Ποιητικά πλακάτ
Σήμερα διαδηλώνουν οι ποιητές, κάποιοι τέλος πάντων από αυτούς, και θα έχουν και στίχους σε πλακάτ. Βρήκα αρκετούς που μιλούν για τις κρίσεις κάθε είδους και τους έφτιαξα έτσι ώστε να λένε μία μικρή ιστορία. Ήταν ένας νέος ωχρός. Καθόταν στο πεζοδρόμιο. Χειμώνας, κρύωνε. Τι περιμένεις; του λέω. Τον άλλον αιώνα, μου λέει./ Τ. Λειβαδίτης. […]
Σήμερα διαδηλώνουν οι ποιητές, κάποιοι τέλος πάντων από αυτούς, και θα έχουν και στίχους σε πλακάτ. Βρήκα αρκετούς που μιλούν για τις κρίσεις κάθε είδους και τους έφτιαξα έτσι ώστε να λένε μία μικρή ιστορία.
Ήταν ένας νέος ωχρός. Καθόταν στο πεζοδρόμιο. Χειμώνας, κρύωνε. Τι περιμένεις; του λέω. Τον άλλον αιώνα, μου λέει./ Τ. Λειβαδίτης.
Μην του μιλάτε είναι άνεργος, τα χέρια στις τσέπες του σαν δυο χειροβομβίδες. /Νίκος Καρούζος.
Να γίνεις λέει Έλλην, να βάλεις μυαλό, να γίνεις χρήσιμος. /Μ. Αναγνωστάκης.
Έξοδα, έξοδα, έξοδα…Νά’ χα ένα μεροκάματο! /Κ. Κουλουφάκος.
Αν γίνεις τώρα πρώτος μες στους τελευταίους βρίσκεις δουλειά, γιατί παντού ζητείται ψεύτης. Με πιάνει ο ίλιγγος – αλίμονο στους νέους… Όταν οι τίμιοι σιωπούν, φωνάζει ο κλέφτης./ Δ. Σολδάτος.
Ασπόνδυλα φερέφωνα καλμάρουν συνειδήσεις, σαν είδωλα εγγαστρίμυθα βομβίζουν, τιτιβίζουν, ναρκωτικές μοστράρουν στην τιβί καυτές ειδήσεις, κι εμάς, αλλού, σε ξένο τόπο, αλλάργα αποκοιμίζουν αδέσποτες οι σφαίρες που σφυρίζουν./ Γ. Κεντρώτης.
Πρώτο που αυτοί αποφασίζουνε πως κινδυνεύομε και πως θέλομε δε θέλομε θα μας “εσώσουν”. Ε./ Κακναβάτος.
Πέσαμε πάνω τους και τούς λιανίσαμε: χίλιοι άντρες ολομόναχοι ενάντια σε επτά ολόκληρα κουφάρια./ Αρχίλοχος.
Κάθε φορά αποφασίζω να τους ξεπληρώσω, κουρέλια να τους κάνω, με χαμόγελα, με λόγια τρυφερά, με καλοσύνη. Πάντοτε με στριμώχνουν όμως με αναγκάζουνε ν’ απολογούμαι στο τέλος να καταδικάζομαι. Αυτοί αντλούνε από κάπου εξουσία./ Γ.Ιωάννου.
Άλλος δεν ξέρει ότι βρισκόμαστε, παρά όποιος πατάει πάνω μας καθώς διαβαίνει. /Κ. Καρυωτάκης.
Όμως αυτό που πιο πολύ τσακίζει τον φονιά είναι η απάθεια των θυμάτων του όσο περνούν τα χρόνια, τόσο πιο λίγο του αντιστέκονται, τόσο πιο έτοιμα είναι να πεθάνουν. Με φρίκη διαπιστώνει ο φονιάς ότι, σε λίγο, θα σκοτώνει μόνο πεθαμένους. / Α. Χιόνης.
Πάψετε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου, τους γόους της υστερικής σειρήνας σταματήστε, κι αφήστε το πηδάλιο στις τρικυμίας τα χέρια! Το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε! / Κ.Ουράνης.
Για τα αλλού-μη ελπίζεις- δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό. Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ στην κώχη τούτη τη μικρή, σ’όλην την γη την χάλασες. / Κ. Καβάφης.
Δυστυχώς και η γη με δικά μας έξοδα γυρίζει. / Ο.Ελύτης.
Κι οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος. Κ.Τριπολίτης. Κι αφού τόσο εύκολα τις έννοιες διαστρεβλώνουν και τη δειλία λένε λογική, ρεαλισμό την προδοσία και τη σκλαβιά, γιατί όχι λευτεριά δε θα μας πουν; / Α.Παναγούλης.
Και δε δακρύζεις ποτέ σου μάνα μου Ελλάς που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς. / Ν. Γκάτσος.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες, γιατί γράψανε ότι σου ρίξανε στα πόδια. Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είναι ο Στόχος. Το νου σου ε; / Κ. Γώγου.
Χιλιάδες σουπερμάρκετ γεμάτα πράματα, γιατί δεν τα βουτάμε για τα γεράματα; / Ν. Άσιμος.
Ν’ αλλάξουμε αέρα. Πρέπει ν’ αλλάξουμε κόλαση./ Μ. Ελευθερίου.
Έχεις χρέος να μισείς αν το μίσος σου του φονιά το μαχαίρι στομώνει• να μισείς όποιον άσπλαχνα κι άνομα των παιδιών σου το γέλιο σκοτώνει./ Λ.Κουκούλας.
Δειλοί και στην αγάπη μας μα και στο μίσος πιο δειλοί κι ανίσχυροι κι ασάλευτοι να ζούμε ανάμεσα τους, να μας πληγώνουν και τα δυο και να μετράμε σιωπηλοί στα παγωμένα δάχτυλα τους ίδιους μας θανάτους. / Ρίτσος.
Λοιπόν γιατί αργείτε, τι στέκεσθε νεκροί; Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι κ’ εχθροί. / Ρήγας Βελεστινλής.
Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει: φεύγουμε σημαίνει: εγκαταλείπουμε τον αγώνα. /Γ. Σαραντάρης.
Και μην ανοίγεις όσο κι αν χτυπούν. Φωνάζουν μα δεν έχουν τι να πουν. /Γ. Σεφέρης.
Για μένα ο μεγαλύτερος πολιτικός της χώρας Θα ‘ναι ένας νέος Περικλής που με καημό και θάρρος Θα κάνει απλώς μια ένεση στον τόπο ευθανασίας Να ’ρθει ταχύς ο θάνατος και σπλαχνικός ο χάρος. /Ν. Φωκάς.
Έλληνα! Ε, Έλληνα! Του κάμω, τι ζητάς εδώ; είμαι νεκρός, μου κάμει / Ν. Εγγονόπουλος.
Κοιμούνται οι Μούσες στον Ελικώνα στα μουσεία τ’ αγάλματα νοσταλγήσαν το χώμα το κάρβουνο εντείνει τις γραμμές του πευκώνα η Ελλάδα είναι ωραία ακόμα και ως πτώμα../ Κ. Σοφιανός.
Με την ψυχή γεμάτη κόσμους, χωρίς χαλινάρια ή παρωπίδες / Γ. Θεοτοκάς.
Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου./ Δ. Σολωμός.
Υ.Γ Λυπάμαι που χαλάω την ωραία ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι χορηγοί και οι συμμετέχοντες, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί σήμερα θα διαδηλώσουν οι «ποιητές». Ποιητική αδεία προφανώς. Οι στίχοι των μεγάλων του σιναφιού, ωστόσο, όσο φλέρταραν προκλητικά άστεγες αλήθειες, υπήρξαν αρκούντως τολμηροί για να χρειάζονται την επαναστατική νομιμοποίηση μιας βόλτας ή τη σφραγίδα ενός αυτάρεσκου χάπενινγκ. Φοβάμαι ακόμα ότι οι γνωρίζοντες θα το εκλάβουν ως παραδοχή ήττας και θα το αγκαλιάσουν με χαμόγελα τώρα που θυμήθηκαν να μας ταΐσουν προσεκτικά εκλογές. Εκτός κι αν έχουμε πειστεί πως τα βιβλία γενικώς είναι φέρετρα και οι ποιητές χρειάζονται εκταφή. Τότε και μόνο τότε, να πάμε όλοι εκεί και φωνάξουμε μέχρι να λυθεί η φρικτή παρεξήγηση. Για να πιάσουν ύστερα οι στίχοι δουλειά, όσοι ποιητές τερματίσουν, ας γυρίσουν στα δωμάτιά τους. Η μοναξιά αυτομάτως, αν η καρδιά τους το λέει, τους καθιστά επικίνδυνους. Όταν κάνουν δηλώσεις on air, όσο ντόρο κι αν προκαλέσουν, στην πραγματικότητα σιωπούν. Θα όφειλαν τουλάχιστον αυτό να το γνωρίζουν πριν μας καλέσουν να γιορτάσουμε μαζί την παγκόσμια νύχτα της τέχνης τους. Δεν διέκριναν την ειρωνεία στους τίτλους; Οι ποιητές, λένε οι εφημερίδες, στους δρόμους. Ή κορόιδα δηλαδή ή μασκαράδες, να διαδίδουν πια οι ίδιοι τη βρώμα που έβγαλε η ιστορία ότι ξοφλήσανε.