Στην Αρετσού, Ιούνιος

Καλοκαίρι, απόγευμα. Πλαζ Αρετσούς. Κόσμος πολύς, κάνει βόλτα. Μερικοί γενναίοι κολυμπούν...

Γιώργος Τούλας
στην-αρετσού-ιούνιος-13476
Γιώργος Τούλας
aretsou2.jpg

Του Γιώργου Τούλα

Ιούνιος. Καλοκαίρι, απόγευμα. Πλαζ Αρετσούς. Κόσμος πολύς, κάνει βόλτα. Μερικοί γενναίοι κολυμπούν. Παρίες του άστεως, που ακόμα και η Αγία Τριάδα μοιάζει μακρινή. Οι απλά παλαιοί κάτοικοι της γειτονιάς που αρνήθηκαν να αποδεχτούν κάποτε ότι τέλειωσε η εποχή της κολύμβησης στην πλαζ. Ένα ζευγάρι δίπλα φιλιέται στα κλεφτά. Τους παρατηρώ ώρα. Θα έπαιρνες όρκο πως δεν κάνουν μακροπρόθεσμα όνειρα. Στα σπίτια η τηλεόραση μεταδίδει ρεπορτάζ για φόρους. Κοιτάζω το ζευγάρι. Στον ορίζοντα ένας ουρανός-υπερπαραγωγή. Που θα ζήλευαν όλοι οι τουρίστες του κόσμου. Λίγα σύννεφα, ένας ορίζοντας λαμπρός, η θάλασσα. Παιδιά παίζουν στην αμμουδιά, δυο γυναίκες μιλάνε στα Ρώσικα έντονα παραπέρα, παρέες ηλικιωμένων θυμούνται. Το καλοκαίρι όλα μοιάζουν λίγο πιο ανάλαφρα. Ακόμα και οι θηλιές. Το ζευγάρι συζητά χαμηλόφωνα. Έχω στήσει αυτί. Λένε κάτι για συγκατοίκηση. Φαντάζομαι πως δεν κάνουν πρώτη φορά αυτή την κουβέντα. Αριθμοί είναι, που δεν βγαίνουν απλά. Το κορίτσι σκοτεινιάζει. Το αγόρι πάει να φέρει μπίρες. Σουρουπώνει στην Αρετσού.

Ιούνιος 1979. Πλαζ Αρετσούς. Στο Αναψυκτήριο. Μένουμε στην Τούμπα. Στην οδό Μήδειας είναι η στάση της γραμμής 30. Που το καλοκαίρι μετονομάζεται σε 30Α και τερματίζει στην πλαζ, αντί για το Ντεπό. Είναι πρωί Κυριακής. Περιμένουμε στη στάση. Φοράμε μαγιό, σαγιονάρες, δεν υπάρχει dress code παραλίας. Ο αδερφός μου έχει το σωσίβιο μαζί. Κουβάδες. Η μάνα μου έχει φροντίσει για τα περαιτέρω. Τις προμήθειες. Το λεωφορείο αγκομαχά μέχρι να φτάσει στην πλαζ. Σε κάθε στάση ανεβαίνουν και άλλοι γείτονες. Νοικοκυραίοι άνθρωποι. Περνάμε όλη τη μέρα εκεί κάτω. Στον ήλιο. Δεν κάνουμε και σπουδαία όνειρα. Ο πατέρας μου λέει πως άμα πάνε καλύτερα τα πράγματα μπορεί να πάρουμε αυτοκίνητο στο μέλλον να πηγαίνουμε μακρύτερα. Άργησε μια δεκαετία. Τις καλύτερες μέρες της έφερε η δεκαετία του ογδόντα που έβρεξε χρήμα στη χώρα. Ξένο χρήμα. Το απόγευμα επιστρέφαμε ηλιοκαμένοι. Η μάνα μου μας βάζει γιαούρτι στην πλάτη. Τηγανίζει κεφτέδες και πατάτες. Πιπεριές και μελιτζάνες και κολοκυθάκια. Με σάλτσα. Κάνεις δεν τολμούσε να μας πει κακή κουβέντα για τα τηγανητά και τις χοληστερίνες.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα