Κλέφτες ποδηλάτων

Οι περιπέτειες ενός εραστή του ποδηλάτου! Γιατί ακόμα και αν στο κλέψουν η αγάπη του να κυκλοφορείς με το ποδήλατο σου είναι αιώνια.

Νίκος Βράντσης
κλέφτες-ποδηλάτων-133626
Νίκος Βράντσης

Ένα από τα πρώτα πράγματα που κάνω όταν αλλάζω τόπο διαμονής είναι να αγοράζω ποδήλατο. Bέβαια τις πόλεις της Ελλάδας τις σεργιανώ και διασχίζω μονίμως με ένα Montana, που με περιμένει σαν πιστή Πηνελόπη, ενώ εγώ το απατώ αναίσχυντα με άλλες εφήμερες τσικλέτες.

2 Είναι ένα ποδήλατο καλλίγραμμο, βαρύ, αμετακίνητο. Μα παρόλο που το αγαπώ, νιώθω πως όλες οι περιπετειώδεις βόλτες μας πραγματοποιήθηκαν. Έψαξα να βρω τον οδηγό που μου έδωσε ο πωλητής όταν το αγόρασα πριν χρόνια, να δω αν πράγματι προέβλεπε την σούμα των διασκεδαστικών σουλάτσων και χιλιομέτρων που θα μπορούσα να απολαύσω μαζί του. Να δω αν θα μπορούσα να απαιτήσω να μου πληρωθεί πίσω το κόστος μιας ματαιωμένης προσδοκίας, που με έκανε να νομίσω ότι όλες οι βόλτες μαζί του θα είναι παντοτινά μοναδικές. Δεν βρήκα κάτι. Και όμως την νιώθω την κόπωση. Μόνο αν απομακρυνθώ μακριά και για καιρό, σε ξένες επικράτειες και λησμονήσω τα γνώριμα, μόνο τότε, στο ξανασμίξιμο, νιώθω να με γαργαλά ένας ημιθανής ενθουσιασμός που έχει περισσότερο την γεύση της τρυφερότητας του οικείου.

Το ποδήλατο που μου έκλεψε το μυαλό, ήταν ένα γυναικείο bianchi του 40’, φτιαγμένο την χρονιά που ο De Sica έκανε την ταινία. Το είχα αγοράσει φρεσκοκλεμμένο από έναν Σενεγαλέζο με χρυσό δόντι, έξω από ένα κατάστημα ενός ερωτιάρη επισκευαστή ποδηλάτων με αφίσες μεγαλόστηθων γυναικών κολλημένες στους τοίχους του εργαστηρίου του. Και μην αρχίζετε τις ηθικολογίες σας παρακαλώ. Ο φτωχός φοιτητής στηρίζεται στην ανεμελιά του ποδηλάτη και στην ελαφροχεριά του κλέφτη που συνεργάζονται για να ρίξουν την ταρίφα του ποδηλάτου και τον γλιτώνουν από τα πολλά έξοδα μετακίνησης. Και παρότι έχω υπάρξει θύμα, εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι οι ladri είναι απαραίτητο στοιχείο της πόλης. Άλλωστε μου πρόσφεραν το Bianchi μου, που ήταν το καμάρι μου. Ήταν γεμάτο μνήμες.

Θυμάμαι είχα βρεθεί τυχαία με έναν παλαβιάρη Γάλλο, μαθητευόμενο κρασοπαραγωγό – γερό ποτήρι- στην πόλη των Μεδίκων και καταλήξαμε να κάνουμε τον γύρο του Chianti. Σε αυτή την βόλτα, τυχαία βρήκα το Μεσαιωνικό σπίτι των Ugolini, ένα μέλος του οποίου μνημονεύει ο Δάντης στην Κόλασή του. Μεθύσαμε από τα κρασιά που πίναμε σε κάθε χωριουδάκι του Chianti, συναντήσαμε Εβραίους που κάνανε pilgrimage, Americans που αναζητούσαν λιχουδιές και οίνους, locals που μας φιλέψαν. Ξεκινήσαμε υγιέστατοι και γυρίσαμε μισόνεκροι. Δεν μπορώ να πιστέψω πως καταφέραμε να κάνουμε αυτήν την διαδρομή με αυτά τα ποδήλατα. Διότι πανέμορφα ήταν. Αντίκες ήταν. Αλλά για ταξίδια δεν ήταν.

Το Bianchi το είχα τάξει να το δώσω σε ένα κορίτσι όμορφο που είχαμε ταξιδέψει μαζί. Για να με θυμάται! Αλλά το πούλησα λίγες μέρες πριν επιστρέψω στην Ελλάδα εν μέσω capital controls. Ήταν οι μεταδημοψηφισματικές μέρες, και δεν μπορούσα να τραβήξω χρήματα από την τράπεζα με αποτέλεσμα να μην έχω να πάρω ούτε μακαρόνι. Οπότε το έδωσα με βαριά καρδιά σε μια μελαχρινή Γερμανίδα, παρότι το είχα αλλού ταγμένο. Λίγους μήνες μετά επέστρεψα στην πόλη, έψαξα, βρήκα την Γερμανίδα αλλά μου μήνυσε πως το ποδήλατο της το είχανε κλέψει δυο βδομάδες αφού της το πούλησα. Το έκλαψα, το θρήνησα και πάμε. Το μόνο που έμεινε από το Bianchi είναι κάτι φωτογραφίες, στις οποίες δεν πρωταγωνιστεί. Γι΄αυτό ίσως μου έχει μείνει. Επειδή αυτό το ποδήλατο είναι μια έλλειψη, κάτι όμορφο που χάθηκε.

1

Έτσι και στην Βρυξέλλα όταν έφτασα ρώτησα να μάθω για τα ποδήλατα και τις τιμές τους. Κάποιος με παρότρυνε να επισκεφτώ την Marche du Midi, όπου θα έβρισκα φτηνά ποδήλατα από δεύτερο χέρι. Όπου δεύτερο χέρι βλέπε χέρι αλαφρύ που κοιτά να σκοτώσει την πραμάτια. Πήγα αλλά δεν πήρα τίποτα. Πήγα όμως και αγόρασα χτες ένα Bertini. Δεν ήταν ακριβό, αλλά με τα λεφτά που έδωσα θα μπορούσα να πάρω ένα Velo χάρμα. Αντίθετα εγώ αγόρασα τον Κομφούκιο. Ναι, το Bertini το ονόμασα Κομφούκιο. Ο Κομφούκιος είναι ένα ποδήλατο μπερδεμένο. Δεν είναι ούτε bmx, ούτε βινταζιά, ούτε από τα «βόρεια» velo με τις λεπτές ροδούλες. Είναι ένα ποδήλατο μπερδεμένο, παιδικό, με αυστηρές αρσενικές γραμμές αλλά και δυο θηλυκές καμπύλες. Δεν έχει καμία σχέση με το ποδήλατο που θα περίμενες να καβαλήσει ένας ενήλικας. Το χαρακτηρίζει ένα Κομφούζιο. Αλλά δεν μου πήγαινε να το φωνάζω Κομφούζιο, σαν ένα ουδέτερο, άψυχο πράγμα, και έτσι άλλαξα το Ζ, το έκανα Κ και βγήκε ο Κομφούκιος που μου θυμίζει την σύγχυση τόσο του ποδηλάτου όσο και του αναβάτη. Γι’ αυτό το αγόρασα. Ήταν ο φρεσκοκλεμμένος καθρέπτης μου.

Ο Ρουμάνος παλιοχαρακτήρας, που μου συστήθηκε ως businessman με πήγε στο δωμάτιο με την «συλλογή» σε ένα ισόγειο στο Molenbeek και το διάλεξα. Στην πασαρέλα γνώρισα και έναν καλόκαρδο, μαυριδερό Τσέχο, που συστήθηκε ως συνεργάτης του Ρουμάνου. Οι δυο τους μικροί businessmen, κλεφτρόνια, αλλά με μάτια καλά, που μάλλον απατούν από ανάγκη. Έχω γνωρίσει και φτωχοδιάολους χαμένους που τρώνε ανθρώπους. Αυτά τα παιδιά δεν ήταν τέτοια. Έχουν ακόμα προσδοκίες διείσδυσης σε μια πιο άνετη ζωή, οι οποίες απαλύνουν την ενοχή του κλεψίματος, που γίνεται προσωρινή πηγή εσόδων, παρά μόνιμη πηγή εισοδήματος. Αλλά εντάξει μπορεί το Bertini να μην ήταν κλεμμένο. Μπορεί ο businessman να ήταν απλά μεταπωλητής.

Αλλά όπως και να χει αυτό το γνώριμο παιχνίδι των μητροπόλεων με τις «ανταλλαγές» ποδηλάτων, είναι διασκεδαστικό. Ενίοτε επώδυνο, αλλά όχι τραυματικό. Δημιουργεί πρόσκαιρα δράματα και αξιομνημόνευτες εμπειρίες. Όσο ανήθικο και αν ακούγεται, η αισθητική της μικροκλεψιάς έχει γοητεία.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα