REAdicaL €-nomics 4: Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
Αφού ζητήσω προκαταβολικά την κατανόηση για την παρέκκλιση από τους βασικούς σκοπούς της στήλης, σπεύδω να την αιτιολογήσω επισημαίνοντας τη μεγάλη σημασία των τρεχουσών εξελίξεων, αλλά και αξιοποιώντας ταυτόχρονα το τελικό επιχείρημα που έχει πάντα «στο τσεπάκι του» ο κοινωνικός επιστήμονας: εν τέλει, όλα σχετίζονται με την οικονομία και την κοινωνία… Η πρωινή επίθεση στα […]
Αφού ζητήσω προκαταβολικά την κατανόηση για την παρέκκλιση από τους βασικούς σκοπούς της στήλης, σπεύδω να την αιτιολογήσω επισημαίνοντας τη μεγάλη σημασία των τρεχουσών εξελίξεων, αλλά και αξιοποιώντας ταυτόχρονα το τελικό επιχείρημα που έχει πάντα «στο τσεπάκι του» ο κοινωνικός επιστήμονας: εν τέλει, όλα σχετίζονται με την οικονομία και την κοινωνία…
Η πρωινή επίθεση στα κεντρικά γραφεία του βασικού κυβερνητικού εταίρου αποτελεί τον πιο πρόσφατο κρίκο σε μια στρατηγική ελεγχόμενης πολιτικής αποσταθεροποίησης και αποπροσανατολισμού. Δυστυχώς επιβεβαιώνουν με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο τις δυσοίωνες προβλέψεις μας, οι οποίες είναι βεβαίως απελπιστικά αυτονόητες, ιστορικά και κοινωνικά: η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική είναι αδιέξοδη, ή μάλλον οδηγεί ακριβώς στην κοινωνικοοικονομική και πολιτική εκτροπή.
Ποιος κρύβεται πίσω από αυτήν την επίθεση στην παραπαίουσα δημοκρατία μας; Μεταξύ της εγκληματικής ανοησίας κάποιων αυτόκλητων «ψευτο-ιακωβίνων» και του στρατευμένου θράσους ακροδεξιών παρακρατικών, προσωπικά επιλέγω το δεύτερο ενδεχόμενο. Όχι τόσο λόγω συναισθηματικής προαίρεσης, απλώς βάσει της λογικής: αρκεί να αναλογισθούμε ποιος κερδίζει από τη συγκεκριμένη ενέργεια, να θυμηθούμε πως η συγκεκριμένη περιοχή είναι από τα πλέον φρουρούμενα σημεία της Πρωτεύουσας, ειδικότερα μετά την κλιμάκωση αντίστοιχων επιθέσεων τις προηγούμενες ημέρες, αλλά και να φέρουμε στο μυαλό μας τον σχεδόν «πανηγυρίζοντα» Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, περιφερόμενο από κανάλι σε κανάλι, κομιστή της βαρύγδουπης είδησης «σφαίρα στο γραφείο του Πρωθυπουργού».
Όμως, πραγματικά, αυτό έχει λιγότερη σημασία, ή τουλάχιστον ξεφεύγει από το φάσμα της προσωπικής και συλλογικής δικής μας ευθύνης. Το αν κανείς συμπίπτει με την προσωπική μου επιλογή ενός εκ των δύο ενδεχομένων για το τι κρύβεται από πίσω είναι ήσσονος σημασίας. Ασυγκρίτως πιο χρήσιμο για μας τους πολίτες είναι να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας και να προσδιορίσουμε την ήδη καθυστερημένη αντίδρασή μας – τώρα, όσο είναι καιρός. Το μίγμα μιας αριστεράς, που ταλανίζεται μεταξύ της σαπίλας αλλοτριωμένων μηχανισμών και της ανωριμότητας νέων σχηματοποιήσεων και μιας δεξιάς, που μπροστά στα αδιέξοδα της ίδιας της πολιτική της παρασύρεται στο πατρογονικό της αμάρτημα να κλείσει το μάτι στο φασιστικό παρακράτος, απατώμενη ότι θα το ελέγξει, είναι επικίνδυνο!
Τι κάνουμε όμως για αυτό; Έχουμε καταλάβει το μέγεθος των ευθυνών μας για άμεση δραστηριοποίηση, πανελλαδικά μα κυρίως τοπικά; Βλέπουμε πόσο ορθή είναι η πρόβλεψη πως κάποιο «ατύχημα», προκαλούμενο ή μη, μπορεί να οδηγήσει στην ολοκλήρωση της πολιτειακής και κοινωνικής εκτροπής; Αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντικό είναι να προκαλέσουμε δημοκρατικά, ανοικτά στην κοινωνία, γεγονότα και εκδηλώσεις; Να αποτάξουμε τη σταδιακή συντηρητικοποίησή μας, απόρροια είτε της βιολογικής κόπωσης, είτε της απογοήτευσης από τη φαυλότητα άλλων, ή ακόμη και προγενέστερων πολιτικών σφαλμάτων; Αλλά και να αντιτάξουμε αυτό που μας χαρίζει το ιστορικό μας DNA, τη διάθεση για κοινωνικούς αγώνες, την ανιδιοτελή υπεράσπιση δικαίων και την πίστη πως μόνο οι συλλογικές διεργασίες εγγυώνται την ανάδειξη ρεαλιστικών εναλλακτικών, απέναντι στους επιβαλλόμενους ψευτομονόδρομους του συστήματος;
Μπορεί το σημείο εκκίνησης της προοδευτικής αντίληψης να είναι η πεποίθηση πως «είναι ουτοπία να πιστεύεις πως δεν θα αλλάξει τίποτε». Όμως, το τέλος της, με την έννοια του σκοπού, δεν είναι άλλο από το ότι «ρεαλισμός δεν είναι να αποδέχεσαι την πραγματικότητα, αλλά να προσπαθείς να την αλλάξεις».
Καλή όρεξη για δράση.