Parallax View

Πρέπει να ζητάμε την επανατακτικότητα και όχι μόνο την ανθεκτικότητα πόλεων και υποδομών

Μετά τα πρόσφατα γεγονότα με τις φωτιές και τις πλημμύρες η συζήτηση και ο σχεδιασμός γίνονται επί τελείως διαφορετικής βάσης

Parallaxi
πρέπει-να-ζητάμε-την-επανατακτικότητ-1057644
Parallaxi

Λέξεις: Γιάννης Ξενίδης

Ο όρος της “ανθεκτικότητας” εισήλθε έντονα στη δημόσια σφαίρα συζήτησης εδώ και λιγότερο από δέκα χρόνια, κυρίως με αφορμή τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις τραγικές επιπτώσεις τους σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Ιδιαίτερα στην πρόσφατη περίοδο μεταξύ του Ιουλίου και του Σεπτεμβρίου του 2023, με αφορμή τις πυρκαγιές κυρίως σε Ρόδο και Έβρο, αλλά και τις πλημμύρες στη Θεσσαλία και στη Μαγνησία, ο όρος “ανθεκτικότητα” έγινε τόσο οικείος στο άκουσμα, που πλέον όλοι και όλες θεωρούν ότι γνωρίζουν το περιεχόμενό του.

Είναι όμως έτσι; 

Χωρίς να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι από την στιγμή που ένας όρος επικρατεί είναι δύσκολη και, γλωσσολογικά, πιθανόν ανώφελη η πρόταση αντικατάστασής του, η άποψη που διατυπώνεται με αυτό το σημείωμα επιδιώκει κάτι πολύ ουσιαστικότερο:

Να θέσει τεκμηριωμένα την ανάγκη της ορθής περιγραφής με μία λέξη, αυτού που πρέπει να είναι το ζητούμενο της ελληνικής κοινωνίας ως προς τις πολιτικές αντιμετώπισης των ακραίων φαινομένων φυσικών, αλλά και ανθρωπογενών.

Με τον όρο “ανθεκτικότητα” αποδόθηκε στην ελληνική γλώσσα ο αντίστοιχος όρος “resilience”. Ωστόσο, τη μεταφραστική αυτή προσέγγιση δεν τεκμηριώνουν κυρίαρχα λεξικά των δύο γλωσσών. Για παράδειγμα, το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Κέντρου της Ελληνικής Γλώσσας, στο λήμμα “ανθεκτικότητα” αναφέρει: “η ιδιότητα του ανθεκτικού, η δύναμη αντοχής”. Αντίστοιχα, τα αγγλικά λεξικά του Cambridge, της Οξφόρδης, αλλά και το αμερικανικό Merriam-Webster, αναφέρονται στην ικανότητα της ύλης, αλλά και του ανθρώπου να ανακάμπτουν κατόπιν μίας καταπόνησης, αλλά και να ανακτούν τις αρχικές τους ιδιότητες ή να προσαρμόζονται με νέες, στο περιβάλλον που προκύπτει όταν η καταπόνηση δεν υφίσταται πλέον.

Ο όρος “resilience” διατυπώθηκε – στη σύγχρονη εποχή και σχεδόν με τη μορφή που χρησιμοποιείται σήμερα – από τον καθηγητή οικολογικών επιστημών Crawford Stanely Holling το 1973. Έκτοτε με την έρευνα πολλών και σημαντικών επιστημόνων βρήκε εφαρμογή στη μηχανική των συστημάτων για να φτάσει στην εποχή μας να αποτελεί αντικείμενο εξαιρετικά εκτεταμένης έρευνας στο πεδίο του “resilience engineering”.

Σε όλη αυτή την πορεία των 50 ετών, το περιεχόμενο του όρου ποτέ δεν περιορίστηκε στην εξέταση της αντοχής του συστήματος.

