Ποιοι άνθρωποι μπλέκουν με τα ναρκωτικά και τις ουσίες

Η ιστορία των ναρκωτικών ως ένα κοινωνικό φαινόμενο και γιατί σήμερα όλο και περισσότεροι νέοι τα δοκιμάζουν

Parallaxi
ποιοι-άνθρωποι-μπλέκουν-με-τα-ναρκωτι-1057271
Parallaxi

Λέξεις: Αννίτα Βλαχοπούλου

Διαβάζοντας έρευνες για τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 (https://www.kff.org/coronavirus-covid-19/poll-finding/kff-covid-19-vaccine-monitor-january-2022/) αλλά και της οικονομικής ύφεσης που προέκυψε από τον αναγκαστικό εγκλεισμό για τη διαχείριση της απειλής (https://www.cdc.gov/violenceprevention/suicide/riskprotectivefactors.html), φάνηκε ότι έχει επηρεαστεί αρνητικά η ψυχική υγεία πολλών ανθρώπων.

Τα αυστηρά μέτρα και οι απώλειες θέσεων εργασίας εκθέτουν πολλούς ανθρώπους σε βιώσιμες καταστάσεις που συνδέονται με ανησυχία, άγχος και χαμηλή αυτοεκτίμηση, με συνέπεια αυτό να οδηγήσει σε υψηλότερα ποσοστά χρήσης ουσιών (https://www.cdc.gov/nchs/covid19/pulse/mental-health.htm).

Κατά πόσο όμως οι έρευνες αυτές θα μπορούσαν να θεωρηθούν έγκυρες, καθώς χρειάζονται τουλάχιστον 3 χρόνια αυστηρής μελέτης, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης και όχι μόνο σε μια χώρα, ώστε να διαπιστωθεί η επιρροή ενός συγκεκριμένου ιού και να καταλήξουμε σε τέτοια συμπεράσματα; Και επίσης, αρκούν τα περιοριστικά μέτρα της επιδημιολογικής επιτήρησης για τη μείωση της διασποράς του ιού ώστε να καταλήξει ένας άνθρωπος στη χρήση ουσιών;

Σίγουρα όχι….δεν σημαίνει ότι όλοι θα εμφανίσουν μια ψυχική διαταραχή ή θα καταλήξουν να παίρνουν ναρκωτικά λόγω της επιδημιολογικής κρίσης που βιώνουμε με την πανδημία του covid-19 ή από την επιβολή των μέτρων του περιορισμού. Τα ναρκωτικά και γενικά η εξάρτηση από τις ουσίες δεν είναι κατά βάση ένα φαινόμενο μόνο προσωπικό αλλά πολυπαραγοντικό, με τη δική του δυναμική και διαμορφώνεται με μια αλληλεπίδραση βιολογικών, κοινωνικών και ψυχολογικών παραγόντων. Τα ναρκωτικά και γενικότερα η εξάρτηση από τις ουσίες είναι ένα κεφάλαιο από μόνο του και με μακρά ιστορία από πίσω του.

Η ιστορία των ναρκωτικών

Το ανθρώπινο είδος ανέκαθεν έψαχνε τρόπους για να ανακουφιστεί από την καθημερινότητα και να «ξεφύγει» από την πραγματικότητα. Η χρήση κάνναβης το 3000 π.χ. χρησιμοποιούνταν κυρίως για θεραπευτικούς και λατρευτικούς σκοπούς, ενώ οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν παραισθησιογόνες ουσίες σε λατρευτικές τελετές. Ο πόλεμος του 1870 και η ανακάλυψη της σύριγγας από τον Pravaz έκανε δυνατή τη χορήγηση της μορφίνης για την ανακούφιση των τραυματιών του πολέμου, ενώ το δεύτερο κύμα μορφινομανίας τοποθετείται κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914). Τον 19ο αιώνα, κυρίως στην Ευρώπη και λόγω της βιομηχανικής επανάστασης και της ανάπτυξης της επιστήμης, τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα, το Προλεταριάτο και οι διπλά καταπιεσμένες γυναίκες στο σπίτι και τη δουλειά, έκαναν τους ανθρώπους να καταφεύγουν σε ψυχοτρόπες ουσίες για να ανακουφιστούν από τους εξαντλητικούς και απάνθρωπους κανόνες εργασίας, φτώχιας και δυστυχίας.

Ο 20ος αιώνας σηματοδότησε την επιβολή ενός νομικού καθεστώτος απαγόρευσης των ναρκωτικών, ενώ παράλληλα διεύρυνε και την εξάπλωση της τοξικομανίας, κυρίως στις χώρες – παραγωγούς αυτών. Οι χώρες αυτές ήταν καταδικασμένες από τους ιμπεριαλιστές στην υποανάπτυξη και τη φτώχια, με συνέπεια να αναγκάζονται να στηρίζουν ολόκληρη την οικονομία τους στην παραγωγή ναρκωτικών.

Εκατομμύρια εργάτες στην Κεντρική και Νότια Αμερική, από το 1985 και μετά, καλλιεργούν κόκα μέσα σε επικίνδυνες συνθήκες και αντιμέτωποι με πολλούς κινδύνους και παραστρατιωτικές ομάδες. Παρόλα αυτά την προτιμούν γιατί καλλιεργείται εύκολα, μεταφέρεται εύκολα, κάνει πολλές σοδιές το χρόνο και αφήνει τα περισσότερα χρήματα. Τα ναρκωτικά στις χώρες αυτές γίνονται για τους απλούς ανθρώπους και τους εργάτες (ανάμεσά τους και παιδιά) το μοναδικό μέσο επιβίωσης.

Αργότερα, στο Ιράν, Πακιστάν και Αφγανιστάν, η καλλιέργεια της παπαρούνας αποτελεί τη μόνη πηγή εισοδήματος και σιγά – σιγά οι οικονομίες των χωρών αυτών μετατράπηκαν σε ναρκοοικονομίες. Στην υπόθεση αυτή φυσικά έχουν παίξει κεντρικό ρόλο το διεθνές τραπεζικό σύστημα και οι μυστικές υπηρεσίες, με σκοπό να κρατηθεί ελεύθερο το εμπόριο ναρκωτικών. Η CIA συμμάχησε στενά με τα κυκλώματα των εμπόρων ηρωίνης στη Νότια και Κεντρική Αμερική, τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη, όπου οι μυστικές υπηρεσίες έγιναν οι καλύτεροι παραγωγοί του εμπορίου αυτού. Στο χρηματιστήριο και τα καζίνο, τα ναρκοδολάρια ξεπλένονταν με μεγάλη ταχύτητα και ευκολία και κινούνταν στις τράπεζες της Ευρώπης και της Αμερικής, με τις Ελβετικές φυσικά να παίζουν τον πρώτο ρόλο.

Τη δεκαετία του ΄80 με την όξυνση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, οι αγροτικές οικονομίες των χωρών του «Χρυσού Τριγώνου» μετατράπηκαν σε ναρκοοικονομίες, με συνέπεια να αυξηθεί τρομερά η προσφορά και η ζήτηση των ναρκωτικών ουσιών. Σύμφωνα με επίσημες αναφορές, ένα στα τρία χαρτονομίσματα που κυκλοφορούσε το 1987 στην Αμερική ήταν χρησιμοποιημένο σε συναλλαγές με κοκαΐνη, ενώ το 94% των αμερικανικών χαρτονομισμάτων είχε μολυνθεί με ίχνη κοκαΐνης! Φυσικά η διαφύλαξη του τραπεζικού αυτού μυστικού θεωρούταν ιερή υποχρέωση του καπιταλιστικού συστήματος και φυσικά η υποκρισία και ο κυνισμός των ανθρώπων που εμπλέκονταν, τάσσονταν ανεπιφύλαχτα υπέρ του «ιερού πολέμου» κατά των ναρκωτικών.

Το τέλος του 20ου αιώνα και η αρχή του 21ου, συμπυκνώνει όλα τα φαινόμενα και κινήματα που κυριάρχησαν στην κοινωνία και την επιστήμη τα τελευταία 30 χρόνια. Η κοινωνική ανάταση της δεκαετίας του ΄60 έφερε μια σκληρή πραγματικότητα στη δεκαετία του ΄70, μετά από ένα μεγάλο κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ, του Μαΐου του ΄68 και μια αμφισβήτηση του κοινωνικού κατεστημένου. Η γενιά εκείνη εξέφραζε με τον δικό της τρόπο το αίτημα για μια κοινωνία ελεύθερη, ανθρώπινη, χωρίς πολέμους και χωρίς καταπίεση! Τα επαναστατικά όμως οράματα για ελευθερία, αγάπη και ειρήνη και η οικονομική κρίση που έφεραν, είχαν ως συνέπεια αργότερα μια γκρίζα και συμβιβαστική ζωή, χωρίς οράματα, αξίες και ουσιαστικό νόημα. Η καπιταλιστική βαρβαρότητα, η ανεργία, ο ρατσισμός, ο υλισμός, η έμφαση στην εικόνα και στο χρήμα ως μοναδικό σύμβολο κύρους και αξίας, είχαν ως συνέπεια να αναζητήσουν οι άνθρωποι τρόπους και δρόμους φυγής από την αβίωτη γι’ αυτούς πραγματικότητα, νιώθοντας την ύπαρξή τους να συνθλίβεται. Έτσι, πραγματοποιήθηκε η μαζική στροφή στα ναρκωτικά, δημιουργώντας ένα μεγάλο κύμα τοξικομανίας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του κινήματος των Ravers στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 ή των τραγουδιστών και γενικά των καλλιτεχνών, οι οποίοι αναζητούσαν την «παραμυθία» της ουσίας για να σηκώσουν το βάρος και την πίεση που ασκούσε η έκθεση, η διασημότητα και ο ανταγωνισμός της εμπορευματοποίησης.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι η τοξικομανία, πρωτίστως προσδιορίζεται ως φαινόμενο ιστορικό και κοινωνικό. Σε κάθε ιστορική περίοδο έντονης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης (πόλεμος, λοιμός, οικονομική καταστροφή, κλπ), κάνει την εμφάνισή του ένα κύμα τοξικομανίας με σκοπό να κατευνάσει τον ανθρώπινο πόνο και να «ανεβάσει» τα οικονομικά συμφέροντα. Όσο μεγαλώνει η κοινωνική αποδιοργάνωση, τόσο αυξάνεται η κατανάλωση ουσιών, εμπλεκόμενων σε ένα τεράστιο δίκτυο αλληλοδιαπλοκής, καθορίζοντας τη ζωή πολλών ανθρώπων. Άνθρωποι όλων των ηλικιών και από όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, μπερδεμένοι από τα διπλά μηνύματα μιας κοινωνίας που από τη μια προωθεί το μοντέλο ενός υγιή τρόπου ζωής μακριά από τα ναρκωτικά και από την άλλη τα προωθεί με τον πιο υπόγειο και μυστικό τρόπο!

Ποια παιδιά όμως μπλέκουν με τα ναρκωτικά; Ποιες είναι οι αιτίες και τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να εξαρτώνται από αυτά;

Ποιοι άνθρωποι μπλέκουν με τα ναρκωτικά και τις ουσίες;

Τοξικομανής δεν γίνεται κάποιος τυχαία και όπως λέει ο William Burroughs «τοξικομανής γίνεσαι χωρίς να το σχεδιάζεις». Συνήθως, τα άτομα που μπλέκουν δεν έχουν ισχυρά κίνητρα προς μια άλλη κατεύθυνση. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που αλληλοδιαπλέκονται ώστε να διαμορφώσουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ένας άνθρωπος, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ωθείται να επιλέξει μια ουσία και να χαθεί στον κόσμο της.

