Στον χορό της ξενιτιάς

της Αλεξάνδρας Μυρωτή Σήμερα το πρωί ξύπνησα και συνειδητοποίησα πως έχουν περάσει ακριβώς 3 μήνες από τη μέρα που ήρθα στο Παρίσι για το εαρινό εξάμηνο του μεταπτυχιακού μου. Πάνε τώρα 7 μήνες αφότου έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, μισός και παραπάνω χρόνος μακριά από την πατρίδα μου. Από την Αγγλία στη Γαλλία και από τη […]

Parallaxi
στον-χορό-της-ξενιτιάς-21228
Parallaxi
dscn8620.jpg

της Αλεξάνδρας Μυρωτή

Σήμερα το πρωί ξύπνησα και συνειδητοποίησα πως έχουν περάσει ακριβώς 3 μήνες από τη μέρα που ήρθα στο Παρίσι για το εαρινό εξάμηνο του μεταπτυχιακού μου. Πάνε τώρα 7 μήνες αφότου έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, μισός και παραπάνω χρόνος μακριά από την πατρίδα μου. Από την Αγγλία στη Γαλλία και από τη Γαλλία, ξανά στην Αγγλία. Το μεταπτυχιακό που διάλεξα με ταξιδεύει από χώρα σε χώρα και από κουλτούρα σε κουλτούρα. Πώς νιώθω;

Πώς νιώθει ένας μεταπτυχιακός φοιτητής που αφήνει την Ελλάδα κι ανοίγει τα φτερά του σε ξένες χώρες; Πολλοί πιστεύουν πως ξέρουν τα συναισθήματά μας. Κι οι πολλοί ‘’έξω από τον χορό’’ πολλά και αντιθετικά ‘’τραγούδια λένε’’. Κάποιοι θεωρούν πως οι μεταπτυχιακοί φοιτητές είναι παιδιά πλούσιων οικογενειών που έχουν λεφτά να ξοδέψουν, κάποιοι άλλοι πάλι, λένε πως το να φεύγεις από την πατρίδα σου είναι η εύκολη λύση. Έτσι λένε. Κι εγώ όπως και πολλοί άλλοι φοιτητές χαμογελάμε ως απάντηση. 

Σε όλα αυτά που λέγονται κατά καιρούς, θα προσπαθήσω να δώσω μία απάντηση. Όχι για την αποκατάσταση της αλήθειας, αλλά γιατί κι εγώ πριν έρθω εδώ που είμαι, ίσως ανήκα σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες ανθρώπων. Όντας πλέον ‘’στον χορό’’, τα τραγούδια μου έχουν αλλάξει σκοπό. Ναι, σίγουρα υπάρχουν κάποιοι φοιτητές που προέρχονται από πλούσιες οικογένειες και επενδύουν στα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Και σίγουρα κάποιοι δεν το προσπάθησαν και πολύ στην Ελλάδα. Αλλά, όχι, δεν είναι όλοι έτσι.

Φέρνοντας στο φως τη δική μου ιστορία, θα φέρω στο φως και ιστορίες πολλών ακόμα παιδιών που ξέρω. Προέρχομαι από απλή οικογένεια με εργαζόμενους γονείς και έχω δύο υπέροχα αδέρφια. Τέλειωσα τις σπουδές μου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και έψαξα για δουλειά απευθείας μετά την αποφοίτησή μου. Λίγο από δω, λίγο από κει, βρήκα κάτι: 5μηνη σύμβαση το έλεγαν! Κι έτσι το λένε και τώρα. Σε τι; Σε αντικείμενο άσχετο από την ειδικότητά μου. Δε με πείραξε, δούλεψα. Γιατί στην Ελλάδα, υπό τις τωρινές συνθήκες, το να κάνεις τη δουλειά που σου αρέσει, είναι προνόμιο και όχι δικαίωμα. Αυτό που αγαπάς, αυτό που μελέτησες, αυτό που ξέρεις να κάνεις καλύτερα από το οτιδήποτε άλλο, είναι προνόμιο! Λένε…

Δούλεψα λοιπόν. Όπως δούλεψα και όντας φοιτήτρια. Δεν πτοήθηκα, είπα ναι, θα δουλέψω για να μπορέσω να έχω ένα μισθό να με συντηρεί. Αλλά η 5μηνη σύμβαση τέλειωσε, καινούργιες προκηρύξεις ανακοινώθηκαν, οι αιτήσεις στάλθηκαν και τα αποτελέσματα βγήκαν. Να ξαναμπώ στην ίδια διαδικασία ή να κάνω το άλμα;

Άνοιξη του 2013 θυμάμαι τον εαυτό μου ως εξής: αιτήσεις, αιτήσεις, αιτήσεις και όχι, όχι, όχι. Ώσπου έφτασαν και κάποια ναι, αλλά ήταν αργά. Ήδη είχα γίνει δεκτή για μεταπτυχιακές σπουδές σε αρκετά πανεπιστήμια του εξωτερικού και παρόλο που δεν το παραδεχόμουνα δημοσίως, το μυαλό μου είχε πάρει την απόφασή του. Θα έφευγα! Γιατί; Όχι γιατί δεν πάλεψα. Αλλά γιατί συνειδητοποίησα πως σε κάθε όχι που έπαιρνα ως απάντηση για μία δουλειά, έχανα λίγο από το χαμόγελό μου. Ήμουν 25 χρονών πέρυσι. Ποιος μπορεί να μου πει πώς το να είσαι 25 και να μη σου δίνεται ευκαιρία να προσφέρεις, να δώσεις, να δουλέψεις είναι δίκαιο; Κι αν είναι, μπορεί κάποιος να μου πει γιατί οφείλω να θυσιάσω το χαμόγελό μου για 5 μήνες;

Η ζωή μας είναι μια μεγάλη βόλτα. Μία φάρσα. Μία σπίθα. Μία και μοναδική. Και πέρυσι, τέλη Ιουνίου, αποφάσισα για μένα, μόνο για μένα. Για πρώτη φορά στη ζωή μου. Κι είπα πως αξίζω όχι ένα, αλλά πολλά χαμόγελα. Κι έτσι ανακοίνωσα σε όλους πως φεύγω. Στους φίλους που έχουν μείνει και θα μείνουν φίλοι, στους γονείς που με στηρίζουν και στους οποίους οφείλω όλα τα ευχαριστώ του κόσμου. Άραγε ένιωθα οργή για την κατάσταση στην Ελλάδα και γι’ αυτό έφυγα; Μήπως δεν ξημεροβραδιάστηκα όπως άλλοι τόσοι με το συμπληρώνω αιτήσεις για δουλειές; Υπάρχει περίπτωση να ήθελα να φύγω, απλά από ένα καπρίτσιο; Μήπως όλα αυτά είναι μία επιφανειακή προσέγγιση στην ψυχοσύνθεση των νέων ανθρώπων που αποφασίζουν να φύγουν στο εξωτερικό; Αν μου επιτρέπετε, είναι.

Αυτό που σε ωθεί να φύγεις είναι ένα γκρίζο σύννεφο μιζέριας που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Είναι οι ευκαιρίες που δε δίνονται. Το μέσο που μετράει πιο πολύ από τη γνώση. Είναι που θέλεις αλλά δεν μπορείς να προσφέρεις. Είναι η αλλαγή που δεν έρχεται. Τα πολιτικά άκρα που γίνονται πιο ισχυρά. Είναι πολλά, είναι λίγα, δεν ξέρω. Είναι όμως σημαντικοί παράγοντες που παίρνει κανείς υπόψη του πριν φύγει στο εξωτερικό. Κι είναι κι η ελπίδα για κάτι καλύτερο. Για κάτι πιο όμορφο, πιο ανθρώπινο ή αξιοκρατικό. Είναι και λίγο από όνειρο, αν μου επιτρέπεται να μιλάω για όνειρα όταν όλοι και όλα γύρω μου λένε να σταματήσω να ονειρεύομαι. Είναι ένα ‘’θα το κάνω κι αυτό γιατί αν δεν το προσπαθήσω κι εκεί έξω, τότε ποτέ δε θα ξέρω αν άξιζα κάτι καλύτερο ή όχι’’.

Είναι κι ένας καλός σου φίλος που στο αποχαιρετιστήριο συναπάντημα που οργανώνεις, σου λέει ‘’έκανες ό, τι μπορούσες εδώ, άνοιξε τα φτερά σου και φύγε, φύγε και ζήσε τη ζωή που σου αξίζει!’’. Τον άκουσα αυτόν τον φίλο. Τσούγκρισα ένα ποτηράκι τσίπουρο με την παρέα μου 2 μέρες πριν φύγω. Έκλαψα με τον Μάλαμα και ‘’την Κοιλάδα των Τεμπών’’ κι είδα δάκρυα σε μάτια ανθρώπων που ποτέ δεν είχα δει να δακρύζουν ως τώρα. Και στο αεροδρόμιο Μακεδονίας,  είδα τους γονείς μου να στέκονται με δάκρυα στα μάτια, να μην φεύγουν από εκεί μέχρι που εξαφανίστηκα από το οπτικό τους πεδίο.  Κι έπειτα, μπήκα στο αεροπλάνο και μέσα σε λίγες ώρες ήμουν στην Αγγλία, ηλιόλουστη μέρα, όλως περιέργως. Πώς ένιωσα;

Θα πω την αλήθεια. Όταν έμεινα μόνη, να τακτοποιώ τα πράγματα στο δωμάτιο της εστίας, έπιασα τον εαυτό μου να κλαίει και να γελάει ταυτόχρονα σε μία σκηνή κωμικοτραγική, σχεδόν παρανοϊκή. Μου έλειπαν όλα και όλοι αλλά ταυτόχρονα έδινα στον εαυτό μου το δικαίωμα να νιώσει χαρούμενος, ένα δικαίωμα που είχα ξεχάσει πως έχω. Κι ένιωσα ταυτόχρονα χαρά, λύπη κι τεράστια ευγνωμοσύνη που βρισκόμουν στο μέρος που βρισκόμουν τη στιγμή κατά την οποία βρισκόμουν.

Η ιστορία των συναισθημάτων που μπορεί να έχει ένας φοιτητής του εξωτερικού, δε σταματάει εδώ. Έχει πολλά να πει… Κι αυτή είναι μόνο μία μικρή γεύση από αυτής της ιστορίας. Τι θέλω να κρατήσετε; Λίγους στίχους για αρχή. Που στο άκουσμά τους παιδιά του εξωτερικού σηκώνουν τα χέρια γεμάτα περηφάνια και τραγουδάνε δυνατά από καρδιάς:

‘’Μένα μου το πε – όπως τα λέω Μένα μου το πε ο Πηνειός Το μυστικό, ο φλύαρος. Πως ήταν ά- όπως τα λέω Πώς ήταν άνθρωπος παλιά Κι είχε παιδιά στην ξενιτιά’’ να να να να να να…

Μπείτε και κάντε like εδώ για να ενημερώνεστε για όλα τα γραμμένα αποκλειστικά για το parallaximag.gr άρθρα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα