Σαν κι αυτούς

Κάποτε από το μπαλκόνι του μπορούσε και έβλεπε μέχρι την θάλασσα, τις μέρες που ο ουρανός ήταν καθαρός έβλεπε ακόμα πιο μακριά. Εδώ και μερικά χρόνια είχε χτιστεί μπροστά του ένα επταώροφο κτήριο που καθόλου σίγουρος δεν ήταν για την νομιμότητά του  αλλά και έτσι να ήταν, δεν είχε ούτε τις γνώσεις, ούτε το χρήμα […]

Γιώργος Τελτζίδης
σαν-κι-αυτούς-7745
Γιώργος Τελτζίδης
urban_view_eleni_papaioanou_530.jpg

Κάποτε από το μπαλκόνι του μπορούσε και έβλεπε μέχρι την θάλασσα, τις μέρες που ο ουρανός ήταν καθαρός έβλεπε ακόμα πιο μακριά. Εδώ και μερικά χρόνια είχε χτιστεί μπροστά του ένα επταώροφο κτήριο που καθόλου σίγουρος δεν ήταν για την νομιμότητά του  αλλά και έτσι να ήταν, δεν είχε ούτε τις γνώσεις, ούτε το χρήμα για να κάνει κάτι γι’ αυτο.

Χρόνο όμως είχε, από χρόνο άλλο τίποτα.

Κάθε πρωί έφτιαχνε τον καφέ του και έβγαινε στο μπαλκόνι μόνος, πάντα μόνος και σιγά σιγά συμφιλιώθηκε με την ιδέα πως για το υπόλοιπο της όχι και τόσο μνημειώδους ζωής του θα κλέβει από τις ζωές των άλλων.

Φοιτήτριες που άπλωναν τα εσώρουχα τους φορώντας καυτά σορτσάκια ακόμα και τον χειμώνα, έντονες χειρονομίες και φωνές, θολές φιγούρες πίσω από πολύχρωμες κουρτίνες, πάντα κάποια  γιορτή, περισσότερος κόσμος.

Παθιασμένα φίλια, αν ήταν τυχερός μπορεί να ξεχνούσαν το φως ανοιχτό, κραυγές, οργασμοί, πρωινά ξυπνήματα. Οικογενειακά πρωινά, γεμάτα μιζέρια και απαισιοδοξία.

Λένε πως τίποτα δεν συμβαίνει αν δεν “είσαι” εκεί.

Αυτός όμως ήταν και το ζούσε.

Κάποτε προσπάθησε να γίνει σαν και αυτούς. Κάτι μακρινά ξαδέρφια του είχαν πασάρει μια Βουλγάρα από το Μπάνσκο, νύφη προς πώληση δηλαδή. 15 χρόνια μικρότερη με δυο παιδία καβάντζα. Δεν μιλάμε για αγάπες, απλά πράγματα τα βασικά.

Φαγητό, διασκέδαση… ( που και που έβλεπαν τηλεόραση μαζί, βουλγαρικά κανάλια, αυτός δεν καταλάβαινε λέξη, αυτή κάθε τόσο γυρνούσε και του χαμογελούσε. Μάλλον η σειρά είχε θέμα τις γυναίκες).

Καθαρό σπίτι, ένα καλό σχολείο για τα παιδία και σεξ. Άνευρο, ανοργασμικό και πάντα με τα φώτα κλειστά.

Ένα Σαββατοκύριακο πήρε τα παιδιά και πήγε να επισκεφθεί τη μανά της, δεν γύρισε ποτέ πίσω. Το μόνο που έμεινε από εκείνη ήταν το δορυφορικό πιάτο και κάτι παιχνίδια των παιδιών. Έφυγε όπως ήρθε αλλά έτσι και αλλιώς δεν μαγείρευε καλά και το σπίτι ήταν σπάνια καθαρό.

Είχε τον ελληνικό καφέ στα χέρια του και τον φυσούσε για να κρυώσει, βγήκε στο μπαλκόνι. Σε ένα διαμέρισμα του τέταρτου γινότανε μετακόμιση, μια ηλικιωμένη κύρια με την  μεσήλικη κόρη της. Πάντα λίγο πριν νυχτώσει, έβγαινε για να καπνίσει. Μόνη, πάντα μόνη. Έμοιαζε περήφανη γυναίκα.

Την κοίταζε.

*Η φωτογραφία είναι της Ελένης Παπαϊωάννου της Stereosis

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα