«Πρώτη στα μαθήματα, πρώτη στον αγώνα»
Η Ελένη Χοντολίδου θυμάται στιγμές και πρόσωπα από τα φοιτητικά χρόνια και την ΚΝΕ
ΤΑ ΣΚΟΡΠΙΑ
Kάθε βδομάδα θα μοιράζομαι μαζί σας ένα μικρό κείμενο που θεωρητικά θα μπορούσε να είναι από το ημερολόγιό μου. Τίτλος της στήλης: «Τα σκόρπια» γιατί τα κείμενα δεν θα έχουν χρονολογική σειρά, θα δημοσιεύονται «σκόρπια». Με χιούμορ αλλά και σοβαρότητα θα γράφω για θέματα που με ή μας απασχολούν, λίγο πριν τα γενέθλια των 65. Άλλοτε ο λόγος θα είναι δημόσιος-πολιτικός, άλλοτε θα διαβάζετε μία προσωπική εξομολόγηση, ελπίζω χωρίς να δυσανασχετείτε.
Τη στήλη συνοδεύει το έργο της ζωγράφου Xριστίνας Φοίτου, «Το όνειρο», Μικτή τεχνική σε καμβά, 150x100cm, 2017
«Πρώτη στα μαθήματα, πρώτη στον αγώνα» (**)
αναμνήσεις από την εποχή της στράτευσης (***)
της Ζώγιας και της Δανάης
του Δημήτρη, της Τζένης και του Μιχάλη
Πώς και γιατί
Είμαστε ό,τι και οι γονείς μας ή το ανάποδό τους. Εγώ διάλεξα να είμαι ακριβώς ό,τι και οι γονείς μου: τίμια, εργατική, αριστερή και αφελής. Κακή σχέση με τα χρήματα και πιστή φίλη.
Το 1963, λοιπόν, ο πατέρας μου πήγαινε κάθε μέρα μετά τη δουλειά του στο ΑΧΕΠΑ. Κάτι έλεγαν με τη μητέρα μου: τρίκυκλα, Τσαρουχάς, Λαμπράκης, καρφίτσα… Φυσικά, το αυτί μου τεντωμένο. Μια μέρα ο πατέρας μου δεν πήγε στο ΑΧΕΠΑ. Τότε τον είδα για πρώτη φορά δακρυσμένο. Και ήταν αμίλητος.
Σε λίγες μέρες οι Δρόμοι της Ειρήνης, στους οποίους ο πατέρας μου ήταν συνδρομητής, κυκλοφόρησαν με έναν ωραίο άντρα να πεζοπορεί με ένα πανό στα χέρια. Και τότε μου είπαν την ιστορία: για το φτωχό παιδί της πολύτεκνης οικογένειας, που έκανε ιατρείο μια φορά την εβδομάδα δωρεάν, Υφηγητή Ιατρικής, ανεξάρτητο βουλευτή με την ΕΔΑ («συντροφικά μόνος, συντροφικά ελεύθερος»). Μεγαλώνοντας τα κατάλαβα καλύτερα, και ο Γρηγόρης Λαμπράκης έγινε μία ακόμη χάντρα στο κομπολόι των ονομάτων-φυλαχτά. Και μετά φώναξα πολλές φορές το σύνθημα «Λαμπράκη, ζεις, εσύ μας οδηγείς».
Σκράπας μπήκα, σκράπας βγήκα
Στρατολογήθηκα στην ΚΝΕ τον Νοέμβριο του 1975 και διαγράφτηκα τον Ιούνιο του 1979. Στα τέσσερα αυτά χρόνια δεν διάβασα ούτε ένα βιβλίο θεωρίας μαρξισμού-λενινισμού παρά μόνον κάποια άρθρα στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση (ΚΟΜΜΕΠ) και ακόμη λιγότερα στον Οδηγητή που πουλούσα με συνέπεια κάθε δεκαπέντε μέρες. Ριζοσπάστη δεν διάβασα ποτέ! Δεν μπόρεσα, με απωθούσε το στήσιμο, η υπερβολή της πρώτης σελίδας… Ξέχασα, διάβασα και το Ένα βήμα μπροστά, δύο βήματα πίσω του Λένιν. Υπογραμμισμένο μέχρις αηδίας και παρακολούθησα και «ιδεολογικό αχτίφ» που μας έκανε η Δήμητρα Π. Ανάθεμα κι αν κατάλαβα τίποτε. Και από την ΚΟΜΕΠ, το μόνο πράγμα που θυμάμαι και διάβασα, ήταν την επιστολή του Πλουμπίδη προς το κόμμα. Από τότε είχα μεγάλο ενδιαφέρον για τις ανωμαλίες/δυστοπίες του ΚΚΕ και μία μεγάλη συμπάθεια στην περίπτωση Πλουμπίδη.
Στρατολόγηση από τον Ζαχαρία Φ.
Είχα μια ουσιαστική διαφωνία με τη γραμμή του ΚΚΕ, όλα μου τα χρόνια, από την αρχή, από τότε που με στρατολόγησε ο Ζαχαρίας στην οργάνωση. Ο Ζαχαρίας ήταν φοιτητής Ιατρικής, φίλος της αδελφής μου, ένα όμορφο αγόρι που είχε βασανιστεί επί δικτατορίας από τον Τετραδάκο. Ερχότανε συχνά στο σπίτι μας και δεν μπορώ να περιγράψω το πάθος με το οποίο προσπαθούσε να με στρατολογήσει. Εγώ, βέβαια, ήμουνα ήδη αναρχική και αυτό είναι πάρα πολύ αστείο. Δηλαδή, είχα διαβάσει Κροπότκιν, Μπακούνιν, είχα δει την Κομμούνα της Κρονστάνδης κ.λπ. Με είχε μυήσει, πριν ξενιτευτεί οριστικά, ο τότε καλός μου, ο οποίος μάλιστα με είχε στείλει σε κάτι αφοσιωμένους αναρχικούς εδώ στη Θεσσαλονίκη. Πήγα και τους βρήκα και μου φάνηκαν τόσο απωθητικοί, μοναχικοί και απόμακροι από τον κόσμο, που θεώρησα ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να γίνω σαν κι αυτούς. Εγώ ήμουν δεκαοχτώ χρονών, είχα μπει στο Πανεπιστήμιο, ήμουν φοιτήτρια, ήταν η εποχή που κάναμε παρέες, βγαίναμε σε ταβέρνες, κολλούσαμε αφίσες, πουλούσαμε εφημερίδες, «σώζαμε τον κόσμο». Η μοναχικότητα και η εσωστρέφεια των αναρχικών με τρόμαζε πολύ. Ζώστηκα, λοιπόν, το ταγάρι μου, φόρεσα τα μποτάκια μου, έβαλα το στρατιωτικό μου αμπέχωνο και το κοτλέ παντελόνι και… άρχισα την επανάσταση!
Έδωσα, λοιπόν, το βιογραφικό μου στον Ζαχαρία παρ’ ότι του είπα: «Ναι αλλά η Κομμούνα της Κρονστάνδης, ναι αλλά οι σφαγές, ναι αλλά ο Στάλιν…;» και μου είπε «Άστα αυτά τώρα! Τώρα είναι ώρα να κάνουμε δουλειά». Και αυτός ήταν και ο λόγος που μπήκα στην ΚΝΕ. Γιατί υπήρχε μία δουλειά να γίνει και κάποιος έπρεπε να την κάνει. Αν όχι εγώ ποιος; Πάρα πολύ σοβαρός λόγος, δεν αστειεύομαι. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να καταλάβουμε για ποιο λόγο οι νέοι και οι λιγότερο νέοι άνθρωποι σε όλες τις ιστορικές συνθήκες παντού και πάντοτε στρατεύονται εδώ και όχι αλλού ή έστω λίγο πιο πέρα: για λόγους συναισθηματικούς, οικογενειακούς. Όχι πάντως επειδή έχουν διαβάσει κείμενα και έχουν συμφωνήσει με αυτά. Αυτό το μάθημα προσπάθησα να κρατήσω όλα μου τα χρόνια ως δασκάλα νέων παιδιών, αφήνοντας τα κομματικά απέξω, κατανοώντας ότι αυτό που λέει ένας νέος άνθρωπος δεν είναι ούτε η τελική του τοποθέτηση, ούτε είναι καν τοποθέτηση, είναι η ιστορία της οικογένειάς του, η μέχρι τώρα ιστορία του.
Φοιτήτρια
Δίνω το βιογραφικό μου στον Ζαχαρία και γίνομαι μέλος της ΚΝΕ. Ούτε θυμάμαι πόσο μεγάλο ήταν αυτό το βιογραφικό ούτε τι έλεγε. Με τον Σάββα Φράγκο –συμμαθητή και αγαπημένο φίλο μου από το φροντιστήριο– πριν βγουν τα αποτελέσματα είχαμε πάει στην πρώτη συνέλευση φοιτητών στη Φιλοσοφική. Τόσο μεράκι είχαμε τη συμμετοχή μας στον συνδικαλισμό! Και μας ρώτησε η Ελένη Α. φοιτήτρια Γλωσσολογίας και «Κινέζα», ένα πολύ όμορφο και έξυπνο κορίτσι:
−«Τι έτος είστε παιδιά;»
−«Πρώτο».
−«Α, δεύτερο!».
−«Όχι» της λέμε με αναίδεια, «Πρώτο!».
−«Μα, αφού δεν έχουνε βγει τα αποτελέσματα…» και της λέμε ότι εμείς είμαστε σίγουροι ότι θα περάσουμε. Είχαμε μεγάλη πλάκα τότε, νέοι, αθώοι, προκλητικοί, ως πρόβατα επί σφαγήν…
Μπαίνοντας στη Φιλοσοφική αισθάνομαι ότι είμαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Συναντώ φοιτητές που ξεχωρίζουν, που ξέρουν πώς να δουλεύουν στη βιβλιοθήκη, μιλούν καλύτερα από μένα και κινούνται στα φιλοσοφικά και κάθε είδους ρεύματα με άνεση. Είναι οι απόφοιτοι της Σχολής Μωραΐτη! Υπάρχουν και οι άλλοι, οι συνδικαλιστές αλλά αυτοί δεν μιλούν ελληνικά που να με αφορούν, μέχρι σήμερα. Ο αχτύπητος συνδυασμός είναι Μωραϊτόπουλο και συνδικαλιστής. Δεν ήμουνα καθόλου καλή στο να μιλάω για πολιτική, γι αυτήν την πολιτική. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος για τον οποίο δεν θέλησα να είμαι στην οργάνωση της Φιλοσοφικής. Τα παιδιά εκεί ήτανε πάρα πολύ πολιτικά μορφωμένα και μιλούσαν εξαιρετικά και ήξεραν κάτι λεπτομέρειες για το ποιος δάγκωσε το αυτί του Χοντζέα το ’56 στην Τασκένδη και για το ’44 κ.λπ. Δεν καταλάβαινα απολύτως τίποτε και το χειρότερο ήταν ότι καθόλου δεν ήθελα να καταλάβω. Τρομοκρατήθηκα και είπα στην οργάνωση: «Εγώ θα πάω στην πόλη» (οργανώσεις πόλης σε συνοικίες και οργανώσεις σε χώρους δουλειάς). Τους έκανε να χαρούν αυτό, διότι χρειαζόντουσαν κόσμο και στις συνοικίες.
Υποδυόμενη την εργάτρια με πανό της ΕΣΑΚ
Γνώρισα και άλλα παιδιά, από τον Ρήγα. Στις συνελεύσεις καθόμουνα δίπλα τους και μόνο όταν γινότανε η ψηφοφορία φαινόταν ότι δεν ήμουνα μαζί τους, καθώς σήκωνα το χέρι μου αλλιώς. Προτιμούσα να κάθομαι μαζί τους και να συζητάω με τον Θοδωρή Φ. τις ωραίες τους προτάσεις. Εμείς ήμασταν πάντοτε εκτός τόπου και χρόνου. Η ΝΚ μία κούκλα και φοβερή συνδικαλίστρια μιλούσε πάντοτε με αναίδεια και αφέλεια συγχρόνως. Από τότε οικοδομήθηκε μέσα μου η αίσθηση ότι το ΚΚΕ αυτά που λέει είναι για τα πει, όντας σίγουρο ότι ποτέ δεν πρόκειται να του ζητήσουνε να τα εφαρμόσει. Αυτός είναι, λοιπόν, ο λόγος που προτίμησα να «δουλέψω» στη γειτονιά.
Τρομάρα μου, «διάλεξη»! για τον Ρίτσο, όταν ακόμη πίστευα ότι η Ιστορία Λογοτεχνίας του Κορδάτου είναι σπουδαία
Η σχιζοφρένειά μου να κάνω παρέα με τον Θοδωρή, που ήτανε πολύ «δεξιός Ρηγάς» και να είμαι μέλος της ΚΝΕ είναι παροιμιώδης. Στο σπίτι του Θοδωρή γνώρισα αργότερα το περιοδικό Πολίτης, στου οποίου τα πρώτα τεύχη έγραψε ο Μαρωνίτης, ο συνταγματολόγος Μάνεσης κ.λπ. και άρχισε η λατρεία μου για τον Ελεφάντη. Διαβάζοντας τα κείμενά του ένιωθα την ίδια ανάταση όπως όταν διάβαζα τα ποιήματα του Σεφέρη. Πώς τα κατάφερνα και ήμουνα στην ΚΝΕ, έκανα παρέα με τον Θοδωρή, διάβαζα Πολίτη, δεν διάβαζα Ριζοσπάστη κ.λπ. μόνο η ψυχοθεραπεία μου μπορεί να το πει.
Για μένα, ανέκαθεν, η συμμετοχή σε ομάδα είναι πάρα πολύ σημαντική. Μετά, βέβαια, από το μαντρί της ΚΝΕ, οι ομάδες στις οποίες συμμετείχα και συνεχίζω να συμμετέχω δεν έχουν την ευλάβεια και την «ιερότητα» του ΚΚΕ. Είναι πολύ πιο χαλαρές, οι άνθρωποι μπαίνουν επειδή θέλουν και αποχωρούν με λιγότερα δράματα (πάντως πάντοτε με δράματα) και επιπτώσεις για την προσωπική τους ζωή και την ψυχική τους υγεία. Για μένα ήταν πάρα πολύ σημαντική η συμμετοχή και η συνοχή της ομάδας, η αίσθηση ότι ανήκεις κάπου και ότι αυτό το πράγμα σου δίνει δύναμη. Σε καθιστά κάποιον. Όλα αυτά ήταν πάρα πολύ σημαντικά.
Συνέδριο της ΚΝΕ: «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα»
Δεν έχω πάει ποτέ σε κανένα συνέδριο ούτε του ΚΚΕ, ούτε της ΚΝΕ, ούτε κανενός άλλου κόμματος και δεν έχω και καμία επιθυμία να πάω ποτέ. Θυμάμαι, ότι όταν βγήκε αυτή η φοβερή απόφαση του Α΄ Συνεδρίου της ΚΝΕ με κυρίαρχο σύνθημα: «Πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα!», αισθάνθηκα ότι φωτογράφιζε εμένα. Εγώ ήμουνα πραγματικά, σχεδόν πρώτη στα μαθήματα (ε, όχι ακριβώς) και, σίγουρα, πρώτη στον αγώνα. Από τότε που ήμουν γραμματέας της Οργάνωσης Βάσης (ΟΒ) των 40 Εκκλησιών ΚΝΕ, δηλαδή, τη δεύτερη χρονιά των σπουδών μου, είχα ένα ημερολόγιο, από αυτά που έχουν ολοσέλιδη την ημέρα και σημείωνα τα διάφορα ραντεβού μου. Γεμάτο το ημερολόγιο. Στέλεχος κανονικό! Με προοπτικές και λαμπρό μέλλον.
Νομίζω ότι από τότε έγινα ακτιβίστρια, με μία ευχαρίστηση ότι κάνεις κάτι, συμμετέχεις κάπου, οργανώνεις εκδηλώσεις κ.λπ. Και αναδείχτηκαν οι οργανωτικές μου ικανότητες. Τη γελοιότητα και την αντιδραστικότητα του συνθήματος αυτού, την κατανόησα πολύ αργότερα. Δεν φτύνω εκεί που έπινα νερό, δεν μου αρέσει να το κάνω, ήτανε ΚΑΙ πάρα πολύ ωραία τα χρόνια της ΚΝΕ. Ήταν πολύ δημιουργικά, γνώρισα πολλούς ανθρώπους, έκανα φιλίες που μου έχουν μείνει ακόμη. Κατάλαβα πάρα πολλά πράγματα για την πολιτική αυτού του τύπου: την προσήλωση σε ένα κόμμα και την ηγεσία του, τη μονολιθικότητα, τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Να υπερασπίζεσαι τα τανκς στην Τσεχοσλοβακία, τον κάθε Αφρικανό φύλαρχο στην Αγκόλα, να πρέπει να προπαγανδίζεις πράγματα που είναι οφθαλμοφανώς αστήρικτα, παράλογα και παντελώς ψευδή. Αυτήν την πολιτική τη σιχαινόμουν, τη σιχαίνομαι και θα την σιχαίνομαι μέχρι να πεθάνω. Επειδή έχω και μια μεγάλη διαίσθηση να καταλαβαίνω πράγματα πίσω από αυτά που λένε και αυτά που κάνουν γενικώς οι άνθρωποι και δη οι κομματικά ενταγμένοι, είναι πολύ δύσκολο να με πείσουν για την αθωότητα και τις καλές τους προθέσεις.
Σε φεστιβάλ της ΚΝΕ στη Θεσσαλονίκη.
Φεστιβάλ της ΚΝΕ στην Αθήνα, «αυτά είναι τα παιδιά της ΚΝΕ», 15-18 Σεπτεμβρίου 1979
Κατέβηκα με τη μανούλα μου με λεωφορείο που έβαλε η ΚΝΕ. Κοιμηθήκαμε το βράδυ στο λεωφορείο, καθίσαμε μία μέρα και ξαναγυρίσαμε το βράδυ πάλι με το λεωφορείο. Αντοχές κομμουνιστικές μάνα και κόρη! Εκεί είναι που είδα από κοντά τη φοβερή Ρούρα, την αντίστοιχη με μένα Αθηναία –οι Αθηναίοι πάντοτε καλύτεροι από μας: πιο μορφωμένοι, πιο λαμπεροί, πιο απ’ όλα. Ήτανε σε έναν τεράστιο χώρο το φεστιβάλ, τεράστιο στο Άλσος Περιστερίου!
Η μανούλα στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ στην Αθήνα.
Φυσικά, επειδή δεν είχαμε κινητά, συναντήθηκα εντελώς τυχαία με την αγαπημένη μου ξαδέρφη, Σοφία που ήταν κι αυτή και ο τότε σύντροφος της στην ΚΝΕ. Και εκεί άκουσα τον Γιάννη Ρίτσο να απαγγέλει το τραγικό ποίημα «…Είναι τα παιδιά της ΚΝΕ/που λένε στη ζωή το μέγα ΝΑΙ…». Δεν συγκινήθηκα ούτε τότε, γιατί εγώ είχα ακούσει τον Ρίτσο στο μεταίχμιο αφότου τέλειωσα το Γυμνάσιο και πριν βγουν τα αποτελέσματα, όταν έγινε επίτιμος διδάκτωρ στη Φιλοσοφική να απαγγέλει τη «Γκραγκάντα» και έτριζαν τα παράθυρα. Και έχω μάλιστα μια φωτογραφία (το κεφαλάκι μου δηλαδή φαίνεται) καθώς ο Ρίτσος βγαίνει από τη Φιλοσοφική.
Αυτή την ιστορία του Ρίτσου με το ΚΚΕ, μπορώ να την παρομοιάσω –προφανώς με μεγάλη ελαστικότητα– με τη δική μου σχέση με την ΚΝΕ. Δηλαδή, αυτό που λέει ο Σαββόπουλος πολύ πετυχημένα «…και το Κόμμα με τραβάει απ’ το μανίκι…». Καταλάβαινα ότι ο Ρίτσος είναι πολύ σπουδαίος ποιητής με εξαιρετική εσωτερικότητα γιατί ήδη είχα διαβάσει τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος» και άλλα ποιήματα από την Τέταρτη διάσταση, που μου ’χε χαρίσει ο πατέρας μου. Και τα ανυπόφορα ποιήματα με τα τανκς που χοροπηδάνε κι είναι σα να χορεύουνε στην πλατεία, τα παιδιά της ΚΝΕ κ.ά. ήταν πάρα πολύ άσχημα ποιήματα, καταλάβαινα ότι δεν είναι καθόλου καλά. Όταν έχεις μεγαλώσει με Beatles και Rolling Stones και έχεις διαβάσει ποίηση και επιπλέον έχεις χιούμορ και την ικανότητα να αυτοσαρκάζεσαι δεν βολεύεσαι εύκολα με τις κομματικές παραγγελίες ποίησης. Καϋμένος Ρίτσος! Εξάλλου, είχα ήδη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο την Ελένη Τσαντσάνογλου που μας έκανε λογοτεχνία με έναν εξαιρετικά υποδειγματικό τρόπο.
Διαφωτιστική δουλειά και η σχέση μου με την πολιτική
Ένα εξαιρετικά βαρετό πράγμα ήταν τα διαφωτιστικά ακτίφ, όπου κάποιος «δίδασκε» ένα κείμενο που είχαμε να διαβάσουμε. Θυμάμαι η Δήμητρα και ο Μάκης ήταν εξαιρετικά εντυπωσιακοί. ΄Οσα έλεγαν όμως δεν με ενδιέφεραν και, μεταξύ μας, δεν τα πολυκαταλάβαινα. Ήμουν από τους ανθρώπους που δεν είχαν και δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον πραγματικά πολιτικό με την κομματική έννοια. Η ανακάλυψη της πολιτικής, μιας άλλης όμως πολιτικής, ήρθε πολύ αργότερα για μένα μέσω του γυναικείου κινήματος και συγκεκριμένα της Κίνησης Δημοκρατικών Γυναικών, του συνδικαλισμού των χρόνων στο Πανεπιστήμιο που ήταν γραμματέας του ΕΣΔΕΠ ο Δημήτρης Χασάπης και του Κοινωνικού Εργαστηρίου Θεσσαλονίκης. Η Ζώγια Χρονάκη και η Δανάη Χατζόγλου, η Τζένη Οικονομίδη, ο Δημήτρης Χασάπης και ο Μιχάλης Μπαρτσίδης ανακίνησαν το ενδιαφέρον μου για την πολιτική, έτσι όπως εγώ την ένιωθα πάντα, μια πολιτική κοντά στο γυναικείο, με ανθρώπινο πρόσωπο, σε τοπική κλίμακα, μια πολιτική δικαιωμάτων. Διεπιστημονική, να σχετίζεται με τη Φιλοσοφία και να υποστηρίζεται από αυτήν. Nα κάνει χρήση των γνώσεών μου στην Ψυχολογία, να γονιμοποιείται δημιουργικά από τα λογοτεχνικά κείμενα της αριστεράς όπως του Μάριου Χάκκα ή του Άρη Αλεξάνδρου. Και, προπαντός: «διαγώνιες προσεγγίσεις της πολιτικής».
Συνεχίζεται…
*Η Ελένη Χοντολίδου εργάζεται στο ΑΠΘ από το 1981. Διετέλεσε Κοινοτική Σύμβουλος (και για κάποια χρόνια Πρόεδρος) της Α΄ Κοινότητας του Δήμου Θεσσαλονίκης από το 2006-2018.
** To σύνθημα που εισήγαγε το Α΄ Συνέδριο της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας (ΚΝΕ).
*** Μέρος από κείμενο σε εξέλιξη που ίσως βρει εκδότη