«Πραίτορες βράχοι πάνω μου σωρό μα εγώ θα αναστηθώ…»

Ο Χρυσόστομος Σταμούλης γράφει για το πώς θα ξανασκεπάσει την πόλη ο έρως

Parallaxi
πραίτορες-βράχοι-πάνω-μου-σωρό-μα-εγώ-1254241
Parallaxi

Λέξεις: Χρυσόστομος Σταμούλης

«Από τη θάλασσα καθώς ερχόμαστε με πλοίο απ’ ανατολάς ή από βορρά και βορειοδυτικά, απ’ όποια μεριά κι αν δείτε τη Θεσσαλονίκη, για να εκτιμήσετε τη γραφικότητα της άποψης της, πρέπει πάντα ν’ αφήνετε, δίχως διόλου να σας φανεί αφελής η πρόταση, να συνάψει η όρασή σας με τον χαρακτήρα της πόλης ένα γάμο».

Και τούτο διότι, συνεχίζει ο κυρ Νίκος της μητέρας Θεσσαλονίκης, «Ο τρόπος […] που θα μας επιτρέψει να δούμε τη Θεσσαλονίκη, απαιτεί κατ’ αρχήν μια αισθητική πειθαρχία δηλαδή την αντίληψη κάποιας κοινής συνισταμένης των εσωτερικών παραστάσεων, που δημιουργούνται στον καθένα μας, με την εξέλιξη της ζωής του μέσα στα πλαίσια του χώρου της πόλης».

Είναι αλήθεια, πως μια τέτοια διάθεση, μια τέτοια άποψη, κουβαλά, και πάλι κατά Πεντζίκη, μια μεγάλη δυσκολία, που έγκειται στο γεγονός «ότι δεν υπάρχει σχηματισμένη ακόμα μια τέτοια αντίληψη για τη Θεσσαλονίκη». Αυτά, βέβαια, το 1970.

Σήμερα, μετά από εμπειρία άλλων πενήντα και χρόνων καταλαβαίνει κανείς πως έχει διαμορφωθεί μια αντίληψη, έχει σχηματιστεί μια εικόνα, η οποία αναδεικνύει τα τιμαλφή, αλλά και πολλά από τα κίβδηλα. Τα κίβδηλα ενός τρόπου και μιας πράξης που κρατά την πόλη αιχμάλωτη μιας αντιδημιουργικής σκοτεινιάς, η οποία ομνύει στο όνομα μιας κάποιας δήθεν παράδοσης (πολιτιστικής, θρησκευτικής, εθνικής, πολιτικής ή άλλης δεν έχει καμία σημασία). Έτσι ο τρόπος της πόλης τείνει να ταυτιστεί αποκλειστικά με μια κατάσταση άμυνας και όλα όσα αυτή η ψυχολογική διάθεση εμπεριέχει.

Ίσως ήλθε ο καιρός, λοιπόν, μιας περισυλλογής του μοναχικού και κλειστού εαυτού, προκειμένου να ακολουθήσει η αναστάσιμη υπέρβασή του.

Η πόλη οφείλει, εάν θέλει να είναι έντιμη με Θεό και ανθρώπους, να ομολογήσει την ήττα της, να τρωθεί από την αγάπη και από κει με άλμα ερωτικό να προχωρήσει στη συγκρότηση του νέου εαυτού. Να αναπτύξει εις πείσμα πολλών ένα «γινάτι» δημιουργίας. Να αποτινάξει τους βράχους της βαθιάς συντήρησης που εκβάλλουν στον φονταμενταλισμό, αλλά και τους αυτοχειροτόνητους πραίτορες λογισμούς μιας καρικατούρας προόδου που βάζει πρόσω ολοταχώς για κάποιο ακινητοποιημένο και νεκρό πίσω.

Έχω γράψει και έχω πει πολλές φορές πως η πόλη έχει ανάγκη από ένα ανανεωμένο μαζί, που θα χωράει τα αχώρετα. Ένα μαζί ωραίων ετεροτήτων που θα κάνει το σώμα της πόλης πληθυντικό. Ένα μαζί εκλεπτυσμένο που δεν θα ζει με τη μνήμη του παρελθόντος, αλλά τη μνήμη του μέλλοντος. Και τούτο διότι η εμμονική επιστροφή στο παρελθόν -διεκδίκηση όλων των «ειδωλολατρών» μιας έρημης χώρας- αποκαλύπτει την αδυναμία νοηματοδότησης του παρόντος που οφείλει να ομνύει και να θυσιάζει στην καινούρια ζωή.

Οφείλουμε να ονειρευτούμε ξανά την Άνοιξη της πόλης. Μιας πόλης πολύχρωμης, ανοιχτής στις προκλήσεις, γενναίας και τολμηρής. Μιας πόλης αντιεξουσιαστικής και για τούτον ακριβώς το λόγο βαθιά λειτουργικής, μακριά από «το σαράκι της απαισιοδοξίας και της ανίας».

Μιας πόλης όπου «ο τελευταίος με τον πρώτο» θα «ανταμώνουν». Πανεπιστήμιο, ΚΘΒΕ, Φεστιβάλ Κινηματογράφου, ΚΟΘ, Εκκλησία και το σύνολο των Θρησκευτικών Κοινοτήτων, Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης, οφείλουν να συμβάλλουν με το βάρος που βαραίνει το θεσμικό τους ρόλο στη συμβολική-εικονική, μα πρωτίστως ουσιαστική και ειλικρινή ποιητική της ενότητας. Να αποτελέσουν, δηλαδή, αίτιο δημιουργίας νέας ζωής.

Αρχή μιας πολιτισμικής κατάληψης, ανάχωμα στις δυνάμεις της φθοράς και του θανάτου. Να ξανασκεπάσει την πόλη ο έρως.

Έτσι ώστε στην παραδοχή, πως «Μας τα χάλασε η μπόρα», σε τούτη την πόλη, να μπορούμε να απαντάμε, πως «Ό,τι και να κάνει, όμως, μύρισε άνοιξη».

*Ο Χρυσόστομος Σταμούλης είναι Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ.

**το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στο επετειακό τεύχος της parallaxi για τα 35 χρόνια.

[1] Μ. Ρασούλης-Ν. Ξυδάκης | Ν. Παπάζογλου, Στη ρωγμή του χρόνου, εκδ. Δίφωνο, Αθήνα 2010. [2] Ν.Γ.Πεντζίκη, Θεσσαλονίκη και ζωή, Μητέρα Θεσσαλονίκη, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1987, σ. 56-57. [3] Ν.Γ. Πεντζίκης, Ο πεθαμένος και η ανάσταση, εκδ. Άγρα 1997, σ. 36. [4] Θ. Αγγελόπουλος, 10 ¾ , τόμος δεύτερος, εκδ. Αιγόκερως, Αθήνα 2000, σ. 107.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα