Ποιος φροντίζει τελικά τα αδέσποτα;
"Ξέρεις που μπορώ να απευθυνθώ για τα αδέσποτα στην γειτονιά;" - Η απάντηση σε ένα ερώτημα που έχει περάσει και από το δικό σου μυαλό
Λέξεις: Μιχάλης Μήττας
Εικόνες: pexels
“Ξέρεις που μπορώ να απευθυνθώ για τα αδέσποτα στην γειτονιά;” ήταν η ερώτηση με την οποία με υποδέχθηκε φίλος επιχειρηματίας στην Άνω Πόλη, για να συνεχίσει εξηγώντας μου ότι οπότε βάζει μια ταϊστρα και ένα δοχείο για νερό για τις γάτες της γειτονιάς, κάποιος περίοικος τα πετάει.
Πολλές από αυτές τις έχει στειρώσει ο ίδιος με δικά του έξοδα, ωστόσο επειδή φροντίζει για την τροφή τους, συνεχώς έρχονται νέες από αλλού, ιδίως περιόδους όπως το καλοκαίρι, που το φαγητό και (κυρίως) το νερό είναι λίγο. Οι ακαθαρσίες (εύλογα) ενοχλούν πολλούς, όμως όσο και να καθαρίσει κανείς, όσα αδέσποτα και να προωθήσει για υιοθεσία, ποτέ δεν αρκεί.
Ο πληθυσμός πάντα μεγαλώνει και οι συνθήκες ζωής, των περιοίκων και των ίδιων των ζώων, αναλογικά επιδεινώνεται. Στα πυκνοδομημένα στενά μεταξύ της Δελφών και της Β. Όλγας, που η υπηρεσία καθαριότητας του Δήμου λειτουργεί (για πολλούς λόγους) αναποτελεσματικά, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Η πρόχειρη έρευνα τεκμηρίωσε την αντίληψη που όλοι έχουμε.
Ο νόμος 4830/2021 προβλέπει συγκεκριμένες αρμοδιότητες και, κυρίως, υποχρεώσεις για τους δήμους. Σε αυτές περιλαμβάνονται η σύνταξη αυτοτελούς επιχειρησιακού προγράμματος με συγκεκριμένες δράσεις για την ευζωΐα των αδέσποτων και την πρόληψη της εγκατάλειψης, την συνεργασία με φιλοζωικές οργανώσεις για την υλοποίηση αυτού, την δωρεάν παροχή φαγητού και φαρμάκων σε ανάδοχους και φιλοζωικές οργανώσεις, την λειτουργία υποδομών που περιλαμβάνουν δημοτικά κτηνιατρεία, καταφύγια και αποτεφρωτήρια ζώων συντροφιάς, την λειτουργία οχήματος περισυλλογής, την δημιουργία σημείων σίτισης και την σημανση και περίθαλψη των αδέσποτων, ακόμα και αν αυτά δεν μπορούν να φιλοξενηθούν σε διαθέσιμες εγκαταστάσεις. Όπως βέβαια προβλέπει και ειδική χρηματοδότηση από την κεντρική κυβέρνηση για την πλειονότητα των ως άνω δράσεων.
Όμως άλλο η θεωρία και άλλο η πράξη. Ιδίως στην Θεσσαλονίκη. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης συνεργάζεται με ένα καταφύγιο ζώων στο Πανόραμα και από το 2020 με μία κτηνιατρική κλινική για την περίθαλψη και τη στείρωση των ζώων, που έχει έδρα στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, δηλαδή περίπου 40 χιλιόμετρα μακριά απο την πόλη.
Επισημαίνεται ότι ο ίδιος δεν διαθέτει δημοτικό κτηνιατρείο, αλλά πριν το 2020 η συνεργασία αυτή υπήρχε με την Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ, που διαθέτει εγκαταστάσεις εντός της πόλης. Είναι σήμερα εν τοις πράγμασι ανέφικτο ένας ευαισθητοποιημένος πολίτης να μεταβεί στην συγκεκριμένη κλινική, με την οποία ο Δήμος έχει συμβληθεί, για κάποιο αδέσποτο, αναγκαζομενος τελικά να απευθυνθεί σε ιδιώτη κτηνίατρο, αναλαμβάνοντας άρα και το σχετικό κόστος. Αλλά και οι φιλοζωικές οργανώσεις δηλώνουν αδυναμία. Όχι μόνο δεν υφίσταται ουσιαστική συνεργασία με τις δημοτικές αρχές, αλλά αντίθετα καταγγέλλουν απουσία ακόμα και στοιχειώδους υποστήριξης και επικοινωνίας. Η σχετική δημοτική υπηρεσία άλλωστε είναι εξαιρετικά υποστελεχωμένη και άρα αδύναμη να ανταποκριθεί.
Ενώ λοιπόν οι διατάξεις του νόμου αγνοούνται, όπως και η προθεσμία προσαρμογής σε αυτές (ήταν εξάμηνη), οι πολίτες καλούνται να αναλάβουν το βάρος. Σε πολλές γειτονιές, οι στειρώσεις σκύλων και γατών γίνονται με ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά και ιδιωτική κάλυψη εξόδων. Το οποίο βέβαια σημαίνει ότι αφενός, οι κάτοικοι πρέπει να διαθέτουν τόσο τον αναγκαίο χρόνο όσο και την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθούν.
Όταν αυτά δεν υφίστανται, η κατάσταση ξεφεύγει. Σε συνοικίες οι αποικίες αδέσποτων διογκώνονται, απουσία στειρώσεων (για τις οποίες επίσης είναι αρμόδιος ο Δήμος), οι συνθήκες υγιεινής υποβαθμίζονται και τα περιστατικά μαζικών θανατώσεων πολλαπλασιάζονται. Ο φαύλος αυτός κύκλος, αλλά και η εικόνα δεκάδων ζώων που, εγκαταλειμμένα από τους πρώην ιδιοκτήτης τους, αναμένουν απλώς το τέλος από κάποια ασθένεια ή κάποιο διερχόμενο όχημα, οδηγεί τελικά σε απογοήτευση ακόμα και τους πιο ευαισθητοποιημένους πολίτες και σε αδιαφορία όλους τους υπόλοιπους.
Η δημοτική αρχή παραμένει θεατής ή, στην καλύτερη περίπτωση, αναλαμβάνει πρόχειρες πρωτοβουλίες “εντυπωσιασμού”. Πανηγυρικά δημιουργήθηκε το 2021 στην ιστοσελίδα του Δήμου πλατφόρμα υιοθεσιών αδέσποτων. Η τελευταία ανάρτηση είναι μόλις από το Νοέμβριο του 2022.
Το ίδιο διάστημα φυσικά, στις δεκάδες, αυτοοργανωμένες, ομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκατοντάδες αδέσποτα αναζήτησαν και βρήκαν αναδοχο. Αντίθετα, η κινητή μονάδα ουδέποτε δημιουργήθηκε ούτε κανείς βρίσκεται συνήθως να απαντήσει σε τηλεφωνικές οχλήσεις για περισυλλογή, στείρωση ή φροντίδα αδέσποτων. Όλα αυτά είναι δείγμα ότι η προστασία των αδέσποτων, απλώς δεν αποτελεί προτεραιότητα. Αποτελεί όμως παράβαση της νομιμότητας.
Η απάντηση επομένως σήμερα στο αρχικό ερώτημα είναι «όχι ο Δήμος». Η διαχείριση των αδέσποτων είναι θύμα μιας τάσης των τελευταίων ετών. Της τάσης να επαφίονται όλες, ακόμα και στενές αρμοδιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης, για τις οποίες μάλιστα πληρώνουμε οι δημότες και ενισχύει οικονομικά η κεντρική κυβέρνηση, στην καλή θέληση των κατοίκων. Μιας τάσης που φυσικά αποτυγχάνει και εδώ, όπως θα αποτύχει και οπουδήποτε αλλού εφαρμοστεί (πχ στα πάρκα και τα δέντρα, που προτείνεται) για τους λόγους που αναφέρθηκαν.
Αυτό φυσικά δεν απαλλάσσει όλους μας από τις ευθύνες μας. Η αποτροπή εγκατάλειψης, η έγκαιρη ενημέρωση για την περίθαλψη ενός εγκαταλελειμμένου ζώου και η υποστήριξη δικτύων για την εκ νέου υπεύθυνη ανάδοχη του, είναι στο χέρι μας. Η ατομική όμως υπευθυνότητα, δεν είναι ούτε κατά το ήμισυ αρκετή.
Διότι οι αρχές, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, είναι εκείνες που διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή, τους πόρους και το προσωπικό για να συντονίσουν τις δράσεις και να φροντίσουν ολοκληρωμένα κάθε αδέσποτο. Για τον λόγο αυτό άλλωστε και ο νομοθέτης τους ανέθεσε το συγκεκριμένο έργο. Αυτή λοιπόν τη φορά, δεν απαιτούνται πολλά περισσότερα πέρα από να τηρήσουμε το νόμο. Και αυτό, όταν το υποκείμενο είναι ένας δήμος, απαιτεί πολιτική βούληση.
*Ο Μιχάλης Β. Μήττας είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ, Μέλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης