-paris-ρωσική-θύελλα-από-τον-sokhiev-και-τη-γαλλ-1261608
Parallaxi

Λέξεις: Γιώργος Μαρκογιαννόπουλος

Μετά την εξαιρετικά επιτυχημένη εμφάνιση, στην υπερσύγχρονη Philharmonie de Paris, της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Μονάχου, όταν στις 3/11 εκτέλεσε ανεπανάληπτα την Σεχραζάντ τού Ρίμσκυ-Κορσάκωφ υπό τη διεύθυνση του Tugan Sokhiev, τώρα, στις 6/12, ο Ρώσος μαέστρος κλήθηκε να διευθύνει την Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας στην ίδια, κορυφαίας ακουστικής, συναυλιακή αίθουσα.

Πάλι, το δεύτερο μέρος τού παρουσιαζόμενου προγράμματος περιέλαβε ένα κολοσσιαίο έργο της ρωσικής σχολής, τη Συμφωνία αρ. 2 σε μι ελάσσονα του Σεργκέι Ραχμάνινωφ, ενώ την αρχή έκανε το αγαπητό ενδέκατο κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε ρε ελάσσονα του Γιόζεφ Χάυδν, που κλήθηκε να ερμηνεύσει ο Γάλλος πιανίστας και οργανίστας Jean-Frédéric Neuburger.

Ωραία μπήκε η ορχήστρα, με ζηλευτή πλαστικότητα στα έγχορδα, που εισήγαγαν το κεντρικό θέμα, όμως την κατευθυντήρια αυτή δεν ακολούθησε ακριβώς το πιάνο, με μέτριας ποιότητας άρθρωση στο χορευτικό άνοιγμα, από το οποίο έλειπε κιόλας η αναγκαία σπιρτάδα.

Παρά ταύτα, η κατέντζα τού πρώτου μέρους αποδόθηκε με εκφραστικότητα, ποίηση και αφηγηματική συνέπεια, δημιουργώντας με το δίπολο τάσης-χαλάρωσης και με τα προσεγμένα, βιρτουόζικα σκαμπανεβάσματα ένα τοπίο αξιοπρόσεκτης ομορφιάς. Αισθητά καλύτερο ήχησε συνολικά το δεύτερο και το τρίτο μέρος, όπου ο διάλογος από το κλαβιέ με τα βιολιά, η καλή παραγραφοποίηση, ο σωστός συγχρονισμός και το κομψότερο φινίρισμα στη φραστική έδωσαν το ζητούμενο αποτέλεσμα.

Ακόμα πιο πετυχημένα εκτελέστηκε το Καπρίτσιο για πιάνο και ορχήστρα τού Ιγκόρ Στραβίνσκυ, στο οποίο πέρα από το εξαίσιο σολιστικό μέρος, τις εντυπώσεις έκλεψαν τα ισχυρά τύμπανα και τα διαυγή -πάντα άριστα- φλάουτα της Ορχήστρας της Γαλλικής Ραδιοφωνίας. Ο Neuburger παρουσίασε με πειστικό και τεχνικά ορθό τρόπο τα μηχανιστικά μοτίβα που κυριαρχούν, μέσω μιας έντονης και μυώδους κίνησης στο πληκτροφόρο, τονίζοντας τον έλεγχο και την άνεσή του επί του οργάνου και του έργου. Γήινους χρωματισμούς προσέφεραν στη μουσική παλέτα τα πιτσικάτι ακριβείας των καλών κόντρα μπάσων, που προηγήθηκαν της γεμάτης νόημα και τσαχπινιά συνομιλίας τού πιάνο με τα υψηλής γλαφυρότητας και διαφάνειας ξύλινα πνευστά, με αρχηγέτη το βαθύφωνο φαγκότο. Όλα αυτά τα έδεσε η αέναα ρέουσα φραστική των βιολιών που διέτρεχαν το ηχοτοπίο, υπό την καθοδήγηση του τεχνικά αψεγάδιαστου πρώτου βιολιού και φυσικά τού ίδιου του Sokhiev.

Στα παρατεταμένα χειροκροτήματα του κοινού, ο Neuburger απάντησε με το πραγματικά πολύ ταιριαστό και ίσως μόνο κατάλληλο ανκόρ, το πολυαγαπημένο «Τανγκό» τού Στραβίνσκυ, μία εξωτική και ρυθμικά παιχνιδιάρικη σύνθεση για σόλο πιάνο, που λόγω της δημοφιλίας της έχει έκτοτε μεταγραφεί για κάθε λογής όργανα. Την πρωτότυπη, λοιπόν, βερσιόν ερμήνευσε ο Γάλλος πιανίστας με εξαιρετική αίσθηση του παλμού και της σημασίας των παύσεων, ώστε να δημιουργήσει ένα φοβερά χορευτικό αλλά και ταυτόχρονα με ιδιαίτερο βάρος μουσικό αποτέλεσμα, που σε κάθε περίπτωση ήταν συναρπαστικό και παραπάνω από καλοδεχούμενο.

Το δεύτερο μέρος της συναυλίας κατέλαβε η γιγαντιαία Δεύτερη συμφωνία τού Σεργκέι Ραχμάνινωφ, ένα πολύ χαρακτηριστικό έργο της μεγάλης Ρωσικής μουσικής σχολής και ένα έξοχο δείγμα τού υστερορομαντικού συμφωνισμού. Ο Ρώσος μαέστρος Tugan Sokhiev, που φαίνεται να έχει μία μεγαλύτερη οικειότητα με τους συνθέτες της ιδιαίτερης πατρίδας του, ρίχτηκε με ορμή στο αλέγκρο μοντεράτο και διευθύνοντας χωρίς παρτιτούρα ούτε μπαγκέτα (θυμίζοντας έντονα Yuri Temirkanov!) απέσπασε από την ορχήστρα μία δίχως άλλο εξαίσια ερμηνεία.

Η πλαστικότητα στα έγχορδα και ιδίως στα βιολιά υπήρξε μνημειώδης, ενώ οι επιμελείς εναλλαγές τού τέμπο οδήγησαν με φυσικό τρόπο σε διονυσιακές κορυφώσεις, με τις εκρηκτικές συνεισφορές των χάλκινων πνευστών να προσθέτουν οργιαστικές πινελιές στο μουσικό ακρόαμα. Το σπαρταριστό τραγούδι από τα τσέλα ενίσχυσε περαιτέρω τον εικονοπλαστικό χαρακτήρα της μουσικής, που εξίσου φρόντισαν να αναδείξουν τα υπέροχα κλαρινέτα και το καλό φαγκότο της Γαλλικής Ραδιοφωνίας.

Ωραία αποδόθηκαν οι ρυθμικοί στρόβιλοι του δεύτερου μέρους, δίνοντας την εντύπωση μιας καλπάζουσας ορχήστρας που είχε αίσθηση της σύγχρονης κίνησης, των δυναμικών και του παλμού που απαιτεί ο συνθέτης. Πολύ όμορφα υπογράμμισε ο Sokhiev το ρωσικό ιδίωμα στο υψηλής συναισθηματικής φόρτισης αντάτζιο, με επιτυχή την έκθεση του κεντρικού θέματος, με άριστο και απολύτως διαφανές το σόλο τού κλαρινέτου.

Στο αληθινά μεγαλοπρεπές φινάλε, τα έγχορδα έπλασαν με ζωηρότητα τα μοτίβα, που έπειτα εξέλιξαν τα πνευστά και τέλος σφράγισαν με αποφασιστικό τρόπο τα κρουστά, προκαλώντας το αυθόρμητο χειροκρότημα του κοινού.

*O Γιώργος Μαρκογιαννόπουλος είναι κριτικός μουσικής

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα