Συνελεύσεις σε παραθεριστικούς οικισμούς…
Του Λέων Ναρ … εν μέσω καλοκαιρινών εκπτώσεων Κάθε πότε θα κόβει ο κηπουρός το γκαζόν, απόγευμα ή βράδυ; Μήπως ήρθε η ώρα να τον αντικαταστήσουμε γιατί παραπήρε αέρα; Ο κηπουρός του διπλανού οικισμού περιποιείται τον κήπο καλύτερα και παίρνει λιγότερα χρήματα. Τι ώρα θα ανάβουμε τα φώτα στον οικισμό, το σύστημα θα ενεργοποιείται αυτόματα, […]
Του Λέων Ναρ
… εν μέσω καλοκαιρινών εκπτώσεων
Κάθε πότε θα κόβει ο κηπουρός το γκαζόν, απόγευμα ή βράδυ; Μήπως ήρθε η ώρα να τον αντικαταστήσουμε γιατί παραπήρε αέρα; Ο κηπουρός του διπλανού οικισμού περιποιείται τον κήπο καλύτερα και παίρνει λιγότερα χρήματα. Τι ώρα θα ανάβουμε τα φώτα στον οικισμό, το σύστημα θα ενεργοποιείται αυτόματα, με χρονοδιακόπτη, και αν ναι πόσο πρόκειται να κοστίσει η εγκατάστασή του; Θα επιτραπεί να παρκάρουν μέσα στο χώρο του παρκινγκ τα αυτοκίνητά τους οι επισκέπτες του οικισμού και αν όχι πού να τα βάζουν;
Αυτά και πολλά άλλα είναι μερικά μόνο από τα προβλήματα που ταλανίζουν τους παραθεριστές μέσα στο κατακαλόκαιρο. Διαδοχικές συνελεύσεις επί συνελεύσεων, ανακοινώσεις που αναρτώνται η μια μετά από την άλλη και που αφορούν συνήθως την ώρα και τον τόπο διεξαγωγής της επόμενης συνάντησης καθώς και τα θέματα που πρόκειται να συζητηθούν. Ο πρόεδρος της διοικούσας επιτροπής βρίσκεται σε εγρήγορση -τι τίτλος και αυτός, πρόεδρος επιτροπής παραθεριστικού συγκροτήματος- ο γραμματέας είναι έτοιμος να κρατήσει τα πρακτικά και ο ταμίας να ετοιμάζει τα μπλοκάκια για να εκδώσει τις πάσης φύσεως αποδείξεις δαπάνης.
Τις περισσότερες φορές, πάντως, αποτέλεσμα δεν υπάρχει, η λύση των προβλημάτων μετατίθεται για την επόμενη συνεδρίαση, οι σχέσεις των ενοίκων δοκιμάζονται, φιλίες ετών κλονίζονται. Ευτυχέστεροι όλων μοιάζουν να είναι αυτοί που δεν ανακατεύονται σε τίποτα- άλλη ράτσα και αυτή- όσοι δηλαδή έχουν μάθει, άκοπα πάντα, μονάχα να απολαμβάνουν, όσοι προσποιούνται ότι ενδιαφέρονται, όσοι ρωτούν να μάθουν, με περισσή περιέργεια, τι τάχα αποφασίστηκε στην όποια συνάντηση και όλα τα σχετικά.
Την ίδια ώρα όσοι απέμειναν στις μεγάλες πόλεις εξακολουθούν να ψωνίζουν εκμεταλλευόμενοι τις χαμηλές τιμές. Πολλοί είναι, βέβαια, και αυτοί που περιορίζονται στο ρόλο του μπανιστιρτζή, αυτού που σουλατσάρει ακούραστα πάνω κάτω στην Τσιμισκή, βλέπει τους άλλους να ψωνίζουν και χαίρεται μαζί τους. Σταδιακά βλέπω πάντως να γινόμαστε όλο και περισσότεροι οι μπανιστηρζήδες. Σε λίγο, όπως πηγαίνει το πράγμα, θα βγαίνουμε με ένα παγωτό από το ζαχαροπλαστείο και θα ξερογλείφονται οι γύρω μας λες και γευόμαστε χαβιάρι. Η εικόνα με κυρίες που κουβαλούν 3 και 4 σακούλες από επώνυμα και ακριβά καταστήματα αρχίζει σιγά σιγά να διαγράφεται από τη μνήμη μου, μια και ολοένα και συχνότερα βλέπω ανθρώπους να κυκλοφορούν στην αγορά για ώρες και να κρατούν μία μόνο σακούλα, πολύτιμο λάφυρο, καταπραϋντικό που προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο της τραυματισμένης καταναλωτικής συνείδηση.
Αν στην τραγική αυτή εικόνα προσθέσουμε το γεγονός ότι τα υπέρογκα έξοδα και ο πεσμένος τζίρος έχουν σημάνει το οριστικό κλείσιμο δεκάδων μικρο-επιχειρήσεων, συνοικιακών και κεντρικών, το μόνο που απομένει είναι να διερωτώμαστε πώς θα αντιμετωπίσουν την κρίση ακόμη και τα πολυκαταστήματα που είναι σε θέση, με συγχωνεύσεις και οικονομικούς ελιγμούς, να σηκώσουν το βάρος των μεγάλων προσφορών οι οποίες είναι πάντα ελκυστικές για τον οποιοδήποτε καταναλωτή.