Πλατεία «Μανώλη Αναγνωστάκη»

Ένα κείμενο επί τη ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή.

πλατεία-μανώλη-αναγνωστάκη-1393704

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015.

Ο ποιητής μου μοναχικός περιπατητής στη γειτονιά του. Δίπλα του ο κολλητός του Μανούσος Φάσσης*, η παιχνιδιάρικη και αυτοσαρκαστική λογοτεχνική περσόνα του ποιητή. Ένα βήμα πιο πίσω τους εγώ. Σιωπηλοί και οι τρεις μας. Εκείνοι από χούι, εγώ για να μην ταράξω της συνοδοιπορίας μας τη μαγεία. Κοντοστέκεται μπροστά στο σπίτι του, τριώροφο δείγμα της μεσοπολεμικής θεσσαλονικιώτικης αρχιτεκτονικής επί της Μητροπολίτου Γενναδίου.

Στο σπίτι αυτό γεννήθηκε ο ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης, πληροφορεί η εντοιχισμένη πλακέτα στην είσοδο, περιέργως καθαρή από ασέβειες με γκράφιτι.

Ψιθυρίζει,

Και προχωρούσα…

Χωρίς να γνωρίζω κανέναν.

Κι ούτε κανένας με γνώριζε,

με γνώριζε…

Ή μήπως το σιγοτραγουδάω εγώ;

Ο σύνδεσμος φιλάθλων «Αυτόνομη θύρα 10» του Ηρακλή έχουν εγκατασταθεί στο δεύτερο όροφο του κτιρίου. Οι οπαδοί, νέα παιδιά όλοι τους, στο μπαλκόνι πίνουν μπύρες, φωνάζουν συνθήματα της ομάδας τους, τραγουδούν, φτιάχνονται για το παιχνίδι της Κυριακής.

Χοροπηδάνε ρυθμικά,

«Ήρααα… Ήρααα…»

Ο ποιητής, από πάντα φανατικός Παοκτσής, δεν ενοχλείται. Τους χαίρεται.

Αυτά τα παιδιά ξεδίνουν ελεύθερα, δεν κινδυνεύουν από σφαίρες, δεν περιμένουν την απόφαση κάποιου στρατοδικείου δι’ ασήμαντον αφορμήν, δεν αναμένουν στα κελιά την ημέρα της εκτέλεσής τους γράφοντας αποχαιρετιστήρια γράμματα σε μάνες και αδελφές.

Ήτανε νέοι, ήτανε νέοι, ήταν παιδιά

Κι έτυχε να ‘ναι και καλή σοδειά.

Δεν ξέρανε πατέρα, μάνα, σπίτι,

Έναν δεν δίναν για το σήμερα παρά.

Δε ρίχνανε δραχμές στον κουμπαρά

Δεν κράταγαν μεζούρα και διαβήτη.

«Ήρααα… Ήρααα…».

Ο άλλος Μανώλης, ο Μανούσος Φάσσης, του θυμίζει τις δικές του προπολεμικές παιδικές συμμορίες στις γειτονιές, με τους τσαμπουκάδες στις αλάνες και τον πετροπόλεμο, συγκρούσεις αθώες αλλά με πολύ ξύλο και ματώματα, που λες και σφύριξαν από τότε κιόλας την έναρξη του ένοπλου αγώνα.

… ήρθανε απ’ άλλη γειτονιά, νταήδες βλάμηδες λεβέντες…

* * *

Αφήνουμε το Μανούσο στην πλατεία για πιθανό πετροπόλεμο με κάποια συμμορία από το παραπάνω μαχαλά της Αγίου Δημητρίου. Μπορεί και για φιλικό με τα τσακαλάκια, τους φίλους του στην πλατεία. Παρ’ ό,τι ψηλολέλεκας παίζει αριστερό εξτρέμ. Διακρίνεται για την ταχύτητα και την κοφτή του ντρίπλα. Με τέτοιο μπόι θα «γέμιζε εστία» και ως τερματοφύλακας. Άχαρος πολύ παρά τη φυσική του κομψότητα και το κύρος που του πρόσθεταν τα χοντρά γυαλιά του, δεν έκανε πάντως για καριέρα στο ποδόσφαιρο.

Αυτός είχε γεννηθεί για Ρονάλντο της ποίησης.

Περπατάμε με το Μανώλη μέχρι τη συμβολή Φιλίππου, Αμύντα και Πλάτωνος.

Οι μπρούτζινοι εκπαιδευτικοί, λίγα μέτρα πιο πέρα, εμπρός από το Πειραματικό Σχολείο, χαιρετούν εξ αποστάσεως υποδεχόμενοι τον πιο καλό τους μαθητή.

Φυσούσε από το σπασμένο τζάμι

Ύστερα ήρθανε κι άλλοι…

Πράγματι μαζεύτηκε κόσμος πολύς στη μικρή τριγωνική πλατεία. Ήρθανε κι άλλοι, κι άλλοι. Ο δήμαρχος, η δημοτική αρχή, φίλοι και συναγωνιστές,άνθρωποι των γραμμάτων και του πολιτισμού.

Τελικά έπεσε έξω ο ποιητής, πολλοί τον εγνώριζαν.

Και το όνομα αυτής: Πλατεία «Μανώλη Αναγνωστάκη».

Ενενήντα χρόνια από τη γέννηση και δέκα από το θάνατό του η πόλη με επικεφαλής το δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη και ύστερα από εισήγηση του Μίλτου Πολυβίου, αρχιτέκτονα και προσωπικού φίλου του Μανώλη, απέδωσε μία πλατεία στη μνήμη του, αντίδωρο στην τιμή που της έκανε και ο ίδιος με τη ζωή και το έργο του.

Καθόλου τυχαία επιλογή. Η πλατειούλα ήταν το καθημερινό του πέρασμα από το σπίτι, γωνία Μητροπολίτου Γενναδίου και Ιουστινιανού, προς το Πειραματικό. Ίσως να σταματούσε για λίγο, όταν σχολούσε, στο γιαουρτσίδικο του «Κρυστάλλη» για ένα παγωτό φράουλα-λεμόνι ή γιαούρτι της τσανάκας σε πιάτο για το σπίτι.

Τα πρόλαβες άραγε Μανώλη; Σου έμεινε αξέχαστη η γεύση τους στη γλώσσα και στα χείλια;

Αλλά αρκετά πια με τα πήγαινε έλα σου στη γειτονιά. Καιρός ήταν να βρεις τη μόνιμη τη θέση σου. Με το μουστάκι σου το κολοκοτρωνέικο, τα πυκνά μαλλιά και τα χοντρά μυωπικά γυαλιά σου,

Όρθιος και μόνος μέσα στη φοβερή ερημία του πλήθους…

*Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του ποιητή. Το Μανούσος από την κρητική απόδοση του Μανώλης, το Φάσσης ήταν παρατσούκλι του πατέρα του.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα