Ρε Σωκράτη, τι λες τώρα…
Δεν με έχεις ανάγκη, έχεις αλλάξει επίπεδο. Θα σου τα πω όμως γιατί... σε έχω ανάγκη εγώ τώρα που βρίσκομαι στο περίπου στην ηλικία που ήσουν εσύ όταν σε γνωρίσαμε.
Πέρασαν 25 χρόνια από τότε που σε άκουσα πρώτη φορά, ρε Σωκράτη. Το θέατρο Δάσους ήταν τότε μισογεμάτο αλλά η λαχτάρα μας ήταν… ολόκληρη. Κάτι καινούριο γεννιότανε και είχε συναίσθημα, αλήθεια, αγωνία, ανάγκη για έκφραση.
Πέρασαν 25 χρόνια απ’ όταν σε είδα πρώτη φορά ζωντανά και 30 από τότε που ακούω τα τραγούδια σου αλλά χθες (στο τρίτο από τα τέσσερα Σάββατα στο FIX Factory) ήταν σαν να συνέβαιναν όλα από την αρχή. Όλα για πρώτη φορά.
Γράφω αυτό το κείμενο χωρίς να νιώθω πως έχεις την ανάγκη κάποιας προβολής. Οι παραστάσεις σου είναι sold out. Δεν θα πέφτει καρφίτσα το Σάββατο του Λαζάρου στην τελευταία εμφάνιση. Το ίδιο θα συμβεί και τον Σεπτέμβριο στο θέατρο Γης. Δεν με έχεις ανάγκη, έχεις αλλάξει επίπεδο. Θα σου τα πω όμως γιατί… σε έχω ανάγκη εγώ τώρα που βρίσκομαι στο περίπου στην ηλικία που ήσουν εσύ όταν σε γνωρίσαμε.
Είχα την ευκαιρία να κάνω αρκετές συνεντεύξεις μαζί σου. Να σε ρωτήσω πολλά κι εσύ να μου απαντήσεις με χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους: Σκωπτικά, επιθετικά, ψύχραιμα, ανατρεπτικά, συναισθηματικά…
Πάντα, μετά από κάθε απάντηση, με ένα εντελώς δικό σου μειδίαμα, ήταν σαν να συμπλήρωνες: «δεν χρειάζεται να λέμε τίποτα. Τα λέμε όλα με τα τραγούδια και τη στάση ζωής μας». Κι εγώ επέμενα και σε ρωτούσα. Και μιλούσα. Ίσως γιατί ήθελα να είμαι κοντά σου. Σίγουρα επειδή «όσα λιγότερα ξέρεις, τόσο περισσότερο μιλάς».
Ξέρεις, Σωκράτη, όταν μιλάμε μαζί για το ραδιόφωνο ή για την εφημερίδα, μοιάζω σαν τον Πάρη Καλημερίδη όταν παίρνει συνέντευξη τον Νίκο Γκάλη: «Νίκο, είσαι ο μεγαλύτερος παίκτης που πέρασε ποτέ από τα ελληνικά γήπεδα, τι έχεις να πεις γι αυτό;» Κι ο Γκάλης να απαντά: «ε… τι να πω τώρα εγώ…»
Τέτοια σε ρωτούσα πάντα. Γιατί πάντα ήμουν αφόρητα υποκειμενικός. Ας το παραδεχτώ: ήμουν πάντα κτητικός. Και παραμένω γι αυτό θα συνεχίσω να σε ρωτάω…
«Ρε Σωκράτη, τι λες τώρα…»
– που διαλύθηκαν όλα στη δισκογραφία και απαλλαχτήκαμε από τόσους παντογνώστες;
– που ανεβάζεις πλέον τα τραγούδια σου ένα ένα στο YouTube και σε λίγες μέρες τα «μοιράζεται» όλη η Ελλάδα;
– που πηγαίνεις στο πιο απομακρυσμένο νησί, την πιο άκυρη περίοδο του χρόνου και το κλίμα είναι λες και παίζεις στο «Σταύρο του νότου»;
– που κάθε φορά έχεις την πιο καλοκουρδισμένη μπάντα, τον καλύτερο ήχο, το πιο σφιχτό πρόγραμμα;
– που δίνεις δουλειά σε τόσο κόσμο στις περιοδείες σου;
– που σε ψάχνουν οι τραγουδοποιοί για να σου δώσουν το καλύτερο τραγούδι τους να το πεις και να τους βοηθήσεις;
– που σε θέλουν όλα τα κόμματα κοντά τους και δεν τολμούν καν να στο προτείνουν γιατί ξέρουν τι θα τους απαντήσεις;
– που οι απατεώνες των πνευματικών δικαιωμάτων θησαύρισαν στην πλάτη των καλλιτεχνών και τώρα κάνουν ζωάρα παραμένοντας στο απυρόβλητο;
– που τα τραγούδια σου γίνονται πιο επίκαιρα από ποτέ αποδεικνύοντας το «όλοι οι καργιόληδες μια εταιρεία» και «κάλιο ζητιάνος παρά υπουργός»;
– που ολοκληρώνεται μια συναυλία σου και δεν έχουμε ακούσει ούτε το 1/3 των τραγουδιών της δισκογραφίας σου;
Σε έβλεπα από ψηλά χθες βράδυ στο FIX κι αναρωτιόμουν «Τι λες τώρα…»
– που γκριζάρισε ένα τσουλούφι σου εκεί μπροστά και είσαι όντως «ο ασημένιος άνδρας με τη βαριά φωνή…», όπως έγραψε ο Λουδοβίκος… – που έφυγε από τη ζωή ο κυρ Γιάννης και πλέον… εσύ είσαι ο πατέρας… – που μεγάλωσαν τα παιδιά σου και τραβούν το δικό τους δρόμο προσπαθώντας η σκιά του μεγέθους σου να είναι δροσιά και όχι σκοτάδι… – που κάθε απόπειρά μας να έρθουμε να σε δούμε είναι σαν reunion ξεπεσμένων 50άρηδων που τους κάνει χάζι η νεολαία… – που έρχεσαι για λίγο κοντά μας, μας ξεσηκώσεις και επάνω στο καλύτερο… ξαναφεύγεις για την αετοφωλιά σου πάνω από την Καλαμπάκα, μακριά από όλους κι από όλα…
«Τι λες τώρα και τι πρέπει να κάνουμε εμείς… που δε μας αρκεί ούτε το να παίζεις «ως τις 4 η ώρα…».
Ξέρω, ξέρω, σε όλες τις ερωτήσεις θα απαντήσεις όπως ο Νίκος Γκάλης στον Πάρη Καλημερίδη: «ε… τι να πω τώρα εγώ…». Πες ένα ακόμα. Τελευταίο…