Ποιος είναι ο εχθρός του Έθνους;
Οι μετανάστες και η εθνική απειλή που αντιπροσωπεύουν ακόμη για τον μέσο Έλληνα
Σε μία πρόσφατη συνέντευξη του ιστορικού Ουλφ Μπρουνμπάουερ στο Βήμα της Κυριακής δύο σημεία μου κέντρισαν την προσοχή. Αφενός ο ισχυρισμός του πως «οι μετανάστες δεν αποτελούν εθνική απειλή» και αφετέρου η υπενθύμιση της επικρατούσας νοοτροπίας του 19ου αιώνα στις δυτικές χώρες, βάσει της οποίας το βάρος της εθνικής αλλοίωσης έπεφτε στους απόδημους.
Η αρχική διατύπωση, παρότι έχει επανειλημμένα επισημανθεί, δε φαίνεται να πείθει ιδιαίτερα τις σημερινές δυτικές κοινωνίες, που έχοντας πληγεί από την εξάπλωση και την τρομοκρατία του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους, συνολικά αντιμετωπίζουν τις προσφυγικές εισροές είτε με την προοπτική μιας εξευγενισμένης εκμετάλλευσης είτε του σταδιακού εκτοπισμού. Ωστόσο, η δεύτερη θέση προξενεί τόσο εντύπωση όσο και απορία, ενδεχομένως και να ηχεί ενοχλητικά στα αυτιά των περισσότερων, ακριβώς επειδή πρόκειται για μία πληγή που αρνούμαστε πεισματικά να κλείσουμε.
Ιδιαίτερα ο απόδημος ελληνισμός εντοπίζεται σε πολλά μέρη του πλανήτη, οργανωμένος σε ισχυρά θεμέλια, γεγονός που εξασφαλίζει και τον προοδευτισμό του. Οφείλουμε βέβαια, να παραδεχτούμε ότι τα υψηλά ποσοστά Ελλήνων μεταναστών δεν είναι ένα φαινόμενο της επικαιρότητας, αλλά μία διαχρονική πραγματικότητα. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η Ελλάδα υπήρξε χώρα αποστολής οικονομικών μεταναστών, η έκταση της οποίας έχει ως αποτέλεσμα τα σημερινά εργατικά χέρια που καταφτάνουν στη χώρα μας να εμφανίζουν ποικίλες ομοιότητες με το μεταναστευτικό ρεύμα του 20ου.
Εάν θυμηθούμε λοιπόν, το μεταναστευτικό ρεύμα του 1890 προς τις Η.Π.Α, αλλά και του 1950 – 1960 προς την Αυστραλία και τη Βορειοδυτική Ευρώπη, θα βεβαιωθούμε όχι μόνο για την τεχνολογική και αναπτυξιακή μας υστέρηση, κυρίως για την διάτρητη και άλογη εθνική μας αλληλουχία. Για την τελευταία φυσικά, ενοχοποιείται η έλλειψη εθνικής συνείδησης, εκφράσεις της οποίας δεν μπορούμε σε καμία των περιπτώσεων να θεωρούμε τις παρελάσεις και τις φαμφαρολογίες περί ένδοξου παρελθόντος. Είναι χαρακτηριστική η ρευστότητα και η αναδιαμόρφωση της εθνικής μας συνείδησης ανάλογα με τα επικρατέστερα συγχρονικά μας συμφέροντα. Τη μία εμφανιζόμαστε ενωμένοι για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων και την επομένη για την επιστροφή των Ελγινείων. Αγνοούμε όμως, πως τα προαναφερθέντα συγκροτούν τους στόχους και όχι τα μέσα.
Εν τέλει, αυτή ακριβώς η ιδιοσυγκρασιακή σύγχυση είναι που μας καθιστά αφιλόξενους και αφερέγγυους τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους μη Έλληνες μετανάστες. Ξένοι νιώθουν και οι μεν και οι δε, αφού η ελληνική ταυτότητα εξακολουθεί να φέρει μια ασάφεια. Υπό αυτήν ακριβώς την έννοια, θα μπορούσαν οι απόδημοι να θεωρηθούν «εχθροί του έθνους» για τον μέσο Έλληνα. Ασφαλώς, όχι επειδή κακοπροαίρετα βλάπτουν την ενδοχώρα, αλλά επειδή τείνουν να παγιώνουν την Ελλάδα και τον ελληνισμό εκτός των γεωγραφικών ορίων όπου αυτά γεννήθηκαν. Ούτως ή άλλως, οι διχαστικές τάσεις και ο εξοστρακισμός του ποιοτικά ανώτερου υπήρξαν ανέκαθεν αναλλοίωτα γνωρίσματα του έθνους μας.