Respect…
Του Αντώνη Βακάλη Σε μία χώρα που ποτέ δεν ανταμείβει αυτούς που πραγματικά δουλεύουν, όπου το σχολείο εκπαιδεύει τις μελλοντικές γενιές της να είναι παπαγάλοι χωρίς φαντασία και κρίση, όπου οι σιωπηλές πλειοψηφίες απλώς παρακολουθούν τα λαμόγια της μειοψηφίας να καθορίζουν το ταξίδι της ζωής τους… Σε μία χώρα όπου μέχρι πρότινος το όνειρο των […]
Του Αντώνη Βακάλη
Σε μία χώρα που ποτέ δεν ανταμείβει αυτούς που πραγματικά δουλεύουν, όπου το σχολείο εκπαιδεύει τις μελλοντικές γενιές της να είναι παπαγάλοι χωρίς φαντασία και κρίση, όπου οι σιωπηλές πλειοψηφίες απλώς παρακολουθούν τα λαμόγια της μειοψηφίας να καθορίζουν το ταξίδι της ζωής τους…
Σε μία χώρα όπου μέχρι πρότινος το όνειρο των πολιτών της ήταν να «τακτοποιηθούν» στο δημόσιο, που έχει επιτρέψει ο ταμίας του κυβερνητικού κόμματος να είναι και πρόεδρος κρατικής τράπεζας, που η πνευματική ηγεσία των Πανεπιστημίων της είναι προϊόν κομματικής συνδιαλλαγής, που ακόμα και οι δικαστές της απειλούν με λευκή απεργία γιατί μειώνεται ο – σίγουρος – μισθός τους ενώ ο κόσμος γύρω τους πεινάει…Στη χώρα αυτή τα μεγάλα θύματα της κρίσης είναι αυτοί που επέλεξαν να ρισκάρουν και να βγουν από το μαντρί. Είναι ο ανώνυμος Έλληνας μικρός και μεσαίος επιχειρηματίας…
Στα καλά χρόνια εισέπραττε τον φθόνο των άλλων…. Ήταν αυτός που έβγαζε κέρδος, κέρδος σε μία χώρα όπου αυτό προκαλεί ζήλια και η επιχειρηματικότητα θεωρείται αμάρτημα και συνώνυμο της λαμογιάς… Έβγαζε κέρδος με τον ιδρώτα του, πολεμώντας, όχι μόνο τον ανταγωνισμό αλλά κυρίως τις τρικλοποδιές, κουτοπονηριές και ζαβολιές που του προκαλούσαν οι Δημόσιες Υπηρεσίες, οι λειτουργοί του Ελληνικού κράτους…
Ο ανώνυμος Έλληνας μικρός και μεσαίος επιχειρηματίας έχει περάσει ώρες ατελείωτες έξω από γραφεία της Πολεοδομίας, του Δήμου, της Εφορίας, της Αρχαιολογίας προσπαθώντας να πείσει τους δημόσιους λειτουργούς – όποτε αυτοί ήταν στα γραφεία τους — να δουν το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο…
Είναι αυτός που έχει ανέβει και έχει κατέβει δεκάδες φορές τα σκαλιά του ΙΚΑ, που ο ένας υπάλληλος τον έστελνε πακέτο στον άλλο, προκειμένου να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας και ας πλήρωνε χιλιάδες ευρώ εργοδοτικές εισφορές, αυτές με τους υψηλότερους συντελεστές στην Ευρώπη…
Είναι αυτός που για να εισπράξει τα χρωστούμενα του από τους «πιστολάδες» κατέφευγε όχι σε φουσκωτούς και μπράβους αλλά στην Ελληνική Δικαιοσύνη… για να εκδικαστεί η υπόθεσή του μετά από 4 και 5 χρόνια λόγω απεργιών των Δικαστικών υπαλλήλων, αποχής των δικηγόρων, έκρηξης βομβών και στατικής ακαταλληλότητας του δικαστικού μεγάρου, και άλλα ευτράπελα… και όταν μετά από πέντε χρόνια δικαιωνόταν, έπρεπε ξανά να πληρώσει για να κάνει έρευνα σε όλα τα υποθηκοφυλακεία της χώρας και όπου αλλού, μήπως και ως εκ θαύματος βρει να εκτελέσει και πάρει έστω μέρος της χαμένης του αμοιβής…
Είναι αυτός που έβγαζε κέρδος πληρώνοντας μεγάλο προσωπικό και οικογενειακό κόστος… Δεν είδε το παιδί του να κάνει τα πρώτα του βήματα, ήταν στο γραφείο… Τα καλοκαίρια και ενώ οι φίλοι του απολάμβαναν με τις οικογένειες τους διακοπές για ένα μήνα αυτός επισκεπτόταν την δική του για έναν ύπνο το Σάββατο το βράδυ… Ακόμα και στον ύπνο του σκεπτόταν πώς να παρέχει καλύτερο προϊόν, πώς να καινοτομήσει, πώς να φύγει ένα επίπεδο πάνω από τον ανταγωνισμό…
Το μεγάλο θύμα είναι ο ανώνυμος μικρός και μεσαίος Έλληνας επιχειρηματίας που σεβόταν τους υπαλλήλους – συνεργάτες του, που πολλές φορές στο τέλος του μήνα δεν είχε μία ο ίδιος στην τσέπη αλλά φρόντιζε αυτοί να είναι πληρωμένοι…
Είναι αυτός που δεν εισέπραξε ποτέ ούτε ένα ευρώ από κάποια περίεργη επιδότηση παρά μόνο πλήρωνε φόρους και εισφορές που πήγαν σε τρύπιο κουμπαρά… Είναι αυτός που ήταν πάντα νοικοκύρης, που για να επιβιώσει μέσα στο νεοελληνικό χάος έπρεπε να γίνει λογιστής, εργατολόγος, διαφημιστής, ψυχολόγος, ενίοτε αχθοφόρος και αγγαρειομάχος… Είναι αυτός που έκανε παζάρι με τον εφοριακό για το πόσα θα του δώσει “μαύρα” μέσα σε σακούλες σκουπιδιών, για κάποιο αδίκημα που δεν πολύ-καταλάβαινε ότι είχε τελέσει μιάς που στη χώρα μας οι φορολογικοί κανόνες αλλάζουν κάθε χρόνο και είναι τόσοι πολλοί , πολύπλοκοι και αντιφατικοί που πάντα θα βρούνε κάτι… Και που μετά το παζάρι έκανε εμετό από την αηδία.
Για το μικρομεσαίο Έλληνα επιχειρηματία καμία κυβέρνηση ποτέ δεν δούλεψε και ποτέ δεν νοιάστηκε πραγματικά αφού δεν είχε γερό συνδικάτο, δεν απέκλεισε ποτέ δρόμους και λιμάνια, δεν ταλαιπώρησε συμπολίτες, δεν έκαψε και δεν έσπασε… παρά μόνο δούλευε…
Αυτός ο ανώνυμος μικρός και μεσαίος Έλληνας επιχειρηματίας που αναγκάστηκε ή θα αναγκαστεί να βιώσει το θάνατο της δουλειάς του — και εν μέρει τον δικό του — , που δεν τον περιμένει κανένα επίδομα ανεργίας, δεν τον περιμένει καμία προστασία από κάποιο άρθρο 99, που θα στιγματιστεί για την «αποτυχία» στο περιβάλλον του, αξίζει το σεβασμό όλων μας για τον αγώνα και τις θυσίες που έκανε, για τις θέσεις εργασίας που δημιούργησε, για τους φόρους και τις εισφορές που πλήρωσε…
Κυρίως οφείλει το κράτος να τον σεβαστεί. Σε άλλες χώρες η ύπαρξη κρατικών μηχανισμών που μπορούν να τον βοηθήσουν να ξανά-επιχειρήσει, θεωρείται αυτονόητη… Στη χώρα μας αυτό είναι όνειρο απατηλό. Σαν ελάχιστο φόρο τιμής το ελληνικό κράτος οφείλει να τον σεβαστεί έστω και τώρα την ύστατη στιγμή και να μην τον ταλαιπωρήσει με την απερίγραπτη γραφειοκρατία του περαιτέρω… Τώρα που έπεσε μαχόμενος και που βιώνει τον πόνο του αποχωρισμού, την οδύνη του θανάτου, το κενό στην αναζήτηση του επόμενου βήματος.
Άλλωστε τώρα πλέον που «λεφτά δεν υπάρχουν» αν υπάρχει μία πιθανότητα να ορθοποδήσει η χώρα αυτή, είναι από αυτόν τον επιχειρηματία και την κουλτούρα του.