Γιατί όμως σήμερα όλο και περισσότεροι νέοι δοκιμάζουν ναρκωτικά;

Οι παρέες, ο πειραματισμός, η περιέργεια, η μίμηση, η μυθοποίηση των ναρκωτικών, η έλξη του απαγορευμένου, η ανάγκη να ανήκουν κάπου και η μεγάλη διαθεσιμότητα των ουσιών σίγουρα παίζουν μεγάλο ρόλο στο να δοκιμάσει κάποιος ναρκωτικά.

Κανείς όμως δεν θα γίνει τοξικομανής απλώς και μόνο επειδή δοκίμασε ναρκωτικά. Η εγκατάσταση της τοξικομανίας σε ένα άτομο προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ευάλωτου, ευαίσθητου και ελλειμματικού ψυχισμού συνδυασμένου με οικογενειακούς και κοινωνικοπολιτιστικούς παράγοντες. Το κάθε άτομο βιώνει διαφορετικά την κοινωνική πίεση και ο καθένας επιλέγει διαφορετικό τρόπο για να επιβιώσει μέσα σε αυτήν.

Υπάρχουν βιολογικές – γενετικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι ορισμένα άτομα γεννιούνται με κάποια προδιάθεση προς τον αλκοολισμό ή την τοξικομανία. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, έρχεται η ουσία για να ¨κουμπώσει¨ καλά στον ελλειμματικό εαυτό, μια και η τοξικομανία είναι χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος του εγκεφάλου και ο τοξικομανής παρουσιάζει μεταβολικό έλλειμμα ανάλογο με εκείνο της ινσουλίνης στον διαβητικό.

Στην αντίπερα όχθη, υπάρχουν θεωρίες που συγκρούονται με τις βιολογικές, υποστηρίζοντας το ρόλο των ψυχοκοινωνικών, οικογενειακών και περιβαλλοντικών μεταβλητών που αλληλοδιαπλέκονται. Άλλωστε, οι περισσότεροι χρήστες κάνουν παράλληλη χρήση και άλλων ουσιών, τουλάχιστον τριών.

Σύμφωνα λοιπόν με τους θεωρητικούς αυτούς τα άτομα που παρουσιάζουν προδιάθεση στη χρήση ναρκωτικών ανήκουν σε τρείς κατηγορίες παιδικής ηλικίας:

Α) Σε αυτά που παρουσιάζουν ελλείμματα στον ψυχισμό τους, που δημιουργήθηκαν από την ώρα που ήρθαν στον κόσμο. Τα άτομα αυτά νιώθουν διαρκώς το αίσθημα της εγκατάλειψης και της ματαίωσης βιώνοντας την κοινωνία ως «κακή μητέρα», η οποία θα πρέπει να είναι υπόλογη απέναντί τους, με ένα μόνιμο χρέος προς αυτά!

Β) Σε αυτά που βίωσαν βίαιες ρήξεις στη ζωή τους ως παιδιά ή έφηβοι, δηλαδή χωρισμό γονέων, σοβαρές αρρώστιες, θάνατος αγαπημένων προσώπων, κλπ. Τα άτομα αυτά νιώθουν προδομένα από τη μοίρα γιατί δεν τους έδωσε ίσες ευκαιρίες με τους άλλους ανθρώπους.

Γ) Στα παιδιά που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω στοιχεία σε διαφορετικές μορφές, όπως ενδοοικογενειακή βία, γονεικός αλκοολισμός, σοβαρές αρρώστιες κλπ.

Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι οι ουσίες δρουν πάνω σε ένα βιολογικό υπόστρωμα και μεταβάλλουν την εγκεφαλική λειτουργία. Είναι επίσης βέβαιο ότι τα παιδιά που είναι επιρρεπή στην κατάχρηση ουσιών είναι πολύ ευάλωτα.

Δεν μπορούμε όμως σε καμία περίπτωση να μη λάβουμε υπόψη την επίδραση του κοινωνικού φαινομένου στη διαμόρφωση της εμπειρίας των ναρκωτικών.

Γιατί στρέφεται ο νέος, στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας ή και προ εφηβείας του, στα ναρκωτικά; Γιατί τα παίρνει;

-Τα παίρνει για να αισθάνεται διαφορετικός σε μια κοινωνία που τον ωθεί σε ομοιομορφία, σε μια καθημερινή ρουτίνα και στη ρηχότητα κάθε μόδας.

-Τα παίρνει για να ενταχθεί σε μια ομάδα, για να ανήκει κάπου, που να μπορεί να νιώθει αποδεκτός στη διαφορετικότητά του, σε μια ομάδα που θα λειτουργεί ως υποκατάστατο αληθινών κοινωνικών σχέσεων.

-Για να δημιουργήσει μια αποδεκτή εικόνα εαυτού, πρώτα απ’ όλα από τον ίδιο.

-Για να μπορέσει να αισθανθεί, έστω και για λίγο, το τόσο αναγκαίο για αυτόν αίσθημα της παντοδυναμίας, που θα καλύψει εκείνο της ανασφάλειας, ανικανότητας, αποτυχίας και αποξένωσης.

-Για να μπορέσει να καλύψει τη δυστυχία που τον διακατέχει, τα εσωτερικά κενά του, την έλλειψη πάθους και νοήματος στη ζωή του, το αίσθημα ανικανοποίητου, μοναξιάς και ανίας.

-Για να ανακουφιστεί, ναρκώνοντας τον τεράστιο ψυχικό του πόνο και το άγχος από την πίεση του κόσμου, έναν κόσμο φτώχιας, ανεργίας, μοναξιάς, βίας, αδιαφορίας και αποκλεισμού. τον οποίο βιώνει, από τα τρυφερά ακόμα χρόνια του, ως απάνθρωπο και εχθρικό.

-Για να μπορέσει να εκφράσει με λόγια όλα τα αρνητικά συσσωρευμένα συναισθήματα του, να συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των δικών του, να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη ή άλλη ψυχοπαθολογία.

-Για να μπορέσει να επιβιώσει ψυχικά, μέσα σε όρους προσωπικής εκμηδένισης.

Σε αυτή λοιπόν τη φάση συναντήθηκε με την ουσία και εξαρτήθηκε από αυτήν, για να αποκτήσει μια ειδική σχέση με τον κόσμο και να συνδεθεί, κατά κύριο λόγο, με την κοινωνία. Μια κοινωνία όμως που είναι ελλειμματική και τον ωθεί διαρκώς στον ατομικισμό, ενισχύοντας το αίσθημα της ανασφάλειας, αποτυχίας, ανεπάρκειας και αδυναμίας, μέσα σε έναν κόσμο χωρίς ηθική, ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ, ΧΩΡΙΣ ΨΥΧΗ!!!

References: ▪ «Rhetorique de la drogue». Συζήτηση με τον Jacques Derrida, στο L’Esprit des drogues, Autrement, Serie Mutations No 106, avril 1980. ▪ F. Engles, «The Condition of the Working Class in England in 1844», στο Engles, Selected Writings, Penguin Books, 1967. ▪ Nadia Panunzi-Roger, L’Experience toxicomaniaque, ed. Hommes et perspectives, 1993. ▪ Alain Delrieu, L’Inconsistance de la toxicomanie, ed. Navarin, 1988. ▪ «War on Drugs», Financial Times, 9,8,2000. ▪ Max Milner, L’imaginaire des drogues, ed. Gallimard, 2000 ▪ David Walsh, «Heroin Overdose Deaths on the Rise in the US».

*Η Αννίτα Βλαχοπούλου είναι Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα