Ποθούν οι Άγγελοι, ποθούν… κι εκπίπτουν
Η Καίτη Στεφανάκη γράφει για το «Το Νεραϊδάκι» της Νόρας Πυλόρωφ, ένα μεστό λογοτεχνικό έργο που συγκινεί τον αναγνώστη και αξίζει να διαβαστεί για τις πολλές αρετές του
Λέξεις: Καίτη Στεφανάκη
Κάθε ώριμο λογοτεχνικό φέρει χαραγμένα μέσα του τα ίχνη του χρόνου και του τόπου που ζει ο συγγραφέας, τα βιώματα και την προσωπικότητά του. Απ’ όπου κι αν έχει προέλθει η σπίθα, -από εμπειρίες δικές του ή άλλων, από διαβάσματα ή ακούσματα, από το τώρα ή το πριν-, αποτελεί μόνο την αρχή. Μετά εξαρτάται από τον/τη συγγραφέα πώς θα γονιμοποιήσει τον σπόρο, πώς θα τον μεταπλάσει σε κάτι νέο.
Η Νόρα Πυλόρωφ είχε φανερώσει ήδη από το 2004 το έμφυτο μυθοπλαστικό της τάλαντο με την πρώτη συλλογή διηγημάτων της «Καθρέπτες θαμποί. Τέσσερις ιστορίες και μια αληθινή» στη σειρά του Μικρού Ιανού. Δεινή και ακαταμάχητη αφηγήτρια συνδύαζε από βιβλίο σε βιβλίο τη δύναμη του προφορικού της λόγου με την στέρεη δομή του γραπτού λόγου της και τη γοητεία του υπέροχου μυαλού της.
Στο πέμπτο μυθιστόρημά της, «Το Νεραϊδάκι», η συγγραφέας δηλώνει εξαρχής πως μια αληθινή ιστορία έδωσε γόνιμη ύλη στη γραφή της.
Το πολύτιμο αυθεντικό υλικό ευδοκίμησε με τον καλύτερο τρόπο στο λογοτεχνικό εργαστήρι της συγγραφέως.
«Το νεραϊδάκι» μάς συναντά ήδη στο εξώφυλλο με την τρυφερή μορφή ενός κοριτσιού, -εικαστικού έργου της Αρτέμιδος Μουρατίδου.
Ραδινό αναδύεται μέσα από ένα θαλάσσιο ή ουράνιο γαλάζιο, πλάθει και πλάθεται από το υγρό κι αέρινο στοιχείο. Γίνεται αερικό και λογοτεχνική ηρωίδα μαζί.
Δυο οικογένειες σε διπλανές κατοικίες, πάνω στη θάλασσα, βίοι παράλληλοι, γενιές που μεγαλώνουν μαζί, συνυπάρχουν, χωρίζονται και συναντιούνται εκ νέου.
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι η Λίλα, η κόρη του ενός ζευγαριού, ένα ξεχωριστό πλάσμα, μεγαλώνει στο παραθαλάσσιο σπίτι της Επανομής. Ακριβώς δίπλα μένουν ο Άγγελος και η Ευανθία με τα παιδιά τους. Ο Άγγελος, ανήσυχο και αεικίνητο πνεύμα, μετά από διάφορες περιπλανήσεις ζει με την Ευανθία και τα παιδιά τους στο σπίτι της Επανομής κάνοντας μικροδουλειές και ενίοτε ζωγραφίζοντας. Η θάλασσα τον ηρεμεί και τον εμπνέει.
Για τους γονείς του Άγγελου, του δεύτερου κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος, οι πληροφορίες είναι λιγοστές, λακωνικές σαν τη Μάνη, όπου ζει αποσυρμένη η μητέρα του. Μια επίσκεψη της Ευανθίας στη Μάνη, αντί να φωτίσει τα νεανικά χρόνια του Άγγελου, φανερώνει πως το οικογενειακό παρελθόν κρύβει επτασφράγιστα μυστικά. Στο κεφάλαιο «Στη Μάνη» η Νόρα κεντάει με τις λέξεις. Τα σπίτια ζωντανεύουν, οι άνθρωποι πετρώνουν, ο αέρας πάλλεται, μαγνητίζει, τα μυστικά γίνονται πεπρωμένο που καθορίζει ψυχές και σώματα.
Η συγγραφέας πολύ παραστατικά χτίζει τους κόσμους των δυο οικογενειών, που ζουν δίπλα-δίπλα, γίνονται φίλοι και περνούν συχνά χρόνο μαζί. Τα συνομήλικα παιδιά τους είναι επίσης αχώριστα.
Ωστόσο η Λίλα που από μικρή ξεχωρίζει, βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της προσοχής του Άγγελου. Ο Άγγελος, παρά το όνομα ενός φωτεινού, άυλου πλάσματος, ως άλλος έκπτωτος βασανίζεται στα βάθη της ψυχής του. Το βλέμμα του Άγγελου περιβάλλει τη Λίλα σαν κέλυφος ζεστό και προστατευτικό, της μαθαίνει να «βλέπει», της μαθαίνει να σκέφτεται, να ζωγραφίζει, ασχολείται μαζί της περισσότερο από ό,τι με τα δικά του παιδιά, κάτι που εκείνα το διαισθάνονται και δυσφορούν. Την αγαπάει σαν παιδί του, εντέλει σαν μέρος του εαυτού του. Την σώζει, όταν στην αποκοτιά της εφηβείας της, κάποια χρονιά ανήμερα Χριστούγεννα εκείνη μπαίνει στην αγριεμένη θάλασσα, προχωρά και χάνεται στο βάθος. Είναι το άγρυπνο βλέμμα του φύλακα-άγγελού της που την σώζει.
Εντωμεταξύ η ζωή συνεχίζεται. Τα παιδιά μεγαλώνουν, σπουδάζουν, ακολουθούν τον δικό τους δρόμο. Η Λίλα, για να απομακρυνθεί από τον Άγγελο, συνδέεται με τον Κωνσταντίνο, τον παντρεύεται, φεύγουν για την Αμερική. Ωστόσο μετά από χρόνια η Λίλα επιστρέφει στην Επανομή για να περιποιηθεί τον άρρωστο πατέρα της. Έτσι ξανασυναντά τον Άγγελο. Ανίκητη η έλξη τυλίγει και τους δύο στις φλόγες της. Η λαίλαπα των συναισθημάτων ανατρέπει τα πάντα. Αναπόφευκτα έρχονται η έκρηξη κι η ρήξη με όλες τις κοινωνικές συμβάσεις. Όμως εντέλει από τις στάχτες αναδύεται νέα ζωή.
Η Νόρα πλέκει τον μυθιστορηματικό της ιστό πολυπρισματικά, δίνοντας τον λόγο στο καθένα από τα πρόσωπα της ιστορίας της που δίνουν τη δική τους εκδοχή: Δημιουργείται έτσι μια πολλαπλότητα που συνθέτει την πολύπλευρη «αλήθεια», που ποτέ δεν είναι μία και μοναδική.
Αυτό συνιστά μια εξαιρετική λογοτεχνική ποιότητα που χαρακτηρίζει τη γραφή της Νόρας.
Με γλώσσα άμεση, ανυπόκριτη και προσωπική η συγγραφέας υπηρετεί θαυμάσια τον αυθεντικό πυρήνα της ιστορίας. Η δεξιοτεχνία της φαίνεται στη διεισδυτική, ψυχογραφική ματιά της. Η γνώση του ανθρώπινου υλικού, η ικανότητά της να αποδίδει γραπτά ακόμα και λεπτεπίλεπτες αποχρώσεις της ψυχικής και διανοητικής διάστασης του κάθε ήρωα, θριαμβεύει. Δεν κρίνει, δεν δικάζει, δεν αξιολογεί, ούτε αθωώνει. Είναι δίκαια απέναντι στους ήρωές της.
Η Νόρα Πυλόρωφ οδήγησε αριστοτεχνικά τους ήρωές της μες στον δαιδαλώδη, πανάρχαιο λαβύρινθο, σε εκείνο το αρχέγονο παιχνίδι του έρωτα, της ζωής και του θανάτου. Ο έρωτας είναι η γενεσιουργός αιτία όχι μόνο στην βιωμένη αλλά και στην επινοημένη ζωή, τη λογοτεχνία.
Επειδή ο έρωτας είναι φως, είναι ζωή, κυρίως δημιουργός, ενίοτε καταστροφέας.
Η Νόρα κυριάρχησε πάνω στο υλικό της, του έδωσε φτερά, χάρισε ζωή στους ήρωές της, δεν ήταν μόνο ο παντογνώστης αφηγητής ή αφηγήτρια, ήταν η αόρατη παρούσα μέσα στην ψυχή και την σκέψη καθενός τους. Ήταν η διάφανη παρατηρήτρια κι αρχειοθέτης κάθε ανεπαίσθητης απόχρωσης, κάθε στιγμή, σε κάθε τόπο.
Τελειώνω με τρεις σύντομες παρατηρήσεις:
1. Ο έρωτας εμφανίζεται αυθύπαρκτος, σαν σπόρος που βλασταίνει και αποζητά το φως. Έχει τη ορμή αρχαίων μύθων, ενδεδυμένος με το πέπλο του ακαταμάχητου. 2. Οι βίοι των προγόνων μας μοιάζουν με τους δικούς μας. Στο γενεαλογικό μας δένδρο θα δούμε σχήματα να επαναλαμβάνονται από γενιά σε γενιά ή σπανιότερα, πάντως επαναλαμβάνονται. 3. Το τραύμα που προκλήθηκε σε μας, αποζητά από εμάς, να το προκαλέσουμε τώρα εμείς σε άλλους. Γιατί άραγε; Άγνωστη η απάντηση, ανείπωτη η αλήθεια…
Η Νόρα Πυλόρωφ ξεκίνησε από μια φανερή ύλη που προφανώς συνοδευόταν από μια έντονη κοινωνική κριτική. Η λογοτεχνική της δεινότητα αμφισβήτησε το συμβατικά σωστό ή λάθος, επιτρέποντας στον αναγνώστη να διεισδύσει στα πάθη των ηρώων, να τα κατανοήσει, να αγγίξει ενδεχομένως και ο ίδιος τις κρυμμένες πτυχές του εαυτού του.
«Το Νεραϊδάκι» της Νόρας Πυλόρωφ είναι ένα μεστό λογοτεχνικό έργο που συγκινεί τον αναγνώστη και αξίζει να διαβαστεί για τις πολλές αρετές του.
Νόρα Πυλόρωφ, Το νεραϊδάκι, Ελληνικά Γράμματα, 2024
*Η Καίτη Στεφανάκη είναι ιστορικός τέχνης και συγγραφέας