Πώς το παρόν γίνεται παρελθόν
Οι κοινωνίες, όταν σκέφτονται το παρελθόν και όταν παράγουν το παρελθόν μέσα από το παρόν, έλκονται από τις εποποιίες, από τα "μεγάλα" και τα "σημαντικά" και τα "σαρωτικά"
Λέξεις: Χρήστος Τριανταφύλλου
Πριν ένα ή δύο χρόνια, ενώ συζητούσαμε στο μάθημα για τα Δεκεμβριανά, ένας φοιτητής ανέφερε ότι απ’ όσο έχει ακούσει, αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει και τα γεγονότα του 2008 -και μετά με ρώτησε, με κάποια συστολή, αν ήμουν κι εγώ εκεί. Αιφνιδιάστηκα, γιατί ήταν μια από τις πρώτες φορές που κατάλαβα ότι υπάρχει ένα ηλικιακό σύνολο ανθρώπων για τους οποίους ακόμα και η δική μου ενηλικίωση συζητιέται με όρους παρελθόντος.
Παράλληλα με το κεφαλαιώδες ερώτημα “πώς το παρελθόν γίνεται ιστορία”, υπάρχει και το “πώς το παρόν γίνεται παρελθόν”. Κι αν το πώς είναι αφάνταστα περίπλοκο, το πότε είναι μάλλον κάπως πιο διαισθητικό: όταν οι κοινωνίες νιώθουν ότι έχει μεσολαβήσει κάτι που ορίζουν ως σπουδαία τομή. Γι’ αυτό, η συζήτηση για το δημοψήφισμα του 2015 πηγαίνει αυτομάτως στην οικονομική κρίση. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η συζήτηση πηγαίνει πολύ λιγότερο στην πανδημία. Ποια είναι, όμως, η τομή εν προκειμένω;
Στον Μεσοπόλεμο, η ελληνική κοινωνία συζητούσε με πάθος το ποιος φταίει για την Καταστροφή, μιλώντας ουσιαστικά για το πώς φτάσαμε από τον “θρίαμβο” του 1912 στην τραγωδία του 1922. Μετά το 1945, η συζήτηση ήταν πολύ πιο υπόκωφη και, για ένα σεβαστό ποσοστό του πληθυσμού, σχεδόν ή πλήρως απαγορευμένη. Το 1975 ήταν επίσης μια περίπτωση χειμαρρώδους διαλόγου, περισσότερο με ένα αίσθημα ανακούφισης, παρά μελαγχολικού αναστοχασμού.
Σήμερα πώς σκεφτόμαστε και περιοδολογούμε το πρόσφατο παρελθόν -γιατί σαφώς θεωρείται παρελθόν- και τι νιώθουμε γι’ αυτό; Βάζουμε μέσα και το 2008; Κλείνουμε στην πολιτική αλλαγή του 2019 ή στην πανδημία, που άλλαξε τα πάντα με τρόπους που ακόμα επεξεργαζόμαστε; Όπως συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις, χρειαζόμαστε ένα ορόσημο, μια σημαδούρα για να μας πει πού ήμασταν και πού είμαστε, και το δημοψήφισμα του 2015 επιτελεί ακριβώς αυτόν τον σκοπό. Γράφτηκαν πολύ ωραία πράγματα για όλα αυτά, και γράφτηκαν και πράγματα στα όρια της παραφροσύνης -επίσης κάτι που έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις. Το κοινό πρόσημο, πάντως, είναι πως το 2015 ήταν μια διαφορετική εποχή, που σε τίποτα δεν μοιάζει με σήμερα. Αυτό που δεν ειπώθηκε τόσο, είναι το πώς η σαρωτική ψηφιακότητα, για πρώτη φορά τόσο έντονα στην προηγούμενη δεκαετία, άλλαξε το βίωμά μας. Από το τουίτερ ως στιγμιαίο παγκόσμιο τηλεγράφημα, μέχρι τον οργασμό από σάιτ, σελίδες στο ΦΒ και “εγχειρήματα” που προσπάθησαν να πουν κάτι. Όλα αυτά τα έζησε η γενιά μου με ένταση, κάποιοι το τρέξαμε όλο αυτό με, ακατανόητη ίσως, αφοσίωση. Έβλεπα σήμερα όσα γράφαμε και φτιάχναμε τότε στο ΣΚΡΑ-punk και την τρομερή τους ανταπόκριση που εκτόξευσε τότε το περιοδικό μας σε αδιανόητα για τα δεδομένα μας ύψη, με μια άγρια χαρά για το σχεδόν 62%, με μια εντύπωση πως όλα ήταν ανοιχτά -ασαφές το προς ποια κατεύθυνση. Το ίντερνετ σήμερα είναι ένα διαφορετικό μέρος, αλλά αυτή είναι μια συζήτηση για κάποια άλλη φορά.
Οι κοινωνίες, όταν σκέφτονται το παρελθόν και όταν παράγουν το παρελθόν μέσα από το παρόν, έλκονται από τις εποποιίες, από τα “μεγάλα” και τα “σημαντικά” και τα “σαρωτικά”. Το 2015 είναι ένας τέτοιος χρονότοπος, που δημιουργεί ένα βαρυτικό πεδίο για ολόκληρη την περίοδο της κρίσης, είτε ως ζενίθ, είτε ως ναδίρ: ανακούφιση για την αποφυγή μιας “καταστροφής” ή ματαίωση μιας “χαμένης άνοιξης” (μιας και έχουμε και την επέτειο των Ιουλιανών); Παραμένει, όμως, το ερώτημα: ποια είναι η τομή σε αυτή την κουβέντα; Η “αριστερή παρένθεση”, όπως έλεγε τότε ο Αντώνης Σαμαράς, συνεπάγεται ότι επανήλθαμε στην κανονικότητα; Αν ναι, αυτή η κανονικότητα είναι μάλλον ένα αιώνιο παρόν, αποκαθαρμένο από κάθε υπόνοια οραματικής σκέψης. Η πανδημία, που είναι πια σαν να μην συνέβη ποτέ, βοήθησε σε αυτή την καθησυχαστική εκδοχή του παρελθόντος. Και τώρα όλα είναι όπως πρέπει, οι ανησυχίες μας ως έθνους είναι προαιώνιες όσο και παροντικές -περί γεωπολιτικής και άλλων δαιμονίων. Η παρένθεση έκλεισε και, με κάποιον τρόπο, ένα παρόν όπου η λέξη “φασισμός” δεν ακούγεται πια σαν τραβηγμένη αναλογία και όπου η λέξη “πόλεμος” ξαναέγινε κυριολεξία θεωρείται πιο καθησυχαστικό από τη ρωγμή της προηγούμενης δεκαετίας. Ο “ιστορικός του μέλλοντος” πήρε μετάθεση στο τμήμα του παρόντος που αποκαταστάθηκε, πιο λαμπερό και καθησυχαστικό από ποτέ.
*Ο Χρήστος Τριανταφύλλου είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