Πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος που κάνουμε διακοπές τελικά;
Η parallaxi, πραγματοποίησε έρευνα σύγκρισης για τις διακοπές του τότε και του σήμερα.
Κάποτε, το καλοκαίρι σήμαινε βαλίτσες για δύο μήνες, χωριό ή εξοχικό, παιχνίδι από το πρωί ως το βράδυ και μέρες που έμοιαζαν ατελείωτες.
Για όσους δεν είχαν εξοχικό, υπήρχε πάντα ένα δεκαήμερο μακριά από την πόλη, που έδινε μια ανάσα. Σήμερα, όμως, οι εικόνες αυτές μοιάζουν όλο και πιο μακρινές. Με την εργασιακή πίεση, τις περιορισμένες ημέρες άδειας και τις τιμές σε μεταφορές και διαμονή να ανεβαίνουν συνεχώς, οι διακοπές των ενηλίκων του σήμερα χωρούν με το ζόρι σε ένα τριήμερο – και αυτό αν το επιτρέψει το πορτοφόλι. Ο τρόπος που ταξιδεύουμε, ο χρόνος που διαθέτουμε και η έννοια της ξεκούρασης έχουν αλλάξει ριζικά, αντικατοπτρίζοντας τις κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών.
Μια πανελλαδική έρευνα της Prorata (800 άτομα, 27–30 Αυγούστου) που πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2024 έδειξε ό,τι, το 61 % των Ελλήνων κατάφεραν να κάνουν διακοπές, ενώ το 39 % δεν παραθέρισε – δηλαδή σχεδόν 4 στους 10 παρέμειναν εντός πόλης. Σύμφωνα με έρευνα του 2022, περίπου 4 εκατ. άτομα ηλικίας 15+ έκαναν τουλάχιστον ένα ταξίδι, πραγματοποιώντας συνολικά 6,9 εκατομμύρια ταξίδια στην Ελλάδα. Οι διανυκτερεύσεις έφτασαν τα 68,6 εκατ., με δαπάνες άνω των 3 δισ. ευρώ. Βάσει άλλης έρευνας που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2025, από το δίκτυο μεσιτικών γραφείων Engel & Volkers, προκύπτει πως, μέχρι και το 90% των αγοραστών εξοχικών ακινήτων στην Ελλάδα είναι ξένοι, αποτέλεσμα αυτού, οι έλληνες να εγκαταλείπουν μια για πάντα τα εξοχικά τους.
Η parallaxi, πραγματοποίησε έρευνα σύγκρισης για τις διακοπές του τότε και του σήμερα.
“Από τους δύο μήνες φτάσαμε με το ζόρι να μετράμε 10 εργάσιμες ημέρες.”
Θυμάμαι, όταν ήμουν παιδί, το καλοκαίρι μου ξεκινούσε δύο ημέρες μετά το σχολείο στις 17 Ιουνίου, με το ταμείο εργασίας του πατέρα μου πήγαινα κατασκήνωση στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής και έμενα σε αυτήν με τους φίλους μου για 22 ημέρες. Τα χρήματα που μου έδιναν οι γονείς μου εκεί, ήταν περίπου στα 100-150 ευρώ. Έπειτα, στις 9 Ιουλίου, το λεωφορείο της κατασκήνωσης με άφηνε στο δεύτερο πόδι της Χαλκιδικής, όπου παραθέριζα τις πρώτες εβδομάδες του Ιουλίου με την γιαγιά μου και τον παππού μου. Καθημερινά μπάνια, κάθε μέρα άλλο μαγειρευτό φαγητό, φρέσκο ψάρι, ιμάμ με φρέσκες μελιτζάνες και κάθε βράδυ παγωτό από το περίπτερο. Γύρω στα τέλη του Ιουλίου, ερχόταν και οι γονείς μου. Και μέναμε μαζί στο εξοχικό μας μέχρι περίπου τις 20 Αυγούστου.
Όταν ήμασταν οικογενειακά μαζεμένοι, σίγουρα, μία φορά την εβδομάδα βγαίναμε για φαγητό, μέρα παρά μέρα πηγαίναμε σε άλλες παραλίες, ποτέ σε beach bars, δεν υπήρχαν τότε, πάντα ανοργάνωτα με τάπερ γεμάτο καρπούζι και κρύα τοστ. Συχνά το βράδυ βόλτες σε άλλα χωριά για γλυκό, ή ποτό για τους μεγάλους. Τα έξοδα που κάναμε τότε σήμερα φαίνονται άπιαστο όνειρο. Το καλοκαίρι ολοκληρωνόταν περί τα τέλη Αυγούστου. 3 μήνες σχεδόν γεμάτοι, που το αλάτι είχε ενσωματωθεί στο δέρμα μας. Στα φοιτητικά μου χρόνια και αφού η εργασία μου μου έδεινε την πιθανότητα του remote, ερχόμασταν εδώ με την παρέα από αρχές Ιουλίου μέχρι τον 15 αυγουστο, οι δύο πιο ανέμελοι μήνες της ζωής μας. Φτάνοντας την ηλικία των 26 και αφού πια έχω συμπληρώσει 8 χρόνια στον τομέα εργασίας, με 22 ημέρες άδειας κάθε χρόνο, προσπαθώ να φυλάω τις ημέρες σαν κόρες οφθαλμού. Επειδή, από την Θεσσαλονίκη λοιπόν, είναι ολόκληρη ταλαιπωρία για να φτάσεις στις Κυκλάδες ή σε κάποιο νησί του Ιονίου, προτιμώ να πηγαίνω δύο ταξίδια στο εξωτερικό μέσα στον Χειμώνα και την άνοιξη και το καλοκαίρι να απομονώνομαι πάλι στο εξοχικό 10 ημέρες χωρίς να κάνω τίποτα.
Όσο μεγαλώνω και αφού το μυαλό μου έχει κουρκουτιάσει όλο τον χειμώνα από την υπερπληροφόρηση και τις 10 ώρες καθημερινής εργασίας, χρειάζομαι απλά την ξεκούραση το καλοκαίρι και τίποτε άλλο. Επίσης, οι 2 εβδομάδες είναι ιδανικές, διότι, δεν πληρώνω κάποιο σπίτι (είμαι τυχερή σε αυτό το κομμάτι) και προτιμώ να μαγειρεύω στο σπίτι παρά να βγαίνω έξω για φαγητό όπου οι τιμές στις ταβέρνες της Χαλκιδικής έχουν ξεφύγει. Μία πίτσα μπορεί να φτάσει πλέον τα 24 ευρώ ενώ η μερίδα καλαμαράκια τα 12 ευρώ. Τα cocktail αγγίζουν τα 12-14 ευρώ, χρειάζεται δηλαδή να ξοδέψεις όλο το επίδομα αδείας για να έχεις μία άνετη καλοκαιρινή ζωή στην Χαλκιδική πια. Κάθε χρόνο εργαζόμαστε 12 μήνες 5-7/7 για λίγες ημέρες ανάπαυλας. Χαμηλή ποιότητα ζωής θα το ονόμαζα αυτό. Για να συγκρίνω την άλλη παραλία μέρα παρά μέρα θα πω πως χρειαζόμαστε γέμισμα βενζίνης ανά τρεις με τέσσερις ημέρες περίπου, πράγμα απίθανο αν με ρωτάτε για τα χρήματα που παίρνουμε και ενώ οι λογαριασμοί και το ενοίκιο τρέχουν στην Θεσσαλονίκη.
Στο συναισθηματικό κομμάτι τώρα, μου λείπουν οι ημέρες που όλη η παρέα του εξοχικού μπορούσαμε να συναντηθούμε παραπάνω από 3 ημέρες. Αυτό είναι αδύνατον πλέον να συμβεί γιατί οι άδειες μας δεν συμπίπτουν. Οπότε ναι, ας πούμε πως το καλοκαίρι στις ηλικίες που είμαστε για εμένα είναι η ανάπαυλα και η προσπάθεια εξοικονόμησης χρημάτων και είμαι έστω ευγνώμων για τα παιδικά μου χρόνια που πρόλαβα να ζήσω στο έπακρο και τους 3 μήνες του διότι τώρα μέχρι τα τέλη Αυγούστου ψήνομαι στα τσιμέντα με τους 40 βαθμούς. Οι παλιές εποχές δεν θα γυρίσουν πίσω δυστυχώς και ενδεχομένως τα παιδιά μας να μην καταφέρουν ποτέ να ζήσουν τις στιγμές που ζήσαμε, αν συνεχίσει η ραγδαία αύξηση εξόδων και πληθωρισμού.
*Κύνθια, 26
Όλο το κάμπινγκ μια παρέα Νοσταλγώ τις εποχές σαν παιδί που με τους γονείς μου πηγαίναμε στο κάμπινγκ στη Σιθωνία για 10-15 ημέρες. Φαί, παιχνίδι, ύπνος στη σκηνή, όλο το κάμπινγκ μια παρέα. Πότε να μαγειρεύεις κάτι πρόχειρο για να φας στο πόδι, πότε να επιλέγεις να επισκεφτείς την ταβέρνα που είχε εκεί.