Πτώση
Αποφάσισε να μην περάσει ποτέ ξανά από εκείνο το στενό. Τώρα πια για να φτάσει στο μετρό αναγκάζονταν να κάνει ένα τεράστιο κύκλο γύρω απ`τό τετράγωνο χάνοντας πολύτιμο χρόνο, κερδίζοντας όμως λήθη. Έστω και για λίγο. Έτσι συμβαίνει πάντα, για κάθε τι που κερδίζεις χάνεις κάτι άλλο. Αυτό που δεν μπορούσε να ξεχάσει με τίποτα […]
Αποφάσισε να μην περάσει ποτέ ξανά από εκείνο το στενό. Τώρα πια για να φτάσει στο μετρό αναγκάζονταν να κάνει ένα τεράστιο κύκλο γύρω απ`τό τετράγωνο χάνοντας πολύτιμο χρόνο, κερδίζοντας όμως λήθη. Έστω και για λίγο. Έτσι συμβαίνει πάντα, για κάθε τι που κερδίζεις χάνεις κάτι άλλο.
Αυτό που δεν μπορούσε να ξεχάσει με τίποτα ήταν ο ήχος που έκανε όταν έσκασε με δύναμη στο πεζοδρόμιο. Σκέψου ένα σώμα 80 κιλών να βουτάει από τον 5ο και σκέψου αυτήν την μάζα επί την επιτάχυνση που αναπτύσσει από την πτώση και τώρα σκέψου όλα αυτά τα σκατά που αποτελούν το ανθρώπινο σώμα. Και σκέψου αυτό το σώμα με όλα τα παραπάνω να σκάει στο ενάμιση μετρό από σένα, την ώρα που διασχίζεις αμέριμνος ένα στενάκι κοιτώντας απλά την δουλειά σου.
Όμως καμία φορά όσο και αν κοιτάς μόνο την δουλεία σου, μπορείς να βρεθείς μπλεγμένος σε ένα σωρό γαμημένες καταστάσεις απλά γιατί έτυχε να βρεθείς στο λάθος μέρος την λάθος στιγμή και αυτή ήταν μια από αυτές τις καταστάσεις.
Ακούγοντας τον ήχο σταμάτησε απότομα το βηματισμό της. Παγωμένα ψύχραιμη. Γύρισε το κεφάλι. Ο τύπος ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, έμοιαζε να κοιτά τον ουρανό περιμένοντας κάτι, μάλλον το τέλος. Τι είναι αυτό που κάνει έναν πιτσιρικά 27 ετών να βουτά στο κενό; Aραγε το είχε μετανιώσει και σκεφτόταν τι μαλακία έκανε;
Παραδίπλα υπήρχε ένα ψιλικατζίδικο, μπήκε μέσα, εξήγησε τι είχε συμβεί και ζήτησε να καλέσουν ένα ασθενοφόρο. O ψιλικατζής σηκώθηκε πανικόβλητος απ`την σκισμένη δερμάτινη καρεκλά του, βγάζοντας κάτι άναρθρες κραυγές πανικού που της προκαλούσαν μεγαλύτερη αηδία και από το ανοιγμένο κεφάλι του άντρα. Σύνελθε γαμώτο! Του φώναξε.
Σιγά, σιγά τα μπαλκόνια είχαν γεμίσει κόσμο. Κύριες με τις ρόμπες τους, αναμαλλιασμένοι νεαροί κρατούσαν αγκαλιά τις τρομαγμένες γκομενίτσες τους. Οι κατσαρόλες μέσα στα διαμερίσματα τους κόχλαζαν, οι τηλεοράσεις ήταν ανοιχτές, τα σκυλιά γάβγιζαν μανιασμένα και τα μωρά ούρλιαζαν μέσα στις κούνιες τους.
Ζούμε σε έναν τρελό κόσμο.
Έκατσε σε ένα πεζούλι κρατώντας το σαγόνι της. Περίμενε μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο. Μόλις έκλεισαν τις πόρτες και πήρε την στροφή για να χαθεί στην λεωφόρο, σηκώθηκε και κοντοστάθηκε πάνω από την κηλίδα αίματος, παίρνοντας μεγάλες, βαθιές αναπνοές. Στο βάθος η σειρήνα κάλυπτε ανακουφιστικά όλους τους υπόλοιπους ήχους της πόλης.
Εκείνος είχε νικηθεί, αυτή ακόμα όχι.