Στα φανάρια φαίνεται η μαγκιά
Μας πιάνει το σύνδρομο του ιππόδρομου, είμαστε στην αφετηρία, άλογα κούρσας , ποιος θα ξεκινήσει πρώτος ποιος θα φάει τη σκόνη μου, ανάβει το πράσινο, μαρσάρουμε και ξεχυνόμαστε
…άλλοτε ζωής κι άλλοτε μαγκιάς… Ενίοτε κι απ’ τα δυο.
Είναι κάπου 7:30; Ναι, τόσο είναι. Βραδάκι καθημερινής, επιστροφή από το ράδιο στο σπίτι. Κατέβασα αυτοκίνητο στην πόλη, βλέπεις είναι κάποιες «ειδικές» διαδρομές, του τύπου Νέα Κρήνη- Χαριλάου- Σούπερ Μάρκετ- Τούμπα- Καλαμαριά που δεν τις έχει προβλέψει το …πολλαπλό σε επιλογές μετακίνησης, συγκοινωνιακό δίκτυο της πόλης!
Ένας ΟΑΣΘ είναι κι αυτός, τι να προκάμει. Αλλιώς παίρνω το λεωφορείο, έχει κι αυτό και τα μικρόβιά του και τις καταπιέσεις του, έχει και τις συγκινήσεις του και τη …χαρά της δημοκρατίας, Γεωργιανές εργαζόμενες καθαριότητας και γκριζομάλλες ηλικιωμένες αστές, πενηντάρηδες υπαλλήλους και οχλοβοούντες μαθητές και φοιτητές, όλοι ίσα κι όμοια, τι να πεις, ώ καιροί, ώ ήθη!…
Στα φανάρια 3ης Σεπτεμβρίου- Λεωφόρου Στρατού περιμένω να ανάψει το πράσινο. Και εκεί, από τα δεξιά μου, σκάει μύτη η μικρόσωμη σκιά. Θα’ ναι… 13- 15 χρονών; Και πίσω του ακόμη ένας συνομήλικος, θέλουν να καθαρίσουν το παρμπρίζ. Του γνέφω αρνητικά, μου κάνει νόημα , το χέρι δείχνει το στόμα, «πεινάω», θέλει να πει, του κάνω νόημα κι εγώ, να πλησιάσει στο ηλεκτρικό παράθυρο που κατεβάζω ως τη μέση -μα, τι γελοίος φόβος Θεέ μου, ως και τον πιτσιρικά των φαναριών τον βλέπω ως … «εν δυνάμει» εχθρό- του προσφέρω ένα σακουλάκι με 3-4 κριτσίνια που κουβαλάω μες στο αμάξι, για …ώρα ανάγκης, οι φίλοι με πειράζουν, «όλο τρως» μου λένε, αλλά δεν είναι αποκλειστικά για μένα, πίστεψέ με, για τέτοιες περιπτώσεις είναι, έχω και ξηρούς καρπούς και γαλέτες, αυτά δίνω στους συνταξιδιώτες στο δρόμο, αυτά και στα παιδιά των φαναριών, …τα κοιτάει….
Τα παίρνει πολύ βαριεστημένα και μου λέει σε σπασμένα ελληνικά: «20 λεπτά, 20 λεπτά;;;» Θυμώνω, του δείχνω το σακουλάκι, «αυτό να πάρεις , αν πεινάς» επιμένω, ανάβει πράσινο, φεύγω, με την άκρη του ματιού τον βλέπω να το αφήνει πλάι του, εκεί στο πεζουλάκι του Βυζαντινού Μουσείου, κοντά σε 2-3 άλλες σακούλες… απογοητευμένος, δεν του ζήτησαν κουλουράκια και κριτσίνια οι «πάτρονές» του, μάλλον «ξύλο» αντί για τα κριτσίνια θα φάει απόψε…
Έχω θυμώσει με όλα αυτά… Κατεβαίνω στην παραλιακή, να πάρω την ευθεία για το σπίτι. Με πιάνει κόκκινο, σταματάω. Δίπλα μου αριστερά, έρχεται ένα Focus. Δεξιά ένα θηριώδες Touareg, πίσω μου ένα σωρό, ούτε ξέρω τι…
Κοιταζόμαστε κλεφτά, μας πιάνει το σύνδρομο του ιπποδρόμου, είμαστε στην αφετηρία, άλογα κούρσας , ποιος θα ξεκινήσει πρώτος ποιος θα φάει τη σκόνη μου, ανάβει το πράσινο, μαρσάρουμε και ξεχυνόμαστε όλοι μαζί μπροστά, βλέπω από τα 200 μέτρα το επόμενο φανάρι να γίνεται πορτοκαλί, δεν σταματάει κανείς μας, ούτε εγώ, περνάμε κι οι τρεις με κόκκινο και συνεχίζουμε τον παράλογο, θυμωμένο ανταγωνισμό μας, να περνάμε τη ζωή με κόκκινο…