Η κλασσική, δε, γραφική απεικόνιση του φαινομένου έχει (με παραλλαγές που δεν αλλοιώνουν τη βασική περιγραφή) την ακόλουθη μορφή:

Στην παραπάνω εικόνα διακρίνονται εμφανώς τέσσερις χρονικές φάσεις εκ των οποίων η πρώτη αντιστοιχεί στην κατάσταση λειτουργίας του συστήματος, η δεύτερη αντιστοιχεί στην κατάσταση απώλειας της λειτουργικότητας λόγω πλήγματος, η τρίτη στην κατάσταση ελάχιστης λειτουργικότητας του συστήματος μετά το πλήγμα, και η τελευταία στην κατάσταση ανάκτησης της λειτουργικότητας του συστήματος έως ένα προκαθορισμένο (ή μη) όριο. 

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η αντοχή του συστήματος (η “ανθεκτικότητά” του) αναφέρεται μόνο στο ένα σκέλος του φαινομένου (το προκαταστροφικό) που περιλαμβάνει τη δυνατότητα διατήρησης ενός ελάχιστου επιθυμητού λειτουργικού επιπέδου. Εννοιολογικά όμως δεν συμπεριλαμβάνει τις φάσεις διαχείρισης του συγκαταστροφικού και του μετακαταστροφικού σταδίου, δηλαδή τις φάσεις, της ανάταξης, της ανάκαμψης, της αναπροσαρμογής και της εξέλιξης του συστήματος στη νέα συνθήκη μετά το πλήγμα και τις παρεμβάσεις αποκατάστασης στο σύστημα.

Το εννοιολογικό αυτό κενό ήρθε να καλύψει η Ελληνική Εταιρεία Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ) με τεκμηριωμένο τρόπο – ήδη από το 2014 – προτείνοντας τον όρο “επανατακτικότητα”. Η ΕΛΕΤΟ αφού τεκμηριώνει συγκεκριμένο σκεπτικό καταλήγει: “Εφόσον δεν υπάρχει καθιερωμένος όρος για την περίπτωση της resilience [……] προτείνεται να μην χρησιμοποιηθεί ο όρος ανθεκτικότητα [……] αλλά να χρησιμοποιηθεί ο όρος επανατακτικότητα”.

Η σημασία της ορολογίας δεν είναι επουσιώδης, το αντίθετο είναι θεμελιώδης. Όταν όλοι και όλες αντιλαμβάνονται ως ζητούμενο την ανθεκτικότητα μιας πόλης, μιας υποδομής, ή, γενικά, ενός συστήματος, αξιώνουν έργα, παρεμβάσεις και διαχείριση, ώστε τα συστήματα να αντέχουν. Αυτό όμως στην εποχή της κλιματικής κρίσης είναι ανώφελο!

Εκείνο που πρέπει να αξιώνουμε όλοι και όλες είναι τα συστήματα καταρχήν να αντέχουν, αλλά όταν αναπόφευκτα θα αστοχήσουν απέναντι σε ακραία φαινόμενα, να μπορούν να αναταχθούν, να προσαρμοστούν, να ανακάμψουν, και, εν τέλει, να αγγίξουν νέα επίπεδα, δομές και διεργασίες λειτουργικότητας …… “μαθαίνοντας από το πάθημα”.

Η συζήτηση πλέον και ο σχεδιασμός γίνονται επί τελείως διαφορετικής βάσης…

Εάν μάθουμε να ζητάμε την επανατακτικότητα, ζητάμε πολύ περισσότερα από την ανθεκτικότητα. Και αυτό είναι ουσιώδες!

*Ο Γιάννης Ξενίδης είναι Καθηγητής Διαχείρισης Κινδύνων στον Κύκλο Ζωής Έργων Πολιτικού Μηχανικού, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Α.Π.Θ.

Παραπομπές

Γενικό Επιστημονικό Συμβούλιο (2015). Απολογισμός εργασιών ορολογία για το έτος 2014, ΕΛΕΤΟ.

Holling, C. S. (1973). Resilience and stability of ecological systems. Annual Review of Ecology and Systematics, 4, pp. 1–23.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα